TapaSoif: Το ελληνικό wine bar του Βελγίου

01 Φεβρουαρίου 2013
Ντίνος Στεργίδης

Το πρώτο wine bar εκτός Ελλάδας με μόνο ελληνικά κρασιά είναι πραγματικότητα. Άνοιξε πριν από ένα μήνα στην πόλη Namur του Βελγίου, το λένε TapaSoif και είναι κάθε βράδυ γεμάτο.

 

Ο Θωμάς Τσάνης πραγματοποιεί σχέδια που για τους περισσότερους μένουν στη σφαίρα της επιθυμίας. Εξηγούμαι: όλοι συζητούν τρόπους με τους οποίους το ελληνικό κρασί θα γίνει καλύτερα γνωστό στο εξωτερικό. Ο κλάδος έχει ξοδέψει χιλιάδες ευρώ σε μελέτες και εκατομμύρια ευρώ σε προωθητικές ενέργειες χωρίς ωστόσο αυτά να μεταφράζονται ακόμα σε αντίστοιχα υψηλές, σκληρές, πωλήσεις. Ασφαλώς ο τζίρος μας στο εξωτερικό έχει αυξηθεί και η φήμη των ελληνικών κρασιών έχει βελτιωθεί σημαντικά, ωστόσο λείπουν συγκεκριμένες πρωτοβουλίες που θα μετατρέψουν την περιέργεια που αναπτύσσεται γύρω από το ελληνικό κρασί σε πραγματικές πωλήσεις. Αυτό είναι που έχει πετύχει ο κ. Τσιάνης με μία πολύ έξυπνη ιδέα που θα εξηγήσω παρακάτω.

Ο κ. Τσάνης είναι ιδιοκτήτης της εταιρείας Canette, η οποία εισάγει ελληνικά κρασιά και τρόφιμα στο Βέλγιο από το 1991. Σήμερα η Canette είναι σημείο αναφοράς για το ελληνικό κρασί και οι έλληνες οινοπαραγωγοί κάνουν ουρά για να συνεργαστούν μαζί της. Η επιτυχία αυτή δεν είναι τυχαία: ο ίδιος ο κ. Τσάνης, αν και γεννημένος στην Ελλάδα, είναι απόλυτα ενταγμένος στη βελγική κοινωνία και δεν αντιμετωπίζει τους Βέλγους αφ’ υψηλού· γνωρίζει τις ανάγκες τους και σε αυτές έχει προσαρμόσει τα προϊόντα που διακινεί αλλά και τον τρόπο με τον οποίο τα πουλά. Είναι συνεχώς παρών σε εκθέσεις, σε γευσιγνωσίες και στα ΜΜΕ και, γενικά, επενδύει ασταμάτητα στην προώθηση του ελληνικού κρασιού.

Πριν από μερικά χρόνια ο κ. Τσάνης συνειδητοποίησε πως οι συμβατικοί τρόποι προβολής και προώθησης του ελληνικού κρασιού στην αγορά του Βελγίου δεν αρκούσαν για να μπορέσει αυτό να περάσει σε άλλο επίπεδο, εκείνο της καθημερινότητας του καταναλωτή. Αυτό είναι, παρεμπιπτόντως, το πρόβλημα που αντιμετωπίζει το ελληνικό κρασί παντού, ότι δηλαδή αν και αρέσει δεν κατορθώνει να γίνει καθημερινή αγοραστική συνήθεια, όπως ας πούμε το ισπανικό, το ιταλικό ή το γαλλικό κρασί. Παραμένει μία περιστασιακή κατανάλωση, στις στατιστικές ανάμεσα στα «other»... Έτσι, ο κ. Τσάνης αποφάσισε να ανοίξει, όχι ένα, αλλά πολλά wine bars σε διάφορες πόλεις του Βελγίου (και του Λουξεμβούργου), με στόχο οι καταναλωτές να μάθουν το ελληνικό κρασί πίνοντάς το καθημερινά.

Μέχρις εδώ τίποτα το καινούργιο, θα πείτε. Σύμφωνοι. Η συνέχεια, όμως, έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Καταρχάς ο κ. Τσάνης δεν επέλεξε τη σχετικά κορεσμένη (και ακριβή) αγορά των Βρυξελλών για να εγκαινιάσει το εγχείρημά του, αλλά την πόλη Namur, που απέχει 80 χιλιόμετρα από τις Βρυξέλλες. Η Namur είναι μια εύπορη πόλη των 100.000 κατοίκων και πρωτεύουσα της Βαλονίας, όπου εύκολα, σε ένα δρόμο ήδη γεμάτο με εστιατόρια και wine bars, βρέθηκε ένας ιδανικός χώρος που ενοικιάστηκε για 27 χρόνια. Οι εργασίες κράτησαν πάνω από 12 μήνες, αλλά το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό. Εντυπωσιακό, κυρίως γιατί ανταποκρίνεται στη στρατηγική για την προώθηση του ελληνικού κρασιού που έχει σχεδιάσει ο έλληνας εισαγωγέας.

