Καφές, αυγά και ένα σημειωματάριο: Η γαστρονομική καθημερινότητα της Patti Smith

26 Μαΐου 2025
Σάββας Στανής
Με μαλλιά που δε γνώρισαν ποτέ conditioner, με βλέμμα που σου λέει “δεν με νοιάζει αν είναι medium rare το φιλέτο σου” και με διατροφικές συνήθειες που δεν περνούν ούτε έξω από τα περισσότερα fine dining εστιατόρια, η ιέρεια του punk φαινομενικά δεν έχει καμία θέση στο FNL. Ή μήπως όχι;
  • ΚΑΦΕΣ, ΑΥΓΑ ΚΑΙ ΕΝΑ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑΡΙΟ: Η ΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ PATTI SMITH | Θέματα

Γιατί αν κάποιος έκανε τον φθηνό καφέ και το ξεραμένο τοστ μέρος μιας ολόκληρης αισθητικής, και μάλιστα με ποίηση, αυτή ήταν σίγουρα η Patti Smith. Δεν είμαι σίγουρος αν ξέρει να προφέρει το “prosciutto” σωστά ή αν έχει παραγγείλει ποτέ amuse-bouche αλλά ξέρει πολύ καλά ότι οι κουζίνες σερβίρουν αναμνήσεις. 

Κάποιοι πηγαίνουν στο Dante για negroni, το all-day bar στο Greenwich Village που μπήκε κάποτε στη λίστα με τα καλύτερα bar του κόσμου αλλά η Patti πήγαινε για scrambled eggs. Κάποιοι άλλοι κάθονταν στο Cafe Ino που έκλεισε το 2013, το μικροσκοπικό καφέ στην Bedford street που με το ζόρι χωρούσε είκοσι άτομα, για να δουν ίσως κάποιον διάσημο ή απλά για να φανούν οι ίδιοι ενδιαφέροντες. Εκείνη όμως, καθόταν εκεί για να γράψει, σχεδόν πάτα στην ίδια γωνία, πίνοντας τον ίδιο καφέ που πολλές φορές συνοδευόταν με λίγο ψωμί, βούτυρο και μέλι.

Δεν έβγαζε φωτογραφίες το φαγητό της για τα likes αλλά όπως γράφει στο “M Train”, για να θυμάται που ήταν, τι ένιωθε και τι κουβαλούσε εκείνη τη μέρα. Και το θυμάται ακόμα. Την ημέρα που έφυγε από τη ζωή ο Fred “Sonic Smith”, ο άντρας της ζωής της και πρώην κιθαρίστας των MC5, έφαγε μια φέτα ψωμί με βούτυρο και μέλι. Το τελευταίο τους γεύμα μαζί και ίσως ένα από τα πιο ισχυρά τελετουργικά μνήμης που γράφτηκαν ποτέ με τόσο λίγα υλικά.


Η Patti Smith δεν ήταν ποτέ αυτό που λέμε “καλή μαγείρισσα”, ούτε προσπάθησε ποτέ να γίνει. Πάντα όμως, είχε μια στοιχειώδη σχέση με τη μαγειρική από ανάγκη. Στο  “Just Kids”, το αυτοβιογραφικό της βιβλίο που περιγράφει τη ζωή της, με τον Robert Mapplethrope (Αμερικανός φωτογράφος) στα τέλη της δεκαετίας του 60 και στις αρχές των `70s, αναφέρει πως τα μόνα πράγματα που μπορούσαν να μαγειρέψουν στο δωμάτιο τους στο Chelsea Hotel ήταν βραστά αυγά σε κοινόχρηστες κατσαρόλες και σούπες κονσέρβας.

Η λέξη “γεύμα” τότε σήμαινε δυο πράγματα: Από τη μία ό,τι μπορείς να αγοράσεις με λίγα κέρματα και από την άλλη ό,τι μπορεί να σε χορτάσει χωρίς να χρειαστείς κανονική κουζίνα. Η ίδια γράφει ότι για μήνες η διατροφή της αποτελούνταν σχεδόν αποκλειστικά από ψωμί, φυστικοβούτυρο και μπανάνες, εκτός και αν υπήρχε σε προσφορά στο σούπερ μάρκετ κάποιο είδος σούπας.  Κάθε τόσο και όταν οι συνθήκες το επέτρεπαν, αγόραζε ένα cheeseburger από κάποιο τοπικό diner  και αυτό για εκείνη ήταν ένας γαστρονομικός θρίαμβος. Σε αρκετές συνεντεύξεις της, όταν την ρωτούν για το φαγητό, απαντά με τον ίδιο απλό και κοφτό τρόπο: «Μου αρέσει να τρώω απλά». Μάλιστα, στην εμφάνιση της στο The Late Show με τον Stephen Colbert, ανέφερε ότι ένα απλό burger με τηγανιτές πατάτες είναι, ακόμα και σήμερα, το πιο ειλικρινές δείπνο που μπορεί να φάει κάποιος στη Νέα Υόρκη. 

