Οφείλω να ομολογήσω πως είχα καιρό, μπορεί και δεκαετία, να ακούσω μια ενδιαφέρουσα πρόταση για κοκτέιλ με vodka. Το μυαλό είχε στοιχειώσει η βότκα με πορτοκάλι των μεταεφηβικών μου χρόνων και οι σκηνές ταινιών περιπέτειας όπου μοχθηροί κακοποιοί στην παγωμένη Μόσχα σχεδίαζαν την αποστολή τους κατεβάζοντας ένα ποτηράκι από το «ρώσικο νερό». Μεγαλώνοντας λίγο, τη συναντούσα συχνά μπροστά μου αλλά την έβρισκα αδιάφορη ακόμη και σε ένα καλοφτιαγμένο vesper.
Ήρθε εκείνη η στιγμή που σοβαρός και ψαγμένος bartender, που εκτιμώ πολύ, μου πρότεινε να δοκιμάσω μια συνταγή του με βότκα, ροζ πιπέρι, μέλι και λίγο lime. Ήταν μια απλή στη σκέψη και την εκτέλεση συνταγή, που δεν θα διεκδικούσε βέβαια κάποιο βραβείο σε διεθνή διαγωνισμό, αλλά που με έκανε να αναθεωρήσω πολλά από όσα ήξερα για τη βότκα έως σήμερα. Εντόπισα την απαλή αρωματική γεύση του οινοπνεύματος που αναδείκνυε τα υπόλοιπα συστατικά διατηρώντας όμως τον χαρακτήρα του αλκοολούχου ποτού. Αναπάντεχα, μετά από πολύ καιρό, στο στόμα μου η βότκα απέκτησε χαρακτήρα αυτόνομο και αρμονικό. «… σου άρεσε; Ξέρεις η βότκα είναι ελληνική…». Δεν χρειάστηκε να ακούσω άλλη λέξη. Όταν ανακαλύπτεις χαρακτήρα και μάλιστα ελληνικό, αξίζει να του δώσεις μια ευκαιρία. Έτσι και έκανα. Αναζήτησα τον υπεύθυνο με σκοπό να του αποδώσω τα εύσημα αλλά κυρίως να μάθω περισσότερα γι’ αυτή την προσπάθεια.
Η 4041
Η βότκα 4041 παράγεται στην Πάτρα από την Β.Γ. Σπηλιόπουλος και αποτελεί την πρώτη εμφιαλωμένη ελληνική βότκα. Όσο και εάν ακούγεται περίεργο το «νερό» των Ρώσων, βρίσκει στην Ελλάδα μια διαφορετική έκφραση και συναγωνίζεται επάξια τους διεθνείς πρωταγωνιστές. Η Πολωνία μπορεί να ερίζει με τη Ρωσία για την πατρότητα της βότκα αλλά σήμερα η Φιλανδία, η Σουηδία, η Γαλλία και η Ιταλία μεταξύ άλλων, αποδεικνύονται ισάξιοι παίκτες στη διεθνή αγορά προσφέροντας αποστάγματα υψηλού επιπέδου ως προς την ποικιλία των γεύσεων και των αρωμάτων. Μπορεί κάποιοι να αναρωτιέστε πόση διαφοροποίηση μπορεί να έχει μια βότκα, κι όμως η παραγωγή σήμερα δίνει μεγάλη έμφαση στη διαδικασία συνεχών αποστάξεων με στόχο το καθαρό προϊόν.
Έτσι, και ο Γιώργος Σπηλιόπουλος επαναπροσδιορίζει την παραγωγή, συγκεντρώνει τη συσσωρευμένη εμπειρία 120 ετών της οικογενείας του και με σύμμαχο την εξαιρετική ποιότητα της πρώτης του ύλης συγκεντρώνει στις στήλες απόσταξης 40 και 41 το μικρό του μυστικό, αυτό που δημιούργησε την πρώτη εμφιαλωμένη βότκα με χαρακτήρα παραγωγού. Αποκωδικοποιώντας λοιπόν το όνομα στο μπουκάλι σε αυτές τις δύο στήλες, την 40 και την 41, το απόσταγμα γίνεται βότκα με μια μυστική συνταγή ή διαδικασία, όπως πολύ ευγενικά άφησε να εννοηθεί αποφεύγοντας τις λεπτομέρειες στη μεταξύ μας συζήτηση.