Τίποτα δεν προϊδεάζει τον πελάτη πως το «bar à vins» που επέλεξε να επισκεφθεί ― μεταξύ δεκάδων άλλων ― είναι «γιάφκα» του ελληνικού κρασιού. Το όνομά του, «TapaSoif», είναι ένα έξυπνο λογοπαίγνιο που διαβάζεται ως «τάπας» και «δίψα» αλλά και ως «t’as pas soif?», που σημαίνει «δεν διψάς;». Τα εδέσματα, της νεαρής μαγείρισσας Valérie-Anne Dupont, είναι σύγχρονοι μεζέδες ή «tapas», με ελαφριές, αέρινες γεύσεις που δεν επισκιάζουν τα κρασιά. Για τον ελληνικό ουρανίσκο ίσως να μην είναι αρκετά έντονες, αλλά στους Βέλγους αρέσουν. Πάντως ελληνικό το φαγητό δεν είναι, αν και στον κατάλογο υπάρχουν και ελληνικά προϊόντα, όπως το αυγοτάραχο Μεσολογγίου και το ελαιόλαδο Σητείας (δίπλα σε φανταστικές αντσούγιες από την Κατάμπρια της Ισπανίας, γαλλικό φουαγκρά, στρείδα Ατλαντικού, βελγικά τυριά...). Τα κρασιά, ωστόσο, είναι όλα ελληνικά και μόνο ελληνικά (και σε καλές τιμές, π.χ. Κοκκινόμυλος Τσέλεπου 2007, 35€ η φιάλη ή Φολόη Μερκούρη 24€ η φιάλη).

Πώς αντιδρά ο πελάτης σε αυτήν την έκπληξη; ρώτησα το νεαρό σομελιέ του TapaSoif. «Στην αρχή πολλοί μένουν “κάγκελο”, είναι αλήθεια. Έχουμε όμως εδώ ένα σύστημα σερβιρίσματος σελφ σέρβις, για όσους θέλουν, όπου μπορεί κανείς να δοκιμάσει με πολύ μικρό κόστος ― γύρω στο 1 € ― 16 διαφορετικά κρασιά στο ποτήρι. Μόλις δοκιμάσουν ένα-δύο κρασιά πείθονται για την ποιότητα των ελληνικών κρασιών και στη συνέχεια μπαίνουν στη διαδικασία της γευστικής ανακάλυψης». Με άλλα λόγια, ο κ. Τσάνης έχει προσπεράσει το πρόβλημα της αρνητικής εικόνας του ελληνικού κρασιού πείθοντας απευθείας τον καταναλωτή με την ποιότητα των προϊόντων του αφού τον έχει πρώτα δελεάσει να μπει στο κατάστημά του με άλλα επιχειρήματα που δεν είναι «Greek».

Ανάμεσα στα 16 κρασιά που προσφέρονται με το ποτήρι είναι βέβαια οι τέσσερις γνωστές «τοποποικιλίες» αλλά και αρκετά ελληνικά κρασιά από διεθνείς ποικιλίες, η παρουσία των οποίων ξαφνιάζει τον έλληνα επισκέπτη. «Ο απλός καταναλωτής συχνά πείθεται για την ποιότητα των κρασιών μας δοκιμάζοντας τα τραγανά σοβινιόν μπλαν της Καβάλας, τα μεστά καμπερνέ σοβινιόν της Κεντρικής Ελλάδας και τα χυμώδη σαρντονέ της Πελοποννήσου. Είναι γεύσεις που τους είναι οικίες και τις εγκρίνουν. Στη συνέχεια πιο εύκολα θα δοκιμάσουν τα αγιωργίτικα και τα ξινόμαυρα και μετά ποιος τους πιάνει», λέει ο ιδιοκτήτης. «Είμαστε γεμάτοι μεσημέρι-βράδυ, μόνο οι λίγες ώρες μεταξύ των δύο γευμάτων είναι λίγο πρόβλημα αφού δεν σερβίρουμε καφέ εκτός γεύματος».