Από το Greenwich Village μέχρι την άλλη άκρη του κόσμου, η Patti τρώει με τον ίδιο τρόπο. Απλά και επαναλαμβανόμενα. Όταν ταξιδεύει, δεν κυνηγά τα καλύτερα εστιατόρια της πόλης αλλά αυτό που της είναι γνώριμο μέσα στο άγνωστο. Γι` αυτό και το Τόκιο δεν τη συνεπήρε με την κουζίνα του ως πολιτισμικό φαινόμενο αλλά γιατί εκεί βρήκε ένα μικρό ramen shop στο οποίο επέστρεφε καθημερινά παραγγέλνοντας το ίδιο πιάτο ramen, στο ίδιο τραπέζι γράφοντας. Το εστιατόριο δεν είχε κάποια φήμη αλλά της άρεσε γιατί ήταν ζεστό, ήσυχο και ιδανικό γι` αυτήν και γι’ αυτό που ήθελε να κάνει. 


Στο Βερολίνο, αντίθετα, το φαγητό την δυσκόλεψε αρκετά. Περιγράφει γεύματα που απλά δεν θυμόταν ή που απλώς δεν της άρεσαν. Ήταν μια περίοδος που προσπαθούσε να βρει έμπνευση αλλά οι γεύσεις δεν ταίριαζαν με τον εαυτό της. Γι` αυτή, ήταν μια κουζίνα ξένη και καθόλου comfort και όπως περιγράφει η ίδια στα βιβλία της, τα γεύματα ήταν ένα πραγματικό εμπόδιο στην καθημερινότητα της. Στο μόνο, ίσως, μέρος που βρίσκει γευστική γαλήνη είναι η Νέα Υόρκη και πολλές φορές όταν επιστρέφει σ` αυτή, το πρώτο πράγμα που κάνει είναι να φάει ένα hot dog στον δρόμο. Και φυσικά, μια τέτοια κίνηση δεν ήταν ποτέ μια cult στιγμή περιγραφής τους αστικού τοπίου αλλά ως ανάγκη να βιώσει κάτι γνώριμο, νιώθοντας απλά ότι γύρισε σπίτι.

Μια από τις πιο σταθερές της διατροφικές συνήθειες είναι η εξάρτηση της από τον καφέ. Όχι με την εμμονή που έχει γίνει μόδα (ψυχρές εκχυλίσεις, φίλτρα κτλ), αλλά με την αυθεντική συνήθεια ενός ανθρώπου που για να λειτουργήσει χρειάζεται δυο πράγματα: ένα φλιτζάνι καφέ και ένα σημειωματάριο. Έχει γράψει ολόκληρες παραγράφους για τη συνήθεια της να παίρνει καφέ στο χέρι και να τον πίνει στο δρόμο με συνοδεία ενός μπισκότου. Σε μια από τις επισκέψεις της στην Αθήνα, είχε αναφέρει πως ο καλύτερος καφές που ήπιε ήταν σε ένα μικρό καφενείο στο Παγκράτι επειδή της τον έφερε μια ηλικιωμένη κυρία με ένα κομμάτι σπιτικό κέικ, σαν αυτό που έφτιαχνε η μητέρα της. Δεν ανέφερε το όνομα του μαγαζιού και για να είμαι ειλικρινής δε νομίζω να το συγκράτησε καν. Σημασία είχε γι` αυτήν πως η ανάμνηση της συνδέθηκε με τη φιλοξενία και την απλότητα, κάτι που φαίνεται η Patti να εκτιμά περισσότερο από οποιοδήποτε γαστρονομικό κατόρθωμα. 

Μάλιστα, όταν ρωτήθηκε σε συνέντευξη τι θα προτιμούσε: ένα δείπνο υψηλής γαστρονομίας ή ένα fast food burger με φίλους σε παγκάκι, δεν το σκέφτηκε ούτε στιγμή: «Burger, χωρίς δεύτερη σκέψη. Αρκεί να έχω μαζί μου χαρτοπετσέτες και καλή κουβέντα».

Ίσως η πιο απλή και ταυτόχρονα συγκινητική στιγμή καταγραφής της σχέσης της Patti Smith με το φαγητό να βρίσκεται σε μια παράγραφο στο «M Train». Είναι Χριστούγεννα, βρίσκεται μόνη της στη Νέα Υόρκη και χωρίς ιδιαίτερη διάθεση, μπαίνει σ` ένα diner. Παραγγέλνει ένα φλιτζάνι καφέ και ένα σάντουιτς με αυγό. Το σερβίρουν σε μια μεγάλη πιατέλα με πατάτες και φύλλα μαρουλιού, «σαν να είχαν βάλει όλη τους την φροντίδα», γράφει. Δεν κάνει καμία αναφορά στο γευστικό αποτέλεσμα αλλά στη λεπτομέρεια, στο γεγονός ότι κάποιος μπήκε στον κόπο να φτιάξει κάτι όμορφο εκείνο το βράδυ με αυτά τα λίγα υλικά. Και κάπως έτσι αντιλαμβάνεται το φαγητό. Όχι σαν προϊόν προβολής ή τεχνικής αρτιότητας, αλλά σαν μια πράξη φροντίδας 

Σχόλια Χρηστών

Συνδεθείτε ή Εγγραφείτε για να συμμετάσχετε στη συζήτηση