Με σάλτσα την ελπίδα

21 Δεκεμβρίου 2011
Βίβιαν Ευθυμιοπούλου

Καιρό είχε να με βρει το ξημέρωμα στο συγκεκριμένο σημείο. Την τελευταία φορά που είχα καθίσει στα σκαλιά απέναντι από τη Βαρβάκειο για να χαζέψω το άνοιγμα της αγοράς και την πρωϊνή της κίνηση, κάπνιζα ακόμα. Ήταν την ίδια εποχή που η έμφυτη μελαγχολία που έχω προσέδιδε έναν αέρα μυστηρίου σε μένα και τις εξαιρετικά “φανταιζί” μαγειρικές μου πόσο μάλλον στα κείμενά μου. Τώρα που η μελαγχολία τυλίγει την ατμόσφαιρα και δεν πλασάρεται απλώς ως γοητεία από μερικούς, σκέφτομαι τί απ’όλα αυτά που κουβαλώ μέσα μου μπορεί ν’ανάψει και να γίνει στο εξής η μαγειρική εστία για τις σκέψεις μου.

Το ξημέρωμα στη Βαρβάκειο με το πήγαιν’έλα των φορτηγών με τα κρέατα, τα ψάρια και τα λαχανικά, είναι ό,τι πιο ουσιαστικά αισιόδοξο μπορεί ν’αντικρύσει κάποιος στο ξεκίνημα της μέρας του. Η επαναλαμβανόμενη διαδικασία λειτουργεί ως καταφύγιο κανονικότητας, σήμερα που την έχουμε πιο πολύ ανάγκη.

Το άνοιγμα του τετραδίου ή του αρχείου του υπολογιστή με τις συνταγές, οι πρώτες βόλτες στην αγορά για να εντοπίσεις τα πιο σπάνια υλικά, οι λίστες με τα κρασιά αλλά και τους φίλους για τα τραπέζια, όλα αυτά που κάποιες φορές τα βαριόμασταν κι όλας γιατί είναι και κουραστικά (κατά τα ψέματα), σήμερα είναι το αποκούμπι μας, ένα από τα λίγα σταθερά πατήματα που έχουν απομείνει, η μικρή κρύπτη που φυλάμε την ελπίδα ότι τα πραγματα κάποια στιγμή θα γίνουν όπως ήταν.

Έχω βαρεθεί ν’απολογούμαι επειδή περιμένω με ανυπομονησία τα χριστουγεννιάτικα μαγειρέματα και τις μαζώξεις κυρίως γιατί ξέρω πολύ καλά πως αν δεν μαγειρέψουν οι φίλοι μου ή εγώ δεν θα λυθούν τα προβλήματα της χώρας και της ανθρωπότητας. Δεν θ’απολογηθώ ούτε γιαυτούς που τόσα χρόνια γιόρταζαν με τρόπο επιδεικτικό για να μπορέσουν μετά ν’αφηγηθούν. Όλοι αυτοί και τα καμώματά τους δεν ήταν ποτέ μέρος του δικού μου σύμπαντος και των φίλων μου, δεν καταλαβαίνω για ποιο πράγμα μου μιλάνε όταν αναφέρονται σ’αυτούς. Για να παραφράσω έναν αγαπημένο μου φίλο, υπάρχουν τόσες μαγειρικές όσοι και οι άνθρωποι που μαγειρεύουν.

Κάθε που φορώ την ποδιά για να μαγειρέψω για τραπέζι με φίλους,  στέκομαι για λίγο στο παράθυρο της κουζίνας, περισσότερο για ν’αυτοσυγκεντρωθώ. Φέτος θα μαγειρέψω έχοντας στο μυαλό μου αυτούς που έφυγαν για αλλού αναζητώντας μια καλύτερη τύχη σ’άλλη χώρα. Θα θυμηθώ τις ωραίες στιγμές που ζήσαμε μαζί, τα τραπέζια που μοιραστηκαμε, τα γέλια τ’ατελείωτα, τα ποτά, την πρώτη-πρώτη στιγμή που γνωριστήκαμε. Είμαι ένας από τους  μάγειρες που καταφέρνουν να περνούν τα αισθηματά τους στα φαγητά που βγαίνουν από τα χέρια τους. Φαγητό που έχει μαριναριστεί στη νοσταλγική αγάπη, θα βγει σίγουρα νόστιμο. Ωστόσο, σκέφτομαι ότι αυτό που φέτος θα κάνει ό,τι  μαγειρέψω ακόμα πιο νόστιμο θα είναι η προσδοκία για το μέλλον. Ο ενθουσιασμός που μου έχουν εμπνεύσει αυτοί που μπήκαν πρόσφατα στη ζωή μου, τα όνειρα που κάνουμε, η θέληση να προχωρήσουμε, αυτά θα είναι το μυστικό της επιτυχίας των φετινών μου συνταγών. Με μαρινάδα την αγάπη και σάλτσα την ελπίδα. Καλά μαγειρέματα.

 

*Βορβορυγμός σημαίνει γουργούρισμα του στομαχιού

* Η φωτογραφία είναι του Νάσου Ευσταθιάδη

Σχόλια Χρηστών

Συνδεθείτε ή Εγγραφείτε για να συμμετάσχετε στη συζήτηση

ΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΡΓΙΔΗΣ - 22 Δεκεμβρίου 2011

Καλό είναι, Βίβιαν, να παρακολουθείς τη Βαρβάκειο Αγορά απ' έξω και να μην τολμήσεις να μπεις μέσα. Πρόσφατα κατέληξα εκεί αναζητώντας ουρά βοδινή (γιατί τα ηλίθια τα σούπερ μάρκετ αλλά και οι κρεοπώλες της γειτονιάς δεν την πωλούν -- μάλιστα σου απαντούν με μια τέτοια έκπληξη: ουρά, α όχι, όχι!... λες και τους ζητάς να αγοράσεις τσιπούρες, τσπ) και πράγματι είχαν στη Βαρβάκειο. Όμως, τέτοια βρώμα και δυσωδία ούτε στο Κάιρο δεν θα βρεις. Είναι εντελώς απαρέδεκτο. Τα πάντα είναι απαράδεκτα: οι βρωμεροί και τρισάθλιοι χασάπηδες που κόβουν κρέας με ένα τσιγάρο στο χέρι, ολόκληρα συκώτια να κάθονται όλη μέρα έξω (και γενικά τόσα κρέατα εκτός ψυγείου), τα πάντα θυμίζουν τριτοκοσμική χώρα... Υποτίθεται ότι επί δημαρχίας Μπακογιάννη έγινε ανακαίνιση των κτιρίων, αλλά η ανακαίνιση νοοτροπιών δεν είναι τι ίδιο εύκολη...