Στην Λέρο βρεθήκαμε για πρώτη φορά πέρσι το καλοκαίρι για μερικές μόλις ώρες, με αφορμή το εστιατόριο Μύλος. Για χάρη του οποίου μπήκαμε σε φουσκωτό μετά από χρόνια, από την Κω. Αποβιβαστήκαμε στο λιμάνι της Αγίας Μαρίνας, καθίσαμε για ένα καφέ στο Via Mare, και από εκεί ξεκίνησαν όλα.
Χαζεύοντας τον Μύλο στο βάθος, το σκηνικό μου θύμησε τον Γιαλό της Μυκόνου έτσι όπως τον έβλεπα παιδάκι, καθισμένη στην παραλία έξω από το Λητώ. Και η ενέργεια του νησιού είχε κι αυτή κάτι το τρομερά οικείο, σαν να επέστρεφα στο σπίτι μου μετά από πολύ, πολύ καιρό.
Εκείνη την μέρα, μερικές ώρες μετά, σε ένα διάλειμμα από το εξαιρετικό πραγματικά φαγητό μας στον Μύλο, κολυμπήσαμε με τον Πάνο στα καταγάλανα νερά στο πλάι του εστιατορίου, στην μικρή παραλία με το χαλίκι και τα σκιερά αλμυρίκια.
Μέσα από την θάλασσα, είδαμε ένα σπιτάκι πάνω στο νερό, με πράσινα παράθυρα, που ανακαινιζόταν. Και σκέφτηκα πόσο ωραία θα ήταν να μπορούσαμε να βρούμε κάτι σχετικό για να περάσουμε μια βδομάδα το επόμενο καλοκαίρι, σ΄αυτό το νησί που τόσο πολύ με είχε συνεπάρει.
Το κάρμα που λέγαμε τα έφερε έτσι που το συγκεκριμένο σπιτάκι ανήκε στον Μάριο Κουτσουνάρη, σεφ και συνιδιοκτήτη του Μύλου μαζί με τον αδερφό του Γιώργο, και το ανακαίνιζε για να μπορεί να φιλοξενεί τους φίλους του.
Fast forward, φέτος το καλοκαίρι η εβδομάδα στην Λέρο έγινε δεκαήμερο, και αυτό στο σπιτάκι με τα πράσινα παράθυρα πάνω στο νερό φιλοξένησε τις ωραιότερες διακοπές μας των τελευταίων πολλών χρόνων.
Και η Λέρος απέκτησε αυτό το υποκοριστικό, και την αντωνυμία που κάνουν όλη την διαφορά -όπως έγραφε κάποτε στο blog του ένας άνθρωπος που αγαπώ πολύ- και έγινε «νησάκι μου» τόσο γρήγορα αλλά και τόσο ουσιαστικά, που όχι μόνο μπορώ να γράψω αυτό το κομμάτι με τα όσα την χαρακτηρίζουν στα μάτια και την καρδιά μου, αλλά θα επιστρέφω κάθε χρόνο ξανά και ξανά, μέχρι να έρθει η ώρα που θα ενσωματωθώ εντελώς, και θα μπορώ να περνάω εκεί μήνες ολόκληρους μια που για αυτό το ευλογημένο νησί προτίθεμαι να ανταλλάξω την συνταξιοδότηση που ονειρευόμουν πάντα στην Γαλλική ή την Αγγλική εξοχή.
Πριν ξεκινήσω να σας απαριθμώ τα όσα αγάπησα στο νησί, και τα όσα θα ονειρεύομαι τον χειμώνα μέχρι να ξανάρθει η μέρα που θα ανοίξω το πράσινο παράθυρο και θα αγναντέψω αυτή την θέα που γεμίζει την ψυχή μου, θα σας πω ότι η Λέρος δεν είναι για όλους. Σίγουρα δεν είναι για εκείνους που αναζητούν την νέα Μύκονο, και που θα τσιμπήσουν με το αδιαμφισβήτητο trend της που έχει ξεκινήσει ήδη.
Στην Λέρο δεν ταιριάζουν τα logos, οι δυνατές μουσικές, τα πάρτι με σαμπάνιες, τα πλαστικά κάθε είδους, και το «ξέρεις ποιος είμαι εγώ». Το νησί διαθέτει κάτι που βρίσκει κανείς σπάνια πια, και που για μένα προσωπικά, αποτελεί την απόλυτη πολυτέλεια. Την απλότητα.
