Ούζο ή ουζάκι; Το Φεστιβάλ Ούζου της Λέσβου

21 Αυγούστου 2013
Ντίνος Στεργίδης

Αξίζει καλύτερης τύχης το «εθνικό μας ποτό» το ούζο; Οι αποσταγματοποιοί της Λέσβου λένε «ναι» και οργανώνουν για δεύτερη χρονιά ένα Φεστιβάλ Ούζου στο νησί τους, παρά τις εγγενείς δυσκολίες που ένα τέτοιο εγχείρημα παρουσιάζει.

Σε προηγούμενη στήλη μου εξεθείασα το premium ούζο Άδολο, το οποίο πράγματι είναι κάτι ξεχωριστό. Ωστόσο οι μερικές χιλιάδες φιάλες που πουλά είναι κυριολεκτικά σταγόνα στον ωκεανό· με τα άλλα ούζα τι γίνεται;

Ομολογώ πως το ούζο δεν είναι ένα εύκολο, για τον δημοσιογράφο, ποτό. Όσο εύκολο είναι να το πιεις, άλλο τόσο δύσκολο είναι να το περιγράψεις και να το κάνεις συναρπαστικό για τον αναγνώστη. Bασικά δεν υπάρχουν και πολλά πράγματα να πει κανείς! Είμαι εξαιρετικά δύσπιστος σε ό,τι αφορά τις διάφορες θεωρίες που κυκλοφορούν για το όνομα του ούζου, καμία από τις οποίες δεν μου φαίνεται πειστική, ενώ τις βρίσκω όλες τραβηγμένες από τα μαλλιά. Τι σημασία έχει το όνομα; Όχι και μεγάλη, αλλά δίνει ένα στίγμα ως προς την προέλευση του προϊόντος και τον παραδοσιακό τρόπο κατανάλωσής του. Σε ό,τι δε αφορά τον τρόπο παραγωγής τού ούζου, είναι μάλλον από τα πιο εύκολα αποστάγματα να φτιάξει κανείς ― όχι πως όλα τα ούζα είναι της ίδιας ποιότητας.

Η αλήθεια είναι πως το ούζο ― όπως εξάλλου και όλα τα αρωματισμένα με άνισο ποτά, για παράδειγμα το περίφημο pastis της Γαλλίας ― είναι ένα λαϊκό ποτό, δίχως να θέλω να δώσω κάποια αρνητική διάσταση στη λέξη λαϊκό. Είναι λαϊκό και δημοφιλές. Είναι ένα ποτό «εύκολο» στην κατανόηση και στην κατανάλωσή του και εξαιρετικά μονοδιάστατο από γευσιγνωστικής άποψης: εάν σου αρέσει το άρωμα της ανηθόλης το πίνεις ευχάριστα· εάν όχι δεν το πίνεις καθόλου. Τελεία και παύλα. Η πρώτη γουλιά θα είναι ίδια με τη δεύτερη και με την τελευταία. Όχι, η πολυπλοκότητα δεν είναι κάτι που χαρακτηρίζει το ούζο, ενώ τα μπουκαλάκια σε σχήμα Αφροδίτης και μπάλας ποδοσφαίρου μιλάνε από μόνα τους για το πώς το ούζο βλέπει τον εαυτό του. Γιατί όχι, άλλωστε;

Έχοντας πιει αρκετό ούζο στην ζωή μου (βρίσκω πως ταιριάζει εξαιρετικά με τους ελληνικούς μεζέδες και με τα καλοκαίρια μας), o πειρασμός είναι μεγάλος να αναφερθώ σε αυτό μέσα από μία οπτική καθαρά υγιειονολογική και μόνο: ποια είναι τα ούζα εκείνα που δεν με πειράζουν; Γιατί, όλοι μας, όσοι πίνουμε, την έχουμε «πατήσει» με το ούζο. Ωστόσο δεν θα το κάνω γιατί θα ήταν άδικο για πολλούς αποσταγματοποιούς που κάνουν καλά τη δουλειά τους, αν και υπάρχουν, απ’ ό,τι φαίνεται, κάποιες κατευθύνσεις που μπορεί να ακολουθήσει κανείς για να μην αισθάνεται δυσφορία μετά από ουζοποσίες.

