Η ώρα των σεφ

20 Μαρτίου 2013
Πάνος Δεληγιάννης

Στον απόηχο των αστεριών Michelin και των σκούφων, οι συζητήσεις και τα κουτσομπολιά θεριεύουν στον «μικρόκοσμο της μαγειρικής» που λέει και ο Ντίνος Στεργίδης αλλά και σε έναν λίγο ευρύτερο κύκλο. Το ερώτημα ποιο είναι το καλύτερο εστιατόριο ή το ποιος είναι ο καλύτερος σεφ μπαίνει και ξαναμπαίνει στο τραπέζι. Πέρα από αυτό όμως, εμένα προσωπικά με προβληματίζουν ένα-δυο πράγματα ακόμη.

Εκ πρώτης όψης φαίνονται αντίθετα, είναι όμως οι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος. Είναι κάποιοι σεφ που είτε λόγω κρίσης, είτε λόγω προσωπικών επιλογών απουσιάζουν αυτή την στιγμή από την πρώτη γραμμή. Πιο τρανταχτό παράδειγμα είναι ο Χρύσανθος Καραμολέγκος. Ο Καραμολέγκος είναι από τους κορυφαίους Έλληνες σεφ. Έχει υπάρξει αναμφίβολα ο πιο ταλαντούχος, είναι όμως αρκετά μεγάλος πια για να μιλάμε για το ταλέντο του. Και μπορεί κάθε καλοκαίρι να «δίνει εξετάσεις» στην «Ντομάτα» του στο Sani και μέχρι πέρσι στο «Απλά», έχει όμως πολύ καιρό να μπει στην κουζίνα ενός εστιατορίου υψηλών προδιαγραφών και να αποδείξει και στους νεότερους την μεγάλη του κλάση. Και μπορεί η περίοδος που διανύουμε να μην προσφέρεται για τέτοια εγχειρήματα, όμως η «ανάγκη» παραμένει. Επιπλέον όμως θα πω και κάτι ακόμη. Ο Καραμολέγκος είναι κατεξοχήν ο σεφ που μπορεί να δημιουργήσει πιάτα υψηλού επιπέδου από ταπεινά υλικά, είναι ο σεφ που θα μπορούσε να προτείνει ένα εστιατόριο με εξαιρετική σχέση ποιότητας και τιμής. Κατά την γνώμη μου πρέπει να κάνει και τα δύο. Γνωρίζω ότι είναι σε συζητήσεις και ότι κάνει σχέδια, ελπίζω να τα δούμε σύντομα να υλοποιούνται.

Άλλο παράδειγμα είναι ο Χριστόφορος Πέσκιας. Ο άνθρωπος που δημιούργησε μια ολόκληρη γενιά νεότερων σεφ που σήμερα συζητιούνται μαγειρεύει αυτή την στιγμή στα Π-Box του. Εκεί όμως μας δείχνει μόνο ένα μικρό κομμάτι των αναμφισβήτητων ικανοτήτων του και αφήνει στην μνήμη των καλύτερων ημερών του περίφημου 48 να αποδεικνύει μέχρι και σήμερα ότι είναι από τους κορυφαίους. Ο Ερβέ Προνζάτο από την άλλη καλλιτεχνεί προτείνοντας ένα μενού στο απομονωμένο Squirrel των 3-4 τραπεζιών, κλεισμένος μέσα σε ένα super-exclusive resort στην Χαλκιδική, όμως έχει έρθει πλέον η ώρα να βγει και πάρα έξω και να προτείνει κάτι που να απευθύνεται στο κοινό… έστω της Θεσσαλονίκης, αν όχι και της Αθήνας. Αυτά, για να αναφέρω μόνο κάποια πολύ ηχηρά παραδείγματα.

Και στον αντίποδα των παραπάνω, θα ήθελα πραγματικά να δω όλους αυτούς τους σημαντικούς και φτασμένους σεφ, αλλά και τους νεότερους που τώρα χτίζουν το όνομά τους, να δραστηριοποιούνται και σε πιο απλά αλλά έξυπνα projects με πραγματικά χαμηλές τιμές που να «εκπαιδεύουν» το κοινό και που πραγματικά να εκτοξεύουν το επίπεδο του καθημερινού μας φαγητού στο επίπεδο του πραγματικά ενδιαφέροντος, αν όχι του «υψηλού». Η γαστρονομία της πόλης πρέπει επειγόντως να αποκτήσει ενδιαφέρον και στις τιμές που είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν οι περισσότεροι σήμερα!

Σχόλια Χρηστών

Συνδεθείτε ή Εγγραφείτε για να συμμετάσχετε στη συζήτηση

G S - 20 Μαρτίου 2013

1) Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα δεν υπάρχει χρήμα, ψυχολογία και όρεξη να φτιάξεις το οτιδήποτε, πόσο μάλλον υψηλή γαστρονομία που το κάθε πιάτο θέλει από κάμποσες εκατοντάδες μέχρι κάμποσες χιλιάδες εργατοώρες απλά για να στηθεί.

2) Για έναν σεφ του διαμετρήματος του Πέσκια το Π-Box είναι απλά μετριότης (επιεικέστατος χαρακτηρισμός).

3) Ο Λάντος αυτή τη στιγμή είναι ο μοναδικός "διάστερος" Έλληνας σεφ και έχει περάσει στο ψιλοντούκου ή κάτι μου διαφεύγει;

ΠΑΝΟΣ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ - 21 Μαρτίου 2013

Δεν μιλάω κατ' ανάγκη για τόσο υψηλή γαστρονομία, αλλά για μια ενδιαφέρουσα κουζίνα επιπέδου αντίστοιχου των δυνατοτήτων ορισμένων. Ο Άγγελος Λάντος είναι ένας σε χαμηλού προφίλ αλλά δεν νομίζω ότι θα περάσει καθόλου στο ντούκου στο άμεσο μέλλον.
Σε ότι αφορά το καλό comfort food δεν θα μπορούσα να διαφωνώ περισσότερο. Αντίθετα πιστεύω ότι "εκπαιδεύει" τις αισθήσεις και προετοιμάζει ώστε κάποιος να μπορεί τελικά και να κατανοήσει και άρα να απολαύσει την υψηλή γαστρονομία. Άλλωστε υπάρχει η κατάλληλη στιγμή για όλα. Η ουσία είναι να τρώμε καλό φαγητό σε κάθε είδος...

G S - 20 Μαρτίου 2013

4) To "comfort food" τελικά θα χαλάσει-εξαφανίσει την πραγματικά δημιουργική υψηλή γαστρονομία;