Ακόμα και το αεροδρόμιο της, που είναι και το μεγάλο της πλεονέκτημα για εκείνους που μένουν στο νησί μόνιμα, είναι primitive με αυτόν τον τρόπο που θυμίζει παλιά ταινία. Το νησί ολόκληρο άλλωστε είναι ένα σκηνικό.
Με τα υπέροχα νεοκλασικά στα χρώματα της ώχρας που ανακατεύονται αρμονικά με τα ολόλευκα σπιτάκια με τα πράσινα και γαλάζια παράθυρα, με την Ιταλική επιρροή των κτισμάτων στο Λακκί, με τις ασημένιες παραλίες που τις σκιάζουν αλμυρίκια, με τα τυρκουάζ νερά, με τους ντόπιους να σε καλοσωρίζουν/καλημερίζουν με την καρδιά τους, και βέβαια, με το Ψυχιατρείο να ρίχνει την δική του βαριά αλλά ταυτόχρονα ανθρώπινη σκιά σ΄αυτόν τον τόπο που έχει εμποτιστεί με πολύ πόνο, έχει καταφέρει όμως να αντισταθεί, και αυτόν τον πόνο να τον μετουσιώσει σε μια ενέργεια πεντακάθαρη και δυνατή, που την αισθάνεσαι μέχρι τα βάθη της ψυχής σου.
Απλά λοιπόν, όπως ακριβώς της αρμόζει, θα προσπαθήσω να σας ξεναγήσω κι εγώ στην Λέρο «μου». Όπως γράφαμε παλιά στα λευκώματα των παιδικών μας χρόνων, «Λέρος εστί»…
· Ο Μύλος πρώτα από όλα, μια που πέρα από την δική μας αφορμή για να επισκεφθούμε το νησί είναι η μηχανή που σέρνει την τουριστική ανάπτυξη του. Το όνειρο του Μάριου και του Γιώργου Κουτσουνάρη, το καλύτερο εστιατόριο για ψάρι στην χώρα με τρία αστέρια FNL και με την πρώτη θέση στην The List, ο λόγος για τον οποίο φτάνουν στην προβλήτα του φουσκωτά και σκάφη από όλον τον κόσμο, η επιτομή της απλότητας που λέγαμε, με τα καλύτερα υλικά μαγειρεμένα με απόλυτο σεβασμό, με απίθανα κρασιά, με υπέροχες μουσικές, με άψογο αλλά ταυτόχρονα φιλικό σέρβις, και κυρίως με την ψυχή των ιδιοκτητών του, και την ποιότητα τους που καθρεφτίζεται σε κάθε μικρή, απόλυτα προσεγμένη λεπτομέρεια. Για το φαγητό θα γράψουν οι ειδήμονες πολύ σύντομα. Για μένα, η ουσία του Μύλου θα είναι πάντα αυτή η φωτογραφία. Μια χωριάτικη σαλάτα με πέντε διαφορετικά είδη ντομάτας από το μποστάνι, με θέα αυτό το παράθυρο του ονείρου.
· Το σπιτάκι με τα πράσινα παράθυρα πάνω στο νερό. Να ξυπνάς το πρωί με αυτή την θέα, να αράζεις για ώρες ατελείωτες στην σκιερή βεράντα, να σηκώνεσαι μετά το απογευματινό σου nap και να βουτάς κατευθείαν στην θάλασσα πέντε μετρημένα βήματα από τη πόρτα σου, να το χαζεύεις φωτισμένο τα βράδια, να λάμπει σαν στολίδι.
· Τα πρωινά στο Via Mare του Βασίλη. 350 βήματα από το σπίτι μας πήγαινε και άλλα τόσα έλα, πάνω στο λιμάνι της Αγίας Μαρίνας, με τα διάσημα τοστ, και με την νοστιμότερη σπανακόπιτα σε πακέτο για lunch το μεσημέρι, στην παραλία.
· Το ωραιότερο δαχτυλίδι του καλοκαιριού, φτιαγμένο όλο από κοχύλι ζωγραφισμένο στο χέρι, αγορασμένο μόλις 15 ευρώ από την κυρία που στήνει το εμπόρευμα της κάθε μέρα δίπλα στο Via Mare.
