Ναι, το φετινό καλοκαίρι είναι αλλιώτικο από όλα τα προηγούμενα. Σαν να συνωμοτεί το σύμπαν για να μας υπενθυμίσει πως η ουσία των διακοπών δεν βρίσκεται στα μοδάτα, τα ντηζαϊνάτα και τα κοσμικά, αλλά μας περιμένει κλείνοντας μας το μάτι παιχνιδιάρικα σε εκείνα τα μέρη που χωρίς φωνές και εξάρσεις, κατορθώνουν να κάνουν τον χρόνο φίλο τους, και παραμένουν οάσεις ηρεμίας, φιλοξενίας και πολιτισμού.
Λίγο πριν φύγουμε για την Λέρο, την απόλυτη αποκάλυψη των φετινών μας ταξιδιών, μας δόθηκε η ευκαιρία να περάσουμε ένα τριήμερο στο Grand Resort Lagonissi. Ένα ξενοδοχείο που για κάποιον λόγο το είχαμε βγάλει από το μυαλό και την ατζέντα μας, πολύ κακώς όπως αποδείχθηκε, μια που φεύγοντας ανυπομονούσαμε ήδη να ξαναβρούμε τον χρόνο να επιστρέψουμε, με την πρώτη δυνατή ευκαιρία.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Με το που περνάς την πύλη και μπαίνεις μέσα στους καταπράσινους κήπους του resort, μια αληθινή ζούγκλα μερικά μόλις χιλιόμετρα από την καρδιά της πόλης, συνειδητοποιείς/ξαναθυμάσαι, πως πρόκειται για ένα κομμάτι κόσμημα της Αθηναϊκής Ριβιέρας, ένα σύμπλεγμα από δωμάτια, bungalows και βίλλες που περιβάλλονται από δαντελένιες μικρές παραλίες και καταγάλανα νερά, ένας παράδεισος ηρεμίας και παλιακής πολυτέλειας, με την καλύτερη των εννοιών.
Σκέφτομαι συχνά τον τελευταίο καιρό πόσο παρεξηγημένη έννοια είναι η παλαιότητα στην Ελλάδα, όπου όλα αλλάζουν για να εκμοντερνιστούν και όχι πάντα προς το καλύτερο, που ιστορικά μαγαζιά δίνουν την θέση τους σε κακές ρέπλικες τους, που μέσα σε μια δεκαετία εκατοντάδες κτήρια στολίδια δόθηκαν αντιπαροχή για να γίνουν οι φρικτές πολυκατοικίες του 60.
Σε όλες τις μεγαλουπόλεις του κόσμου, τα μέρη που έχουν ιστορία, και παρελθόν, τα διατηρούν, τα τιμούν και τα απολαμβάνουν από γενιά σε γενιά. Εμείς σε αυτό το επίπεδο παραμένουμε δυστυχώς ψωροκώσταινα. Μας τρώει η μεγαλομανία μας και ο μικροαστισμός μας. Και αυτό, είναι ίσως το πρώτο από όσα θα πρέπει να διορθώσουμε, για να φέρουμε στην χώρα τον υψηλού επιπέδου τουρισμό που της αξίζει.
Πίσω στο Grand Resort Lagonissi, η αίσθηση του επισκέπτη είναι ακριβώς αυτή. Πως επιστρέφεις σε ένα μέρος οικείο, όπου η πατίνα του χρόνου χρωματίζει τα πάντα γύρω σου με αυτή την χρυσαφένια απόχρωση της νοσταλγίας που καλύπτει τις όποιες – αναπόφευκτες- φθορές.
Τις μέρες της διαμονής μας φιλοξενηθήκαμε σε μια πανέμορφη βίλα πάνω στην θάλασσα στην οποία θα μπορούσαμε πραγματικά να μείνουμε και έναν μήνα. Άνετοι χώροι, τεράστιο κρεβάτι, καθιστικό, τραπεζαρία, μέχρι και μίνι γυμναστήριο στο μπάνιο είχαμε! ‘Ομως το highlight ήταν ο εξωτερικός χώρος με την μεγάλη πισίνα, τις διάφορες σκιερές γωνιές, το σαλονάκι για διάβασμα, τις λευκές ομπρέλες, και τις κλασσικές αλουμινένιες ξαπλώστρες με τα στρωματάκια που είναι οι πιο άνετες από οποιαδήποτε ξύλινη, και που μετακινούνται εύκολα από όποιον – σαν εμένα- θέλει να ακολουθεί την φορά του ήλιου για το τέλειο μαύρισμα. Εκεί περάσαμε τις περισσότερες ώρες της πρώτης μας μέρας, μπαίνοντας σε χρόνο DT στο απόλυτο mood διακοπών.
