Στα Καλά Καθούμενα: φιλόδοξη, μαξιμαλιστική άφιξη στην Αθήνα από Θεσσαλονίκη

13 Μαρτίου 2023
Εύη Φέτση
Η γνωριμία μας με το καινούριο εστιατόριο που μας ήρθε μόλις από την Θεσσαλονίκη ήταν περιπετειώδης, to say the least…
  • ΣΤΑ ΚΑΛΑ ΚΑΘΟΥΜΕΝΑ: ΦΙΛΟΔΟΞΗ, ΜΑΞΙΜΑΛΙΣΤΙΚΗ ΑΦΙΞΗ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΑΠΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ | Νέα

Το είχαμε γράψει πρώτοι εδώ στο FNL για την κάθοδο του Θεσσαλονικιώτικου εστιατορίου στην Αθήνα, οπότε μόλις μάθαμε πως άνοιξε και επισήμως τις πόρτες του, σπεύσαμε να κλείσουμε τραπέζι για να το δοκιμάσουμε.

Τα βίντεο του chef patron Στέφανου Σαράτση στα social media είχαν εξάψει για καλά την περιέργεια μας, και έτσι, την Παρασκευή 3 Μαρτίου φτάσαμε στην ώρα μας στην Ιερά Οδό με την παρέα μας, έτοιμοι να τα δούμε και να τα δοκιμάσουμε όλα. Φαντάζεστε την έκπληξη μας όταν βρήκαμε το μαγαζί θεόκλειστο, έκπληξη η οποία έγινε ακόμα μεγαλύτερη όταν άνοιξε η πόρτα και ένας – ευγενέστατος είναι η αλήθεια- κύριος με σορτ, κάλτσα και πλαστική παντόφλα ξεπρόβαλε για να μας ενημερώσει πως το εστιατόριο  θα παρέμενε κλειστό λόγω πένθους για το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών και ολόκληρη η ομάδα είχε αναχωρήσει για Άγιο Όρος.

Αξιέπαινη πρωτοβουλία πράγματι, αρκεί να είχαν φροντίσει να μας ενημερώσουν πριν κουβαληθούμε τέσσερις άνθρωποι Παρασκευιάτικα τζάμπα. Anyway, δώσαμε το όνομα της κράτησης και ένα κινητό, ο κύριος μας διαβεβαίωσε πως οι υπεύθυνοι θα επικοινωνούσαν μαζί μας το συντομότερο για να κλείσουμε τραπέζι την επόμενη εβδομάδα, και φύγαμε προς αναζήτηση εναλλακτικής για το βράδυ μας.

Οι μέρες πέρασαν, οι υπεύθυνοι δεν επικοινώνησαν μαζί μας, αλλά ο επιμένων νικά και πήραμε εμείς τηλέφωνο για να κλείσουμε τραπέζι για την επόμενη Παρασκευή. Είπα και την ιστορία στον άνθρωπο που πήρε την κράτηση,  εξέφρασα το παράπονο μου για την ταλαιπωρία που υποστήκαμε, είχαμε μια στιχομυθία του τύπου «μα είστε σίγουροι πως δεν σας πήρε κανείς γιατί εδώ βλέπω τσεκαρισμένο το κινητό σας;» λες και αν μας είχαν πάρει εμείς θα είχαμε ντυθεί και θα είχαμε πάει, έτσι, για τον χαβαλέ, όπως και το αμίμητο «το είχαμε ανεβάσει πάντως και στο Instagram» το οποίο δεν θα σχολιάσω καν, και λήξαμε την συζήτηση εκεί.

Με την ίδια παρέα λοιπόν και με την ίδια περιέργεια, διανθισμένη με μια μικρή κρυάδα για την γενικότερη αντιμετώπιση για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, έφτασε η ώρα που περάσαμε τελικά την πόρτα «του μεγαλύτερου βήματος της εστίασης από την Θεσσαλονίκη στην πρωτεύουσα» κατά δήλωση του ίδιου του κύριου Σαράτση στα social media του.

