Όταν ένας άγνωστος στην άλλη άκρη του τηλεφώνου σε καλεί σπίτι του είναι περίεργο. Όταν σου λέει ότι το κάνει επειδή σε παρακολουθεί πολλά χρόνια μέσα από τα γραφόμενα σου και εκτιμά την δουλειά σου είναι τιμητικό. Και όταν φτάνει να σου συστηθεί καταλαβαίνεις ότι αυτή η οινική εμπειρία θα είναι γεγονός μοναδικό!
Βέβαια στην πράξη δεν ήταν μια οινική εμπειρία αυτή που έλαβε χώρα λίγο πριν μας αφήσει το 2022. Ήταν ένα όργιο αισθήσεων, ένα αρχαιοελληνικό συμπόσιο 10 ωρών που αντί για νερωμένους οίνους σερβιρισμένους σε κύλικες εδώ είχαμε κάποια από τα πλέον μυθικά κρασιά της Γαλλίας –και κατ’ επέκταση του κόσμου- σερβιρισμένα άκρατα σε αστραφτερή haut verrerie!
Το γεγονός ότι καμία αναφορά δεν θα ακολουθήσει για την υπέροχη φιλοξενία, την περιποίηση και το επίπεδο του φαγητού που απολαύσαμε οφείλεται στο γεγονός και μόνο ότι η στήλη καταπιάνεται αποκλειστικά με οινικά θέματα. Και αυτά τα οποία άνοιξαν ήταν τόσο συγκονιστικά ώστε η εισαγωγή φοβάμαι ότι ήδη έχει πιάσει υπερβολικά μεγάλο χώρο.
Τουλάχιστον επέτρεψε ένα μικρό “ζέσταμα”, αναγκαιότητα που ο εκπληκτικός κατά τα άλλα οικοδεσπότης μάλλον δεν έδειξε να συμμερίζεται. Έτσι περάσαμε κατευθείαν στο ψητό Chateau Chalon 1995 του Jean Macle, ένα κρασί πιο “στέρεο” και γευστικά πλούσιο ακόμα και από ένα Kobe beef! Το αριστούργημα της ελεγχόμενης οξείδωσης εξέφρασε την οινική τελειότητα –αν βέβαια το στυλ είναι του γούστου σας- με τρομακτικές εντάσεις μελιού ξηρών καρπών και ζαχαρωμένων φρούτων αλλά και μια ατελείωτη υφάλμυρη επίγευση.
Σαν ξηρό Sauternes έμοιαζε αρχικά το Trimbach, Clos St Hune 2000. Δύο “σβούρες” στο ποτήρι όμως ήταν αρκετές προκειμένου ο βασιλιάς του Αλσατικού Riesling να μας αποκαλύψει το πετρόλ μεγαλείο του, το ελαφρύ σώμα του αλλά και την ακούραστη φρεσκάδα του που θα το οδηγήσει τυολάχιστον στην επόμενη δεκαετία!
“Atypique” το χαρακτήρισε ο boss πριν το σερβίρει τυφλά· και δίχως αμφιβολία το Sancerre Cuvee Paul 2010 δεν είναι το Sauvignon Blanc της διπλανής πόρτας. Ούτε της παρα-διπλανής, μιας και ο καρπός από τον αμπελώνα των μόλις 3εκταρίων μετατρέπεται στα χέρια του Francois Cotat σε μια off dry δημιουργία με δυναμικό 30ετίας και στυλ που θυμίζει φρέσκο Riesling Spatlese του Egon Muller.
