Το Northampton εξακολουθεί να παραμένει η «πρωτεύουσα» στην κατασκευή υποδημάτων, με περισσότερα από 150 χρόνια παράδοσης. Ιδανικός τόπος για τη βυρσοδεψία λόγω της άφθονης προμήθειας νερού και δέρματος από τις τοπικές αγορές, στα τέλη του 19ου αιώνα διέθετε πλέον των 2.000 κατασκευαστών που διατηρούσαν εκεί τα εργαστήρια και τις βιοτεχνίες τους. Αν και στις μέρες μας υπάρχουν πολύ λιγότεροι κατασκευαστές συγκεντρωμένοι στην περιοχή, η ζήτηση για υποδήματα αγγλικής κατασκευής παραμένει υψηλή και μάλιστα με αυξημένες πωλήσεις.
Στο Northampton ξεκίνησε την ιστορική της πορεία και η Crockett & Jones, η οποία ιδρύθηκε το
1879 από δύο κουνιάδους, James Crockett και Charles Jones, με κεφάλαιο μόλις
£100 ο καθένας. Το πρώτο μικρό τους εργοστάσιο, στέγαζε είκοσι υπαλλήλους και
οι δύο νέοι επιχειρηματίες, κατάφεραν να πάρουν επιχορήγηση από το Thomas White Trust, που ενθάρρυνε με τη σύμπραξη του, νέους «καλού χαρακτήρα» με
επιχειρηματικό πνεύμα και επαγγελματικό όραμα. Η Crockett & Jones που σήμερα διευθύνεται από την Πέμπτη γενιά Jones, παραμένει στην
πραγματικότητα μια οικογενειακή επιχείρηση.
Η μεγάλη επιτυχία και οι υψηλές πωλήσεις, οδήγησαν τους ιδρυτές να μετακομίσουν το 1890 σε μεγαλύτερες εγκαταστάσεις, όπου λειτουργεί μέχρι σήμερα το εργοστάσιο, ενώ παράλληλα η δεύτερη γενιά των δύο επιχειρηματιών είχε ήδη ενταχθεί στην εταιρεία. Στη συνεχόμενη όμως αύξηση των πωλήσεων, προστέθηκε λίγα χρόνια αργότερα μια επέκταση στο πενταόροφο κτήριο, με τη δημιουργία τεράστιων παραθύρων ώστε οι τεχνίτες να επωφεληθούν από το φυσικό φως. Μάλιστα, η Crockett & Jones υπήρξε ο πρώτος κατασκευαστής υποδημάτων στο Ηνωμένο Βασίλειο που εγκατέστησε τη νέα, εκείνη την εποχή, μηχανή ραφής Goodyear Welting Stitching Machine, η οποία παρείχε ανώτερη κατασκευή των υποδημάτων τους και επιτάχυνε τη διαδικασία κατασκευής, βοηθώντας τους να ανταποκριθούν στην αυξανόμενη ζήτηση.
Η αναπτυξιακή πορεία του οίκου δεν σταμάτησε
ούτε κατά τη διάρκεια του Πρώτου και του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου, μια και
το εργοστάσιο κατάφερε να παράξει πάνω από 3 εκατομμύρια παπούτσια και μπότες
για τους αξιωματικούς και σε αυτό βοήθησε η μεγάλη επέκταση του εργοστασίου που
είχε προηγηθεί. Φτάνοντας στη δεκαετία του 1970 και παρότι οι εξαγωγές και η
ζήτηση στο εσωτερικό της χώρας ήταν αρκετά ψηλά, η αγορά πλημμύρισε με
υποδήματα μαζικής παραγωγής, πολύ φθηνότερα και βέβαια με κακή τις περισσότερες
φορές κατασκευή. Ήταν η εποχή που η Crockett & Jones, επανεστίασε στο εμπορικό της σήμα, δημιουργώντας μόνο την υψηλότερης
ποιότητας υποδήματα Goodyear-Welted, τοποθετώντας τα ποιοτικά πάνω από
ανταγωνιστές της μαζικής παραγωγής καθώς και τους αγγλικούς οίκους που είχαν
επιλέξει να αναθέσουν σε εργοστάσια του εξωτερικού, μέρος της παραγωγής τους.
Μέχρι και σήμερα, η Crockett & Jones παραμένει σταθερά αποφασισμένη να παράγει το 100% των υποδημάτων της στο δικό της εργοστάσιο στο Northampton, διατηρώντας τον απόλυτο έλεγχο στην ανάπτυξη και την ποιότητα των προϊόντων. Το εξαγωγικό τους επίτευγμα, επιβραβεύτηκε πριν από δύο δεκαετίες από τη Βασίλισσα, ενώ από το 2006, στην εταιρεία εντάχθηκαν τα πρώτα μέλη της πέμπτης γενιάς των Jones. To 2012, ο οίκος έγινε επίσημος χορηγός των ταινιών James Bond, μια κίνηση που τους εδραίωσε ακόμα πιο βαθιά στην καρδιά της βρετανικής κουλτούρας. Ενώ το 2013 απόκτησαν βασιλικό ένταλμα, ως επίσημοι προμηθευτές της βασιλικής οικογένειας.
Πριν από πέντε χρόνια, η Crockett & Jones γιόρτασε τα 140α γενέθλια από την ίδρυση της, ανανεώνοντας τη δέσμευση της εταιρείας για ποιότητα και ανθεκτικότητα, σε συνδυασμό με τις χειροποίητες διαδικασίες. Συνεχίζει να παράγει εξολοκλήρου τις τουλάχιστον τρεις συλλογές της ετησίως και κλείνει ειρωνικά το μάτι στα περισσότερα «British Made» υποδήματα που κυκλοφορούν στην αγορά ενώ κατασκευάζονται στην Ιταλία, την Πορτογαλία και σε κάποιες περιπτώσεις σε κάποιο Goodyear-welting εργοστάσιο της Ινδίας.
Συνδεθείτε ή Εγγραφείτε για να συμμετάσχετε στη συζήτηση