Το μαγαζί είναι όντως εντυπωσιακό, και μεγάλο. Από τα φωτιστικά με τα λουλούδια και τα ανοιχτά τζάκια υγραερίου, και από τα διαφορετικά τραπέζια κάποια εκ των οποίων έχουν στην μέση μικρές ψησταριές μέχρι τον DJ που βρίσκεται σκαρφαλωμένος σχεδόν στην οροφή, όλα δηλώνουν την διάθεση των ανθρώπων που έστησαν τον χώρο να εντυπωσιάσουν τους επισκέπτες. Και θα σας πω ότι το καταφέρνουν, με παραπάνω από έναν τρόπους.

Όμως μόλις καθίσει κάποιος στο τραπέζι του και αρχίζει να παρατηρεί τα πράγματα λίγο πιο προσεκτικά, αρχίζουν να διαφαίνονται και οι πρώτες , ας πούμε, ανακολουθίες. Για ένα μαγαζί που αυτό-προσδιορίζεται ως «το πιο όμορφο και μεγαλοπρεπές εστιατόριο της χώρας μας» βάζοντας τον πήχη από μόνο του τόσο ψηλά, περιμένει κανείς αναπόφευκτα κατ΄αρχήν μεγαλύτερη προσοχή στις λεπτομέρειες. Οπότε τα μαχαιροπήρουνα που μοιάζουν να τα έχουν προμηθευτεί από συνοικιακό catering, τα γυάλινα ποτήρια κρασιού της πλάκας, και οι φτηνές μαύρες χαρτοπετσέτες χτυπάνε τα πρώτα καμπανάκια, δυνατά.

Και μετά, έρχονται οι μέλισσες. Γιατί τα προβλήματα στο service μπορούν να δικαιολογηθούν εύκολα από το γεγονός πως το εστιατόριο λειτουργούσε για μόλις δεύτερη μέρα, όμως τα χτυπήματα στον ώμο και το να μας αποκαλούν κάθε τόσο «παιδιά» λες και είχαμε πάει παρέα φαντάροι δεν δικαιολογείται με τίποτα. Ελπίζω ειλικρινά το μαγαζί να απευθύνεται σε εγχώρια πελατεία γιατί αν μπει Άγγλος μέσα και τον αρχίσουν στα φιλικά πατ-πατ θα πάθει εγκεφαλικό πριν προλάβει να φύγει. Τρέχοντας.

Ο κατάλογος έχει διάφορες επιλογές από τις οποίες εμείς διαλέξαμε μια σαλάτα με πρασινάδες, σταφύλι, κοτόπουλο και μια σως επιπέδου Goody’s για την οποία ειλικρινά δεν κατάλαβα γιατί χαρακτηρίζεται στο μενού ως viral, ένα αξιοπρεπέστατο ταρτάρ, μια πολύ νόστιμη εκδοχή του διάσημου πλέον πιάτου αυγά με πατάτες του Base Grill, εδώ με την προσθήκη φέτας και με το όνομα "Πίτα της Ανδρονίκης", και σουτζουκάκια Θεσσαλονίκης απολύτως απογοητευτικά και φλατ για ορεκτικά. Στα κύρια το flank (από αμερικάνικο Black Angus) αποδείχθηκε το καλύτερο πιάτο της βραδιάς και σε εξαιρετική σχέση ποιότητας-τιμής, ενώ ένα T -Bone από ελληνικό μοσχάρι γάλακτος ήταν απολύτως αδιάφορο και ήρθε ένα βήμα πριν το εντελώς well done ενώ το είχαμε ζητήσει medium. Το αργεντίνικο rib eye ήρθε σωστά ψημένο αλλά μέτριο σε ποιότητα. Στα συνοδευτικά διαλέξαμε συμπαθητικές πατάτες τηγανητές και ένα εντελώς αδιάφορο mac & cheese. Επιδόρπιο δεν πήραμε, μας κέρασαν όμως παγωτό γιαούρτι με μερέντα (!) το οποίο ήταν ακριβώς όπως το φαντάζεστε από την περιγραφή του.

