Την ιστορία του Βασίλαινα, για το πώς η ιστορική ταβέρνα του Πειραιά μεταμορφώθηκε σε κομψό εστιατόριο-με αέρα γαλλικού μπιστρό, σήμερα πια- την έχετε ήδη διαβάσει από την πρώτη κριτική του Πάνου Δεληγιάννη, τον Απρίλιο του 2012. Οπότε δε θα εστιάσω ούτε στην ιστορία ούτε στο χώρο. Θεωρώ πιο σημαντικό να μιλήσω για το νέο αέρα που έφερε στην κουζίνα η άφιξη του Άνταμ Κοντοβά (Amanzoe -Πόρτο Χέλι και Première -Athenaeum Intercontinental), για την οποία είχαμε γράψει, γύρω στα τέλη του περασμένου Οκτωβρίου, όταν διαδέχτηκε τον Ρενάτο Μεκόλι κι άρχισε, σταδιακά, να προθέτει δικές του πινελιές στον κατάλογο.
Παρά το νεαρό της ηλικίας του, ο νέος σεφ φαίνεται να έχει τα φόντα για να οδηγήσει το εστιατόριο στο επόμενο βήμα του. Οι αναμενόμενες αλλαγές, βέβαια, έγιναν με τόσο ήπιο τρόπο, που έδωσαν το χρόνο στο τακτικό κοινό να ανακαλύψει το ταλέντο του και να τον εμπιστευτεί. Χαρακτηριστική περίπτωση η σταθερά παρούσα στον κατάλογο καπνιστή ρέγγα σε ξύλα αγριομάραθου, που στην εκδοχή Κοντοβά, γίνεται πολύ πιο τολμηρή έως σκληροπυρηνική, καθώς παντρεύεται με ξινό κόκκινο λάχανο, μελιτζανοσαλάτα κι «αβγά» ρέγκας. Το ίδιο ευφάνταστη κι ευρηματική βρήκα τη γόπα με τη σαλάτα κινόα, παντζάρι και ρέβα. Υπήρχαν βέβαια και πιάτα, που επιδέχονται περαιτέρω εξέλιξη και άλλα, όπως το σεβίτσε τσιπούρας με τζίντζερ, τσίλι, παστινάκα, σπόρους μουστάρδας και λέμονγκρας ή το αβγό ποσέ με σέσκουλα, σταμναγκάθι και κράκερ κινόα, που κινούνται σε πιο mainstream νερά, χωρίς να υστερούν σε πρωτοτυπία.
Οι λόγοι, όμως, για τους οποίους καταλήγω πως αξίζει να φτάσει κανείς μέχρι τον Πειραιά για φαγητό είναι πιο σύνθετοι Ξεκινούν από την υποδοχή, με το χαμόγελο της Αγγελικής Καστρισιανάκη και την ευγενική παρουσία του Θανάση Βασίλαινα, συνεχίζονται με το διακριτικό «κανάκεμα» που προσφέρει το σέρβις, με την οινική λίστα που επιμελείται ο Γρηγόρης Μιχαήλος, κορυφώνονται στο φαγητό-για το οποίο, με δυο λόγια, θα έλεγα πως ερμηνεύει την έννοια του comfort με γαστρονομικούς όρους- και καταλήγουν στα παιχνιδιάρικα γλυκά του σεφ ζαχαροπλάστη, Ζήση Γκούντα (μην παραλείψετε τα ψητά μήλα με namelacca βερίκοκο, φινόκιο γλυκό τουρσί και παγωτό χαμομήλι).
Όλοι αυτοί οι λόγοι μαζί μου επιτρέπουν να χαρακτηρίσω, χωρίς δισταγμό, το Βασίλαινα «ολοκληρωμένο εστιατόριο». Αν μάλιστα προσθέσω και το ότι πρόκειται για το καλύτερο, μέχρι στιγμής, value for money της πόλης-δεδομένου πως προτείνει μενού degustation 10 πιάτων με 35€, θα κλείσω χρησιμοποιώντας τη χαρακτηριστική έκφραση του οδηγού Michelin: mérite un detour. «Αξίζει, δηλαδή, μια παράκαμψη».
Το μόνο που με λύπησε στην τελευταία μου επίσκεψη είναι που διαπίστωσα δε βρέθηκαν αρκετοί πελάτες να μοιραστούν την άποψη μου πως η διεύθυνση οφείλει να επαναφέρει στον κατάλογο την γευστικότατη πηχτή του Κοντοβά από χοιρινό κότσι, με kimchi, λάχανο τουρσί και μπριός ντομάτας.
0 - 4 | 4.5 - 5 | 5.5 | 6 - 6.5 | 7 - 7.5 | 8 - 8.5 | 9 - 10 |
Κακό | Μέτριο | Αποδεκτό | Καλό | Πολύ Καλό | Εξαιρετικό | Άριστο |
*«βελάκι-σύμβολο»: το βελάκι προς τα πάνω, δεξιά από τον βαθμό, αν εμφανίζεται, συμβολίζει εστιατόριο που είναι κοντά στο να ανέβει το επόμενο βαθμολογικό σκαλοπάτι. |