Στο εσωτερικό του TapaSoif δεσπόζουν δύο παράγωνα τραπέζια, με εξαιρετικά περίεργο σχήμα, το ένα χαμηλό και το άλλο ψηλό. Είναι σχεδιασμένα (από τον ίδιο τον κ. Τσάνη!) με τέτοιο τρόπο ώστε να ευνοείται η επαφή μεταξύ αγνώστων,  αλλά ταυτόχρονα αν θέλει κανείς μπορεί να απομονωθεί με την παρέα του σε μια από τις γωνιές τους. Η οροφή του καταστήματος είναι καλυμμένη με ένα πρωτοποριακό πλαστικό υλικό της Barrisol που επιτρέπει τη δημιουργία φωτιστικών στο σχήμα ακριβώς των τραπεζιών, με αποτέλεσμα μια συνολική αίσθηση ευδαιμονίας, εξαιρετικά επιτυχημένη. Συνολικά το κατάστημα δεν καθίζει πάνω από 30 άτομα. Δύο μεγάλοι μαυροπίνακες φιλοξενούν τις γευστικές προτάσεις της ημέρας, ενώ σε δύο οθόνες τηλεόρασης προβάλλονται συνέχεια βίντεο από τον ελληνικό αμπελώνα με παρουσιάσεις παραγωγών και οινοποιείων.

Ο κ. Τσάνης προτίμησε να συνεργαστεί με νέους επαγγελματίες της εστίασης που έχουν «όρεξη για δουλειά και ανοιχτά μυαλά». Αφού βρήκε την 24χρονη μαγείρισσα Βαλερί-Ανν Ντυπόν, που κατάγεται από τη Ναμύρ και η οποία σπούδασε στην τοπική σχολή τουριστικών επαγγελμάτων, την έφερε στην Ελλάδα, όπου μαζί επισκέφθηκαν δεκάδες εστιατόρια και οινοποιεία. Στη συνέχεια την έκανε συνέταιρο στην εταιρεία που εκμεταλλεύεται το wine bar, το οποίο ως επένδυση ανήκει εξ ολοκλήρου στην εισαγωγική εταιρεία Canette. «Στόχος μου δεν είναι να αποσβέσει το wine bar την αρχική επένδυση, αλλά να αυξήσω δραματικά τις πωλήσεις των premium ελληνικών κρασιών που εισάγει η Canette. Aυτό το έχω ήδη πετύχει, αφού τον πρώτο κιόλας μήνα το TapaSoif καταναλώνει γύρω στις 60 φιάλες την ημέρα. Μόνο το αφρώδες Αmalia Τσέλεπου πουλάει 30 φιάλες την εβδομάδα!».

Με την ίδια λογική ο κ. Τσάνης προσέλαβε ένα νέο σε ηλικία οινοχόο, με τη συμφωνία πως θα εργαστεί στο TapaSoif όχι παραπάνω από ένα χρόνο. «Μέσα σε ένα χρόνο θα έχει μάθει άριστα τα ελληνικά κρασιά και στη συνέχεια όπου κι αν εργαστεί είναι σίγουρο πως κάποια από αυτά θα τα προωθήσει. Πόσο μάλλον που στη συμφωνία μας περιλαμβάνεται και ένα ταξίδι στον ελληνικό αμπελώνα. Μέσα σε δέκα χρόνια θα έχω εκπαιδεύσει δεκάδες οινοχόους, αστέρια στο ελληνικό κρασί, που θα έχουν περάσει ποιος ξέρει από πόσα εστιατόρια ο καθένας», λέει ο πολυμήχανος Έλληνας. Προς το παρόν το TapaSoif σερβίρει μόνο κρασιά που ήδη εισάγει η Canette αλλά πολύ σύντομα η γκάμμα θα διευρυνθεί με νέα κρασιά που δεν είναι απαραίτητα στο πορτφόλιο της Canette. «Σκοπός μου είναι να προβάλλουμε όλα τα ενδιαφέροντα κρασιά. Εξάλλου αν σερβίρουμε όλο τα ίδια και τα ίδια θα μας βαρεθούν οι πελάτες μας», τονίζει.

Ο επόμενος σταθμός του TapaSoif είναι οι Βρυξέλλες, όπου ήδη έχει βρεθεί χώρος σε μια από τις πιο ζωντανές συνοικίες της ευρωπαϊκής μεγαλούπολης. Στη συνέχεια, σειρά έχουν η Αμβέρσα και το Λουξεμβούργο. «Πιστεύω ακράδαντα στο ελληνικό κρασί», λέει ο κ. Τσάνης, «γι’ αυτό και επενδύω όλα μου τα χρήματα επάνω του».

ΤapaSoif

26 rue des Brasseurs, Namur

Τηλ.: 0032 81656777

Ανοιχτά 11:00 – 23:00, κλειστά Τρίτη και Τετάρτη

Σχόλια Χρηστών

Συνδεθείτε ή Εγγραφείτε για να συμμετάσχετε στη συζήτηση