Η λίστα κρασιών είναι αξιοπρεπής και με έντονη εσάνς συμπρωτεύουσας μια που περιέχει ειδική κατηγορία «Ρετσίνες» με μια μόλις επιλογή από κάτω, και οι τιμές γενικά, και στο φαγητό και στα ποτά είναι νορμάλ.

Η μουσική – και η αδιανόητη – φασαρία είναι ένα άλλο πρόβλημα για όσους αντιμετωπίσουν τα Καλά Καθούμενα ως εστιατόριο στο οποίο θέλουν να πάνε να φάνε και να πουν και δυο κουβέντες με την παρέα τους, γιατί πέρα από την ένταση η οποία από ένα σημείο και μετά δεν σου επιτρέπει να ακούσεις ούτε καν τι σου λέει ο διπλανός σου, το πρόγραμμα πηγαινοέρχεται από το ξένο στο Ελληνικό ρεπερτόριο και από ένα σημείο και μετά καταλήγει στο λαϊκό, σαν να σε προετοιμάζει για να περάσεις απέναντι, ή παραδίπλα, σε ένα από τα διάφορα μπουζουκάδικα με τα οποία συνορεύει. Απόρησα πραγματικά για τα κριτήρια του DJ ο οποίος μας παρατηρούσε όλους από εκεί ψηλά πίσω από την εντυπωσιακή κονσόλα του, γιατί όλο το βράδυ κανείς δεν σηκώθηκε όχι να χορέψει – που λέει ο λόγος- αλλά ούτε να κουνηθεί επί τόπου a la Καιτούλα Γαρμπή, η οποία by the way είχε και την τιμητική της στην playlist.

Και βέβαια, δεν μπορώ να μην αναφερθώ στο main attraction που είναι ο ίδιος ο κύριος Σαράτσης που εμφανώς επηρεασμένος από τον Nusr-Et πηγαινοέρχεται από τραπέζι σε τραπέζι με τα διαφορετικά παπούτσια και την χατζάρα του και τεμαχίζει τα κρέατα με δεξιοτεχνία. Και τα αλατίζει επίσης, απλά με ηλεκτρικό μύλο και -ευτυχώς- όχι με το χέρι. Τον οποίο μύλο τον κρατά ευλαβικά ένας από τους πολλούς μαυροντυμένους και με ενδοσυνεννόηση σερβιτόρους οποίος στέκεται πάντα δυο βήματα πίσω του, σχεδόν προσοχή.

Για το κοινό δεν μπορώ να σας πω πολλά πράγματα μια που νομίζω πως εμείς πέσαμε σε συνεστίαση κάποιου αθλητικού συλλόγου της πόλης, κρίνοντας όχι μόνο από το γεγονός πως πολλοί πελάτες γύρω μας έμοιαζαν να γνωρίζονται μεταξύ τους, και από το ότι κυκλοφορούσαν και αρκετά μικρά παιδάκια, παπούδες, γιαγιάδες και γενικά ένα κάπως παράξενο μείγμα crowd, αλλά και από το ότι δεν έχω δει ποτέ τόσο αθλητικό παπούτσι μαζεμένο – ανδρικό, γυναικείο και παιδικό- μέσα σε μια αίθουσα.  Μπορώ να σας πω όμως για τους ναργιλέδες που πάνε κι έρχονται, και που τους καπνίζουν στα τραπέζια κανονικά όπως άλλωστε και τα ηλεκτρονικά τσιγάρα.

Φύγαμε ελαφρώς ζαλισμένοι από την βαβούρα, αλλά έχοντας σχηματίσει μια αρκετά σαφή πρώτη εντύπωση πιστεύω για αυτό το τόσο φιλόδοξο νέο opening της πόλης. Ο Nusr-Et δεν κινδυνεύει, ούτε το Nammos. Θα μου πείτε δεν έχουμε ούτε τον ένα ούτε το άλλο στην Αθήνα. Ε, στα λόγια μου έρχεστε…. 

Info: Ιερά Οδός 25-27-29, Αθήνα, τηλ 210 3450020

Σχόλια Χρηστών

Συνδεθείτε ή Εγγραφείτε για να συμμετάσχετε στη συζήτηση