Ούζο παράγεται παντού, αλλά εκεί που θα το ευχαριστηθείτε περισσότερο από παντού είναι στη Λέσβο. Χαίρεται κανείς να βλέπει την υπερηφάνεια με την οποία όλα τα εστιατόρια του νησιού στοκάρουν και σερβίρουν δεκάδες διαφορετικές μάρκες τοπικών ούζων για μία πελατεία με γνώσεις και απαιτητική. Μακάρι όλα τα μέρη της Ελλάδας να έδειχναν τον ίδιο σεβασμό στην τοπική τους παραγωγή! Οι ντόπιες γεύσεις, που τόσο ωραία αναδεικνύουν πολλές ταβέρνες του νησιού, παντρεύονται μοναδικά με το ούζο και η όλη εμπειρία είναι για τον επισκέπτη συγκλονιστική.

Αυτό το πάντρεμα, του ούζου με τα τοπικά εδέσματα και γενικότερα με την ελληνική κουζίνα, είναι το πρωταρχικό επιχείρημα στο οποίο πρέπει να επενδύσουν οι δραστήριοι αποσταγματοποιοί του νησιού. Το ούζο ούτε μπίρα ούτε κρασί είναι: ούτε πολύ, ούτε σκέτο μπορείς να το πιεις. Θέλει το μεζέ του και μάλιστα τον θέλει με μια κάποια ιεροτελεστία. Για τους λόγους αυτούς η οργάνωση ενός «φεστιβάλ» ούζου είναι μία πολύ δύσκολη και ριψοκίνδυνη υπόθεση.

Εάν το ζητούμενο είναι η ανακάλυψη νέων γεύσεων από τον καταναλωτή, αυτό δύσκολα επιτυγχάνεται σε ένα «φεστιβάλ» από τη στιγμή που ο κόσμος δεν δοκιμάζει ― όπως δοκιμάζει το κρασί στις εκθέσεις κρασιού. Μετά από 2-3 ποτηράκια όλα τα ούζα είναι ίδια για τον μέσο καταναλωτή. Εάν, από την άλλη, το ζητούμενο είναι μία εκδήλωση κύρους, μία υπενθύμιση κατά κάποιο τρόπο πως το ούζο, όχι μόνο είναι εδώ (στη Λέσβο), αλλά πρωταγωνιστεί κιόλας, δεν βλέπω πως αυτό μπορεί να επιτευχθεί με μερικά υπαίθρια σταντ στην... εξορία της μαρίνας Μυτιλήνης. Η αναπόφευκτη υπαίθρια συναυλία καθόλου δεν βοηθά, θα έλεγα.

Το ούζο αν και λαϊκό ποτό δεν είναι απαραίτητο να είναι «ουζάκι». Με μερικές σωστές κινήσεις μπορεί να αναβαθμίσει την εικόνα του συνεχίζοντας να είναι φιλικό και προσιτό. Μία τέτοια κίνηση είναι η συσπείρωση των αποσταγματοποιών του Πλωμαρίου γύρω από δύο ποιοτικές προδιαγραφές που ενσαρκώνουν την έννοια της Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης «Ούζο Πλωμαρίου»: αφενός η απόσταξη 100% (αποστάζεται όλο το οινόπνευμα με τα αρωματικά βότανα και όχι μέρος του, μόνο) και αφετέρου η χρήση του τοπικού γλυκάνισου Λισβορίου. Το αποτέλεσμα είναι μία σειρά από αποστάγματα που όχι μόνο δεν σε αφήνουν αδιάφορο αλλά έχουν και κάτι περισσότερο να πουν.

Είναι ίσως ο λόγος που όλα τα ούζα από το Πλωμάρι μου φάνηκαν ποιοτικά ανώτερα αλλά και... εύπεπτα, όση ποσότητα κι αν ήπια. Ή μήπως ήταν ιδέα μου;

Σχόλια Χρηστών

Συνδεθείτε ή Εγγραφείτε για να συμμετάσχετε στη συζήτηση