Οι διαγωνισμοί οίνου: καλοί και χρήσιμοι

07 Μαΐου 2014
Ντίνος Στεργίδης
Λίγα θέματα στο χώρο του κρασιού ξυπνούν τα πάθη και προκαλούν τόσες συζητήσεις όσο οι διαγωνισμοί οίνου. Δύο είναι οι επικρατούσες απόψεις: α) ότι είναι αναγκαίο κακό, β) ότι είναι εντελώς άχρηστοι! Είναι έτσι;


Δεκάδες άρθρα έχουν δημοσιευθεί στο διεθνή Τύπο τα τελευταία χρόνια αναφερόμενα σε πειράματα που έγιναν με στόχο να αποδειχθεί πόσο άσχετοι είναι οι γευσιγνώστες και πόσο αναξιόπιστοι οι διαγωνισμοί κρασιού. Τα περισσότερα καταλήγουν στο συμπέρασμα πως μεταξύ ενός φτηνού και ενός ακριβού κρασιού λίγη έως και καμία διαφορά δεν υπάρχει, πως τα πολύ ακριβά κρασιά σίγουρα δεν αξίζουν τα λεφτά τους και πως οι διαγωνισμοί δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα μηχάνημα ανάληψης μετρητών για τους διοργανωτές τους.

Το τελευταίο επιχείρημα προβάλλει το ηλεκτρονικό περιοδικό Vitisphere που εκτιμά πως «οι διαγωνισμοί έχουν τελειώσει», ενώ πρόσφατα η βρετανική εφημερίδα Daily Telegraph δημοσίευσε ένα άρθρο με τίτλο «Is everything we know about wine wrong?», που αναφέρεται σε διάφορα πειράματα αλλά και «πείραματα» τα οποία αποδεικνύουν, κατά την εφημερίδα, ότι τα αποτελέσματα των διαγωνισμών είναι τόσο τυχαία ώστε να τους αφαιρούν κάθε ίχνος αξιοπιστίας, ενώ οι γευσιγνώστες-κριτές δοκιμάζουν και βαθμολογούν άλλα αντ’ άλλων. Η κύρια κριτική που γίνεται στους γευσιγνώστες που δοκιμάζουν τυφλά είναι ότι δεν έχουν συνέπεια στην κρίση τους, ότι δηλαδή μπορεί να δώσουν στο ίδιο κρασί δύο διαφορετικές βαθμολογίες, ενίοτε μάλιστα με μεγάλη απόκλιση μεταξύ τους.

Δεν θα μπω εδώ στη διαδικασία να αντικρούσω ένα προς ένα τα επιχειρήματα των Λουδιτών της γεύσης, που μου θυμίζουν όσους βρίσκουν τη σύγχρονη τέχνη «απάτη». Δεν έχει κανείς παρά να διαβάσει τα σχόλια των αναγνωστών του άρθρου της Daily Telegraph για να καταλάβει πως η εφημερίδα πέτυχε το στόχο της: η συντριπτική πλειονότητα των σχολίων είναι του τύπου «εγώ έχω ανακαλύψει ένα κρασάκι στα 2€ που είναι καλύτερο από οποιοδήποτε σατό Λαφίτ και δεν πα να λένε ό,τι θέλουν οι δήθεν γευσιγνώστες που δεν ξέρουν πού παν’ τα τέσσερα».

Έχοντας συμμετάσχει ως κριτής σε εκατοντάδες διαγωνισμούς, τοπικούς, εθνικούς και διεθνείς, θα έλεγα ότι δύο συμπεράσματα βγαίνουν πολύ εύκολα και αυθόρμητα:

1)  Όσο εύκολο είναι ένα καλό κρασί να μη βραβευθεί ―για διαφόρους λόγους― τόσο δύσκολο είναι ένα κακό κρασί να αποσπάσει διάκριση, ειδικά υψηλή και ειδικά αν πρόκειται για μεγάλο, διεθνή διαγωνισμό με πολλά δείγματα. Αυτό είναι ένα φαινόμενο σχετικά πρόσφατο που έχει να κάνει με τη γενικότερη βελτίωση στην ποιότητα των κρασιών αλλά και με την καθιέρωση κάποιων συγκεκριμένων τρόπων γευστικής δοκιμής και βαθμολόγισης που δεν είναι της παρούσης. Μπορεί ένα μετάλλιο να μην είναι εγγύηση ενός «μεγάλου κρασιού», είναι ωστόσο ένας καλός δείκτης πως δεν αγοράζεις ένα κρασί για τα πανηγύρια.

2)  Σε μία ομάδα 5-7 δοκιμαστών, όπου ο καθένας δοκιμάζει μόνος του και βαθμολογεί δίχως να γνωρίζει τις βαθμολογίες των άλλων, είναι εντυπωσιακή η σύγκλιση που υπάρχει στην αναγνώριση τόσο των καλών, όσο και των κακών κρασιών. Διαφωνίες ασφαλώς υπάρχουν το ίδιο και λάθος εκτιμήσεις. Ωστόσο, η βασική αντίληψη μεταξύ των κριτών είναι ίδια και αυτό είναι που καθιστά τα αποτελέσματα γενικώς έγκυρα, στο μέτρο που λαμβάνει κανείς υπ’ όψιν του και τις εκάστοτε ιδιαιτερότητες των διαγωνισμών.

Εκτιμώ, λοιπόν, πως είναι υπέρτατη ανοησία να ισοπεδώνει κανείς όλα τα κρασιά, μόνο και μόνο επειδή δεν υπάρχει γευσιγνώστης στον κόσμο που να έχει το άλαθητο. Όπως πολλά δημιουργήματα που είναι το αποτέλεσμα γνώσης, έμπνευσης και τεχνολογίας, έτσι και το κρασί μπορεί να υποστεί αντικειμενική κρίση ως προς την αξία του. Οι δε έμπειροι γευσιγνώστες ξέρουν να κρίνουν αν ένα κρασί είναι ο «Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής» ή το «Boston Legal», άσχετα με τη δημοφιλία του καθενός. 

Τέλος, οι διαγωνισμοί είναι ιδιαίτερα χρήσιμοι στην καταγραφή κάποιων τάσεων και στην αποκόμιση γενικότερων συμπερασμάτων. Στο Concours Mondial de Bruxelles, που μόλις ολοκληρώθηκε, φάνηκε για παράδειγμα πόσο τραγικά πίσω είναι ακόμα τα κρασιά της Κίνας, τα περισσότερα από τα οποία πολύ απλά δεν πίνονται. Σε μία άλλη κριτική επιτροπή, στην οποία και συμμετείχα, είχαμε την ευκαιρία να δοκιμάσουμε κατά τη διάρκεια όλης της ημέρας δεκάδες ροζέ κρασιά, από το Μπορντό, την Προβηγκία, την Πορτογαλία και την Ελλάδα, όπου τα ελληνικά ήταν τα καλύτερα, μακράν.



Σχόλια Χρηστών

Συνδεθείτε ή Εγγραφείτε για να συμμετάσχετε στη συζήτηση