O Anthony Bourdain έγραψε κάποτε ότι το καλό φαγητό τις περισσότερες φορές είναι το απλό φαγητό. Αν όμως έπρεπε να στοιχηματίσω, οι Presidents of the United States of America όταν το 1996 αποφάσισαν να κυκλοφορήσουν ένα τραγούδι με το όνομα «Ροδάκινα» εκτός από ότι δεν είχαν ιδέα ποιος είναι ο Anthony Bourdain, είμαι απόλυτα σίγουρος ότι η, σχεδόν παιδική, απλότητα που αντιμετώπισαν στιχουργικά το φρούτο με την χνουδωτή φλούδα, δεν περίμεναν με τίποτα ότι θα είναι αυτή που θα τους οδηγήσει σε υψηλές θέσεις των charts της μουσικής βιομηχανίας.
Σε μια εποχή που η γαστρονομική σκηνή έπαιρνε το απλό και το έκανε περίπλοκο, εκεί που ένα πιάτο με ρύζι μετατρεπόταν σε ανάγλυφο σκανδιναβικό σταυρόλεξο, ένα ταπεινό ψάρι άρχισε να μαγειρεύεται με yuzu, wasabi και αφρό miso και όποιος χρησιμοποιούσε βαλσάμικο ξύδι στη σαλάτα νόμιζε ότι την έκανε gourmet, οι PotUSA πόνταραν στην ωμή και ανεπιτήδευτη garage rock αισθητική αποθεώνοντας στην ουσία την απλότητα της μουσικής, των στίχων και τις απόλυτης βασικής απόλαυσης του να τρως ένα φρούτο κατευθείαν από το δέντρο.
Δεν ξέρω αν τα μέλη του συγκροτήματος από το Seattle είχαν την τύχη να δοκιμάσουν το «αριστοκρατικό» amuse-bouche της εποχής που πρόσταζε το ψητό ροδάκινο να συνδυάζεται με blue cheese και καρύδια αλλά κρίνοντας από στίχους όπως “Movin to the country, I’ m gonna eat a lot of peaches, If I had my little way, I’ d eat peaches every day”, θα τολμούσα να πω πως όχι. Μπορεί οι Rolling Stones, οι Beatles ακόμα και οι Def Leppard μετέπειτα, να χρησιμοποίησαν το φαγητό ως υπονοούμενο στα κομμάτια τους, ωστόσο υπήρξαν φορές που η μουσική καλλιτεχνική δημιουργικότητα όπως αυτή, θέλησε να δει την πρώτη υλη εντελώς κυριολεκτικά και μάλιστα με επιτυχία. Το αποτέλεσμα; Το φρούτο-σύμβολο της αμερικανικής γεωργίας βοήθησε ένα συγκρότημα να αφήσει το μουσικό του αποτύπωμα δίχως να χρησιμοποιηθεί ως όχημα σεξουαλικών αναφορών και ψυχεδελικών αναζητήσεων.
Στην Αμερική, το ροδάκινο φυσικά δεν είναι απλώς ένα φρούτο που τρώγεται φρέσκο. Είναι απόλυτα συνδεδεμένο με τη νοσταλγία της επαρχίας, τα ζεστά καλοκαίρια του Νότου και της σπιτικής κουζίνας. Μέσα σε πίτες, σε cobblers ακόμα και σε σπιτικές σάλτσες έγινε σύμβολο της φιλοξενίας και της αγροτικής κληρονομιάς σε πολλές περιοχές με αποκορύφωμα την πολιτεία της Τζόρτζια (The Peach State). Το «Peaches» μιλώντας για κάποιον που μετακομίζει στην εξοχή για να τρώει ροδάκινα κατάφερε να αποτυπώσει την αίσθηση της αμερικανικής απλότητας την ώρα που τα εστιατόρια στα μεγάλα αστικά κέντρα αναβίωναν το εμβληματικό επιδόρπιο του Escoffier “Peach Melba”, αντικαθιστώντας το παγωτό βανίλιας με αφρό και τη sauce raspberry με τις πρώτες απόπειρες για σφαιροποίηση.
Ίσως οι PotUSA το 1996, χωρίς να το γνωρίζουν έκαναν μέσω της μουσικής τους ένα statement ενάντια στην υπερβολικά εκλεπτυσμένη κουζίνα της εποχής τους. Ίσως, τελικά, το μόνο που χρειαζόμασταν ήταν λίγα ροδάκινα.
Πριν είκοσι χρόνια αυτός θα ήταν και ο επίλογός μου σε ένα τέτοιο κείμενο αλλά για να είμαι ειλικρινής, η δική μου αλήθεια βρίσκεται πλέον κάπου ανάμεσα. Αντιλαμβάνομαι την αξία της πρώτης ύλης στο έπακρο αλλά μπροστά στο πιάτο του τριάστερου Ledbury στο Λονδίνο με ροδάκινα, φρέσκα αμύγδαλα και φουά γκρα μάλλον θα έκλεινα συνειδητά τα μάτια μπροστά σε μερικές φέτες ροδάκινου ακόμα και αν αυτό ήταν το πιο νόστιμο ροδάκινο του κόσμου. Ίσως τελικά ο Bourdain είχε δίκιο. Το καλό φαγητό είναι το απλό φαγητό. Μόνο που κάποιες φορές, το απλό μπορεί να είναι τόσο νόστιμο όσο μια φέτα ροδάκινο ή τόσο σύνθετο όσο ένα τριάστερο πιάτο.
Συνδεθείτε ή Εγγραφείτε για να συμμετάσχετε στη συζήτηση