· Βόλτα με το φουσκωτό του κύριου Θωμά (Thomas Vision Yachting) στα γύρω νησιά. Βουτιές στα καταγάλανα νερά του Μαραθιού και στα Τηγανάκια, απαραίτητη στάση στους Αρκιούς για φαγητό στον Τρύπα, Λειψοι, Μακρονήσι και επιστροφή στη Λέρο την ώρα που πέφτει ο ήλιος και βάφει την θάλασσα πορτοκαλί.
· Η Αγία Κιουρά. Επίσκεψη στη εκκλησία με τις μοναδικές εικόνες που έχουν ζωγραφιστεί από πολιτικούς εξόριστους της δεκαετίας 1967-1974, με μοντέλα συγκρατούμενους τους και τις υπογραφές όλες αριστερά. Και μετά, μπάνιο στην μικρή παραλία λίγο πιο ‘κει με την πετσέτα στρωμένη κάτω από ένα σκιερό αλμυρίκι.
· Η Σέρζα, στην Μερικιά. Ένα ολοκαίνουριο εστιατόριο πάνω στην θάλασσα με εξαιρετικά καλό φαγητό και ενδιαφέρουσα λίστα κρασιών. Πεντανόστιμες ωμές σαρδέλες με σάλτσα λεμόνι, κρεμμυδόπιτα γλύκισμα, και τα πιο νόστιμα σουτζουκάκια με φρέσκια ντομάτα και τραγανές πατάτες τηγανητές.
· Η shopping bag Leros & Eros και το ομώνυμο Instagram account.
· Το ηλιοβασίλεμα έτσι όπως το είδαμε καθισμένοι στο Skipper’s στην Μαρίνα στο Λακκί.
· Ο κύριος Ζάχος με το ταξί του που είναι πάντα ένα τηλεφώνημα μακριά, ακόμα κι αν τον χρειαστείς γιατί βαριέσαι να διανύσεις αυτά τα 350 μέτρα από το πρωινό μέχρι το σπίτι.
· Το Παραδοσιακό στην Αγία Μαρίνα, για αλμυρές και γλυκιές τοπικές λιχουδιές. Να δοκιμάσετε οπωσδήποτε την Λέρικη τυρόπιτα που είναι σαν τάρτα.
· Η έκθεση All things become Islands before my senses, στην γκαλερί Perasma στην Αγία Μαρίνα. Από την Κωνσταντινούπολη στην Λέρο. (οι φωτογραφίες είναι δανεισμένες από την Φαίη Μπέη)
· Το βιβλίο «Λέρος, η γραμματική του εγκλεισμού» από τις εκδόσεις Νεφέλη. «Με έρευνα σε κρατικά και ιδιωτικά αρχεία, σε επίσημες και ανεπίσημες ιστορίες, συνεντεύξεις και μαρτυρίες, περιδιαβαίνοντας έναν αιώνα κακοποίησης του νησιού από διάφορες εξουσίες το βιβλίο ιχνηλατεί και δίνει ανάγλυφα την ιστορία ως προσωπική και συλλογική εμπειρία, και μας λέει ότι υπάρχει μια άλλη Λέρος, έξω και πέρα από την επιβολή, καταστολή και εκμετάλλευση του κράτους, μια Λέρος που είναι το ωραιότατο νησί της Δωδεκανήσου, με τις κρυστάλλινες θάλασσες και τους κατοίκους που αρνούνται να ορισθούν αποκλειστικά μέσα από την ιστορία που τους έχει επιβληθεί και στέκονται όρθια και εμπρόθετα υποκείμενα στην ιστορία που φτιάχνουν.»
· Στρείδια και ηλιοβασίλεμα στον Σώτο, στον Δρυμώνα. Ο ιδιοκτήτης έχει δικό του καΐκι και ψαρεύει ο ίδιος ότι προσφέρει στον κατάλογο του.
· Η παραλία Άλιντα για μπάνιο αν θέλετε ομπρέλα και ξαπλώστρα.
· Οι φίλοι μας. Παλιοί και καινούριοι, είναι και θα είναι πάντα ο συνδετικός ιστός όλων των υπέροχων στιγμών που μοιραζόμαστε, και που γίνονται αναμνήσεις που θα φωτίζουν τις καρδιές μας κάθε φορά που θα τις αναπολούμε. Το ραντεβού μας, έχει ήδη δοθεί για του χρόνου.
Συνδεθείτε ή Εγγραφείτε για να συμμετάσχετε στη συζήτηση