Αν και μετράει ελάχιστα οινοποιεία η Σιάτιστα έχει εξελιχθεί σε μια από τις πλέον ενδιαφέρουσες οινοπαραγωγικές περιοχές της χώρας. Βέβαια η παραγωγή κρασιού δεν είναι κάτι άγνωστο στην πανέμορφη πόλη αφού τα γλυκά της κρασιά ήταν διάσημα ήδη από τον 17ο αιώνα. Δεν είναι όμως κάτι άγνωστο ούτε στην οικογένεια Διαμαντή που καλλιεργεί αμπέλια από τις αρχές του 1900, με κάποια από αυτά τα υπεραιωνόβια κλίματα να έχουν διασωθεί ως και σήμερα.
Το Ξινόμαυρο, το Μοσχόμαυρο αλλά και το σπανιότατο Νιγρικιώτικο έχουν εδώ την τιμητική τους, με τους αμπελώνες να βρίσκονται σε υψόμετρα 750-900 μέτρων. Προσθέσετε και την απουσία υδάτινων όγκων στην περιοχή- που συνήθως μετριάζουν την σφοδρότητα του ηπειρωτικού ψύχους- και θα καταλάβετε γιατί αυτό το βορειοελλαδίτικο terroir επαναπροσδιορίζει την έννοια του εγχώριου cool climate.
Το οινοποιείο του Δημήτρη Διαμαντή ιδρύθηκε το 1985 και εμφιάλωσε κρασί από δικά του αμπέλια το 2002, ωστόσο συστήθηκε στους περισσότερους από εμάς πριν από 2-3 χρόνια, μέσα από το εκπληκτικό ροζέ του. Από τότε σε μας ήρθε ο Covid-19 ενώ στην επιχείρηση ο Γιώργος Παπαγεωργίου, οπότε το σήμερα μας βρίσκει με το οινοποιείο να έχει μετονομαστεί σε Magoutes –από την περιοχή που βρίσκεται ο αμπελώνας- και εμάς να απολαμβάνουμε την 5μελή γκάμα του που έχει αλλάξει και εμφανισιακά.
Προσωπικά οι λιτές ετικέτες των κρασιών με την ενιαία αισθητική μου αρέσουν πολύ, ταξιδεύοντας με σε Βουργουνδία αλλά και boutique Καλιφόρνια. Όμως δεν πίνουμε τις ετικέτες των φιαλών αλλά το περιεχόμενό τους και το Magoutes Vineyards φαίνεται ότι τα καταφέρνει και εδώ το ίδιο καλά.
Πάντως τα πράγματα ξεκινάν υποτονικά –τουλάχιστον αρωματικά- όπως συμβαίνει σε κάθε blanc de noir Ξινόμαυρο. Και το Vieilles Vignes Blanc 2021 (7/10) είναι τυπικό του είδους, με χαμηλής έντασης αρώματα φύλλων ντομάτας και κριθαριού, μέτριο σώμα και δυνατή, όξινη παρουσία μέσα στο στόμα. Βέβαια τα πράγματα βελτιώνονται αν κανείς αφήσει την θερμοκρασία να ανέβει πάνω από τους 12 βαθμούς, και πάλι όμως αυτό το κρασί δεν δρέπει δάφνες εκφραστικότητας και flavor.
Κάτι που κάνει το εκπληκτικό Ξινόμαυρο/ Μοσχόμαυρο 2021 (8,5/10), ένα από τα απολύτως κορυφαία ροζέ της χώρας. Η περιοχή μας έχει αποδείξει πολλάκις το δυναμικό της σε αυτό το χρώμα και η πρόταση από τους Magoutes εξηγεί το λόγο με πυκνή μύτη φράουλας, καλαμποκιού και φραγκοστάφυλου αλλά και ένα ατελείωτο “ρολόι” όγκου, δύναμης, οξύτητας και μαλακότητας μέσα στο στόμα.
Το Μοσχόμαυρο 2020 (7/10) μας δίνει μια σπάνια ευκαιρία να δοκιμάσουμε μια μονοποικιλιακή ερυθρή εκδοχή της πλέον χαρακτηριστικής ποικιλίας της περιοχής, και μάλιστα από τον καλλιεργητή που έδωσε το πρωτότυπο φυτικό υλικό για την διάσωση και τον πολλαπλασιασμό της. Η ένταση εδώ είναι εντυπωσιακή, με τα χορτώδη αρώματα να είναι τόσο κυρίαρχα που φέρνουν αμέσως στο μυαλό ένα άγουρο Cabernet Franc από τον Λίγηρα. Το στόμα είναι αρκετά ελαφρύ, ενώ η έλλειψη πυκνού φρούτου αφήνει τις τανίνες να …μιλήσουν περισσότερο από όσο θα δικαιολογούσε η ποσότητά τους.
Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει στην περίπτωση του Ξινόμαυρο 2017 (8/10) αφού εδώ το στόμα γεμίζει από την αρχή μέχρι το τέλος ενώ πανέμορφες τανίνες βάζουν την υπογραφή τους στο μάκρος. Εξωστρέφεια και στη μύτη, που θυμίζει περισσότερο ένα ώριμο Pinot Noir από μια σχετικά ζεστή περιοχή παρά ένα Ξινόμαυρο όπως το έχουμε συνηθίσει στην Νάουσα.
Αυτό το γλυκό φρούτο και η στρογγυλάδα μας επιτρέπει να το απολαύσουμε από τώρα ως το 2025, όσο διάστημα δηλαδή περιμένουμε το απίθανο Ξινόμαυρο Parcel Selection 2017 (8,5/10)! Αν και προέρχεται από τα ίδια υψόμετρα των 845-890 μέτρων, το προϊόν των επιλεγμένων αμπελοτεμαχίων δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικότερο από το αδελφάκι του. Πιο άτονο, άγουρο και άχαρο σήμερα, ρεφάρει με υπέροχη cool climate φρεσκάδα, μεγαλύτερη φινέτσα, όμορφες σφιχτές τανίνες και εντυπωσιακό γευστικό μάκρος που εγγυάται δυναμικό 10ετίας.
Απόλυτα πειστικά συνεπώς τα δείγματα γραφής της οινοποιίας Magoutes Vineyards. Και ιδιαίτερα ενδιαφέροντα επίσης, αφού περιλαμβάνουν μοναδικές εκφράσεις του γνωστού Ξινόμαυρου αλλά και οινοποιήσεις του λιγότερο “φορεμένου” Μοσχόμαυρου. Αν μάλιστα οι συγκριτικά πιο αδύναμες ετικέτες κερδίσουν ½ -1 ποιοτικό πόντο, τότε θα μιλάμε για ένα οινοποιείο άξιο να βρεθεί στο υψηλότερο επίπεδο του βορειοελλαδίτικου κρασιού· και να προσδώσει νέο περιεχόμενο στον “Κώδικα του Ζωσιμά”!
Συνδεθείτε ή Εγγραφείτε για να συμμετάσχετε στη συζήτηση