To “ωραίο” εύκολα μου φέρνει δάκρυα στα μάτια, όμως στην συγκεκριμένη περίσταση κατάφερα να παραμείνω κόσμιος ως καλεσμένος και σοβαροφανής ως γευσιγνώστης. Αν πάντως ήθελα κάπου να κλάψω ήταν όταν δίπλα-δίπλα βρέθηκαν η Roederer Cristal 1996 και το Bienvenue-Batard- Montrachet Grand Cru 1999 της Leflaive. H πρώτη, εκρηκτική στα αρώματα ζυμών και ζαχαρωμένου λεμονιού, απερίγραπτα φίνα και παντοδύναμα ντελικάτη αποδεικνύει –και θα αποδεικνύει για τουλάχιστον 10 χρόνια ακόμα!- γιατί η Cristal δίκαια θεωρείται ως μια από τις πλέον αξεπέραστες Σαμπάνιες του κόσμου. Το δεύτερο ίσως είναι το ύψιστο βαρελάτο κρασί που έχω πιεί στην ζωή μου, μια λευκή Βουργουνδία απερίγραπτου πλούτου και δύναμης που δικαιολογεί πέρα για πέρα την “βαθειά” τετραψήφια τιμή της και σου υπενθυμίζει πόσο φτωχότερο έχει γίνει το κρασί μετά τον πρόωρο χαμό της Anne Claude…
Η ερυθρή τρυφεράδα προφανώς και εκπροσωπήθηκε επάξια, κατ’ αρχήν από το Musigny Grand Cru 2011, Domaine de la Vougeraie . Το οινοποιείο ιδρύθηκε μόλις το 1999 και το κρασί ήταν ιδιαίτερα νεαρό, όμως και μόνη η παρουσία του στο κελάρι του οικοδεσπότη κατέστησε σαφή την στόφα του. Και όντως, ο καρπός των μόλις 8 σειρών κλιμάτων στο πιο ντελικάτο Grand Cru αμπελοτόπι της Cote de Nuits ντύνει το πυκνό φρούτο με φασκόμηλο και μπαχάρια, φοβερή οξύτητα και ιδιαίτερο μάκρος, αρετές που θα του επιτρέψουν μεγαλεία για άλλα 20-25 χρόνια. Όμως παρόλο που κάθε Pinot Noir αυτού του επιπέδου αριστεύει στον τομέα “τρυφεράδα”, το μοναδικό Chateau Rayas, Chateauneuf du Pape 1998 μου απέδειξε και πάλι ότι είναι ανυπέρβλητο ως προς αυτή την αρετή. Σχεδόν ροζέ στο χρώμα και αποξηραμένο στην μύτη διαθέτει μια μαγική βελούδινη πιπεράδα την οποία δεν ξεχνώ ποτέ. Ακόμα και αν η τελευταία φορά που το είχα πιεί- η οποία ήταν και η πρώτη!- μετράει 15 χρόνια!
Τα πράγματα έγιναν πολύ πιο …αντρικά όταν στο ποτήρι σερβιρίστηκε το Cote Rotie La Mouline 1985, μια υπερτροφοδότηση γλυκού φρούτου, αριστοκρατικής χορταρίλας, φοβερής οξύτητας και τέλειων τανινών. Εντάξει, η τριμελής οικογένεια του Guigal από την “ψητή πλαγιά”- μέλος της οποίας είναι και η εν λόγω ετικέτα- μπορεί να είναι η πλέον ξακουστή και ποθητή ολόκληρου του Ροδανού, ωστόσο ποτέ δεν μπορείς να είσαι προετοιμασμένος για τέτοια φρεσκάδα και πλούτο από ένα κρασί 37ετών! Αντίθετα στο απόλυτο peak του βρέθηκε το Chateau Haut Brion 1989, το μεγαλύτερο κρασί του Pessac Leognan. Μαλακό, ώριμο και καραμελένιο, ρεφάρησε το σχετικά αδύναμο –για ύψιστο Bordeaux – σώμα του με εντυπωσιακό μάκρος και γλυκόπιοτη ντελικατέτσα.
“Μιας και είμαστε στην περιοχή δεν πίνουμε και ένα κρασί από το κοντινό Sauternes;” ήταν η ερώτηση. “Ευχαρίστως, αρκεί να είναι ένα Chateau d’ Yquem 1967!” ήταν η απάντηση. Και αυτό ακριβώς το γεμάτο κυδώνι και mi cuit βερίκοκο βελούδινο υφαντό βρέθηκε στα ποτήρια μας, για να μου υπενθυμίσει ότι ένα χρόνο πριν η σοφή φύση κάνει το θαύμα της φέρνοντας με στην ζωή είχε φροντίσει να κάνει το θαύμα της φέρνοντας τέλειες ποσότητες ευγενούς σήψεως στον πιο μυθικό αμπελώνα γλυκών κρασιών του κόσμου!
Ο ήλιος είχε δύσει πριν από αρκετές ώρες και η στιγμή για ένα λικεράκι λίγο πριν από τους αποχαιρετισμούς είχε έρθει. Μετά από όλα τα παραπάνω δεν φαντάζεστε ότι ήπιαμε Eoliki η ακόμα και ένα “καλό” Grand Marnier, έτσι δεν είναι; Η ατομική βόμβα των 120 βοτάνων και των 55 αλκοολικών βαθμών που ακούει στο όνομα Garnier, Chartreuse Verte Tarragone 1964 μπορεί να σε ξεκάνει ακόμα και σε δόση των 2ml· σε κάθε περίπτωση πάντως θα το πράξουν οι τιμές που θα αποκαλυφθούν μετά από μια σύντομη περιήγηση στους οίκους δημοπρασιών όπως ο Christie’s! Πάντως οι Καρθουσιανοί μοναχοί εξακολουθούν (περιέργως) να το αποκαλούν “ελιξίριο της ζωής”…
Ναι, το καλό κρασί θέλει καλή παρέα. Ναι, το καλό κρασί πρέπει να μοιράζεται. Όμως μόνο ανείπωτη ευγνωμοσύνη και ύψιστη τιμή μπορεί να νοιώσει κανείς όταν τυχαίνει να είναι ένας από τους “εκλεκτούς” μιας τέτοιας μοιρασιάς!
Συνδεθείτε ή Εγγραφείτε για να συμμετάσχετε στη συζήτηση