Η εταιρεία
Η εταιρεία Β.Γ. Σπηλιόπουλος με έδρα την Πάτρα αποτελεί την πιο παλιά οινοπνευματοποιία στην Ελλάδα. Στην Ελλάδα του 1895 ξεκινούσε μια δύσκολη περίοδος καθώς η οικονομία της στηριζόταν σχεδόν αποκλειστικά στην παραγωγή, εμπορία και εξαγωγή της σταφίδας στις χώρες της Δ. Ευρώπης, μια παραγωγή που έμεινε αδιάθετη όμως καθώς σταμάτησαν οι εξαγωγές. Εκείνη την εποχή ο Βασίλειος Σπηλιόπουλος εγκατέστησε μια μονάδα παραγωγής αιθυλικής αλκοόλης, δηλαδή καθαρού οινοπνεύματος, χρησιμοποιώντας ως πρώτη ύλη τα περισσεύματα της σταφίδας. Η εταιρεία εξελίχθηκε στο πέρασμα του χρόνου διευρύνοντας τη γκάμα των προϊόντων της και προσαρμόζοντας την παραγωγή της ανάλογα με τις συνθήκες της εποχής. Έτσι, στη δεκαετία του ‘60 επεκτείνεται στην παραγωγή αποσταγμάτων και οίνων στοχεύοντας τις αγορές του εξωτερικού ενώ διευρύνει το μερίδιο της στην ελληνική αγορά οινοπνεύματος. Η εμπειρία ετών στην απόσταξη και ο εκσυγχρονισμός των μηχανημάτων και των υποδομών της βρίσκει την εταιρεία στο κατώφλι της δεκαετίας του ’70 ως ένα από τα μεγαλύτερα οινοπνευματοποιία, αποσταγματοποιεία και οινοποιεία της Ελλάδας με πρώτες ύλες όπως η σταφίδα κυρίως, αλλά και σύκα ή μελάσα. Στη δεκαετία του ’80 το αποσταγματοποιίο διαθέτει για πρώτη φορά το πατρινό ούζο ενώ σήμερα στα προϊόντα της, πέρα από το καθαρό οινόπνευμα, συμπεριλαμβάνονται αποστάγματα οίνων, μπράντι, ούζου, εμφιαλωμένοι οίνοι και οίνοι ΟΠΑΠ όπως Μαυροδάφνη και Μοσχάτο, εμφιαλωμένο ούζο και αλκοολούχα ποτά με πιο πρόσφατο παιδί τη βότκα 4041.
Η τάση
Πραγματικά συγκινούμε κρατώντας στα χέρια μου ένα μπουκάλι της 4041 όχι γιατί πρόκειται για ένα extrapremiumπροϊόν, ούτε γιατί ξύπνησαν μέσα μου ανύπαρκτα εθνικιστικά συναισθήματα υπερηφάνειας. Η παραγωγή της 4041 σηματοδοτεί μια μεγάλη τάση που έχει αρχίσει να διαφαίνεται σε παγκόσμιο επίπεδο και χαρακτηρίζει τη ζήτηση από το καταναλωτικό κοινό για προϊόντα παραγωγού. Όλο και περισσότεροι καταναλωτές αναζητούν προϊόντα με βάση τα συστατικά, τη διαδικασία παραγωγής, την προέλευση της πρώτης ύλης, τον τόπο παραγωγής, τον ίδιο τον παραγωγό. Είναι μια τάση που ήδη διαμορφώνει την αγορά ζύθου με την εμφάνιση πάμπολλων μικροζυθοποιίων, γεύσεων, και ζυμώσεων. Μια τάση που κυριαρχεί στα πολυάριθμα wine bars και στους καταλόγους τους, που χωρίζονται πια όχι με βάση το χρώμα, αλλά την περιοχή, τον παραγωγό, την ποικιλία, τα αρώματα. Ο καταναλωτής αναζητά πλέον το όνομα του παραγωγού σε κάθε ετικέτα και πολλές φορές το πρόσωπο του και εάν αυτός είναι επισκέψιμος. Ίσως να είναι η κρίση, ίσως η γνώση και η γρήγορη μετάδοση της πληροφορίας στην ψηφιακή εποχή, ίσως η αναζήτηση της ποιότητας ίσως και όλα μαζί. Σε κάθε περίπτωση όμως οι συνθήκες ωρίμασαν και η πρώτη ελληνική βότκα είναι γεγονός και έχει πρόσωπο, τόπο και χαρακτήρα καθώς πρόκειται για μια βότκα παραγωγού, το μυστικό του οποίου βρίσκεται καλά φυλαγμένο σε 2 στήλες απόσταξης, την 40 και την 41.
ΥΓ. Το καλύτερο βέβαια το φυλάξαμε για το τέλος καθώς, γράφοντας αυτές τις
γραμμές, η εταιρεία ανακοίνωσε επίσημα και τη δημιουργία του πρώτου ελληνικού Gin με το όνομα Blue Bay και σήμα τα μπλε νερά του
Πατραϊκού κόλπου και τη γέφυρα Ρίου Αντιρρίου στο βάθος. Από ότι φαίνεται
λοιπόν θα έχουμε και συνέχεια στο άμεσο μέλλον αφού δοκιμάσουμε και αυτή την
προσπάθεια.
Συνδεθείτε ή Εγγραφείτε για να συμμετάσχετε στη συζήτηση