Την επόμενη μέρα, μετά από ένα ωραίο πρωινό στον μπουφέ του main building, πήγαμε για μπάνιο στην μικρή παραλία δίπλα στο Mediteranneo και απολαύσαμε συνθήκες Μυκόνου, αλλά με το ένα χιλιοστό της φασαρίας της. Χρυσαφένια άμμος, καταγάλανα δροσερά νερά, σέρβις, και ησυχία που την διέκοπτε μόνο ο ήχος των κανό που περνούσαν που και που. Όταν χορτάσαμε ήλιο και βουτιές πήγαμε στο εστιατόριο για να φάμε φρέσκο ψαράκι, καλαμαράκια τηγανητά και σαλάτες συνοδευμένα με παγωμένο λευκό κρασί, ακριβώς ότι χρειάζεσαι για να νοιώσεις πως είσαι σε ένα κυκλαδονήσι και όχι στην πολύβουη πόλη.
Για τα εστιατόρια του Resort θα γράψουν οι πιο ειδικοί από μένα, αν και εγώ θα σας πω ότι τα Kohylia με την ειδυλλιακή τους βεράντα πάνω στο νερό είναι ένα μέρος που θα μπορούσε κανείς να πάει μόνο και μόνο για να ρομαντζάρει, ενώ το Captain’s house με την επίσης πανέμορφη θέα μας εξέπληξε ευχάριστα. Γαστρονομικώς, θα κάνω extra mention στο club sandwich που παραγγείλαμε το πρώτο μεσημέρι στο δωμάτιο και που είναι το καλύτερο ίσως που έχω φάει στην Ελλάδα. Ένας πολυταξιδεμένος φίλος λέει πως αν θέλεις να καταλάβεις αν το F&B ενός ξενοδοχείου είναι καλό, αρκεί μόλις φτάσεις να παραγγείλεις ένα club sandwich και ένα Bloody Mary. Για το cocktail δεν ξέρω να σας πω, αλλά το club του Grand Resort Lagonissi κυριολεκτικά τα σπάει!
Κατά τα άλλα, αν έχετε χρόνο και διάθεση υπάρχουν στα premises Spa και γυμναστήριο, κοινόχρηστη πισίνα, γήπεδα τένις, θαλάσσια σπόρ, κομμωτήριο, θερινό σινεμά, kiosk για τσιγάρα και εφημερίδες, η boutique Hydora με ρούχα και αξεσουάρ εξαιρετικών Ελληνικών brands όπως Antonia Karra, Ancient Greek Sandals, Callista, Zeus + Dion, η πολύ ενδιαφέρουσα έκθεση A jewel made in Greece με δημιουργίες Ελλήνων σχεδιαστών curated από την Μαίρη Σαμόλη, όπως και Danelian Diamonds Club Boutique.
Επίσης υπάρχει ελικοδρόμιο και συνεδριακό κέντρο, όπως και δεκάδες ηλεκτρικά club cars για να σας μεταφέρουν από το ένα σημείο του Resort στο άλλο.
Και βέβαια, πέρα και πίσω από όλα αυτά, είναι το service. Από την ρεσεψιόν μέχρι όλα τα εστιατόρια, τις παραλίες, το spa, ή όπου αλλού βρεθείς, θα συναντήσεις αυτό το ανακουφιστικό μείγμα ευγένειας και οικειότητας στις τέλειες αναλογίες, που σε κάνει να νοιώσεις πραγματικά σαν το σπίτι σου.
Και όλα αυτά συμβαίνουν - να το ξαναγράψω για να το εμπεδώσω κι εγώ- όχι σε ένα νησί, ούτε σε έναν προορισμό που για να φτάσεις πρέπει να οδηγήσεις για ώρες, αλλά μερικά χιλιόμετρα μακριά απο το κέντρο της Αθήνας. Το σκέφτεσαι, κλείνεις δωμάτιο, μπάνεις στο αυτοκίνητο σου, και είσαι εκεί!! Εσύ μέσα στον παράδεισο, και η καθημερινότητα κλεισμένη ερμητικά απ΄ έξω.
Γι` αυτό ακριβώς, την ώρα που περνούσαμε για δεύτερη φορά μέσα σε τρεις μέρες την πύλη, για να φύγουμε αυτή την φορά, τσέκαρα την ατζέντα του κινητού μου για να δω πότε θα μπορούσαμε να επιστρέψουμε, ίσως και για μερικές μέρες παραπάνω αυτή την φορά.
Φύγαμε χαρούμενοι, χορτασμένοι από ηρεμία, από ήλιο και από θάλασσα και ξεκούραστοι σαν να είχαμε κάνει διακοπές για ένα δεκαπενθήμερο και όχι για μόλις τρεις μέρες. Τρεις μέρες στην διάρκεια των οποίων δεν άνοιξα καν το μέηλ μου, δεν διάβασα παρά ελάχιστες σελίδες από το βιβλίο μου, σχεδόν δεν ασχολήθηκα ούτε με τα social media μου. Απλά αφέθηκα, απόλαυσα την υπέροχη ενέργεια του μέρους και βούτηξα στην ουσία αυτού που λένε dolce far niente. Που από μόνο του, αποτελεί αξία ανεκτίμητη.
Συνδεθείτε ή Εγγραφείτε για να συμμετάσχετε στη συζήτηση