Napul’é: Αυθεντικό ναπολιτάνικο ταμπεραμέντο από τη Μάγκυ Ταμπακάκη και τον Francesco Ciccio στη Βάρη

11 Μαρτίου 2020
Τάσος Μητσελής
Napul’é Μάγκυ Ταμπακάκη Francesco Ciccio
Η τρατορία της Μάγκυ Ταμπακάκη και του Francesco Ciccio στη Βάρη αποτελεί μια μικρή πρεσβεία της ναπολιτάνικης κουζίνας στην Αθήνα και είναι ντυμένη με γερές δόσεις νοστιμιάς και αυθεντικότητας. Το Napul’e αξίζει την προσοχή μας!
7.0
Ατμόσφαιρα:
Εξυπηρέτηση:
Κάβα:
3.5 / 5.0
3.5 / 5.0
3.5 / 5.0
Τύπος:
Ποιότητα:
Κουζίνα:
Casual
Κλασική
Ιταλική
Κατά καιρούς έχει χυθεί αρκετό μελάνι για τις παθογένειες της ιταλικής κουζίνας στη χώρα μας. Κατά τη γνώμη μου, όχι άδικα. Στη συντριπτική τους πλειονότητα τα εστιατόρια που ανοίγουν στην πρωτεύουσα υψώνοντας μάλιστα με καμάρι την γευστική σημαία της γειτόνισσας χώρας, απογοητεύουν ή στην καλύτερη τα λες απλώς συμπαθητικά. Για να μην είμαι άδικος, υπάρχουν βέβαια και απειροελάχιστες πλην δυνατές εξαιρέσεις που μας έκαναν πότε πότε να αναθαρρήσουμε, αλλά δεν αποτέλεσαν ποτέ έναν ικανό πυρήνα-να το πω έτσι-αντίστασης στη κακώς εννοούμενη μάζα, στη προχειρότητα και στην δηθενιά. Πάμε, τώρα, στο ζητούμενο αυτής της κριτικής που είναι μια ξεχωριστή τρατορία στη Βάρη. Σύμφωνα με τα δικά μου κριτήρια; Η κορυφαία στο είδος της, τουλάχιστον από εκείνες τις πολλές που λόγω επαγγέλματος κι όχι μόνο έχω επισκεφτεί τα τελευταία χρόνια στην Αθήνα. Τη Μάγκυ Ταμπακάκη τη γνωρίσαμε από τη συμμετοχή της στον προηγούμενο κύκλο του ελληνικού Master Chef. Όσοι το παρακολουθούσατε σίγουρα δεν σας πέρασε απαρατήρητη. Θα ακουστεί ίσως οξύμωρο αλλά τη διέκρινε ένας «φινετσάτος τσαμπουκάς» και μια σιγουριά για τις ικανότητες της, η οποία εκ του αποτελέσματος αποδείχτηκε ότι δεν ήταν υπερβολική. Είχε θεμέλια και λόγο ύπαρξης. 

Παραφράζοντας κάπως τον Μίλαν Κούντερα θα πω ότι το να είσαι μάγειρας δεν σημαίνει μόνο να σερβίρεις μια αλήθεια, σημαίνει πρωτίστως να ανακαλύπτεις μια αλήθεια και η Μάγκυ έκανε ακριβώς αυτό. Πρώτα ανακάλυψε την αλήθεια της ναπολιτάνικης κουζίνας μέσα από μια προσωπική περιπλάνηση εκεί που τα είχε όλα: ζόρι, αγώνα, χαρά, δάκρυ και πολύ ρομάντζο που κατέληξε σ’ έναν ευτυχή γάμο με τον Francesco Ciccio, έναν Ιταλό σμήναρχο, του οποίου η οικογένεια μαγείρευε τα ιερά και όσια της παράδοσης με μοναδικό τρόπο. Όταν σου τα διηγείται όλα αυτά, βλέπεις από τα μάτια της να πετάγονται σπίθες. Ρούφηξε σαν σφουγγάρι την ιεροτελεστία με την οποία προετοίμαζαν τα λουκούλλεια οικογενειακά τραπέζια κάθε Σαββατοκύριακο οι κουνιάδες και οι συννυφάδες της, δίνοντας προσοχή ακόμη  και στη παραμικρή λεπτομέρεια. Ταξίδεψε, έψαξε, δοκίμασε, γνώρισε προσωπικά μικρούς παραγωγούς με μοναδικά προϊόντα και δημιούργησε ένα δίκτυο μαζί τους. Μαζί με τον Francesco που εκτός από τη ζωή είναι και το alter ego της στη κουζίνα, πήγαν το όνειρο τους πολλά βήματα παραπέρα. 

Όλα τα παραπάνω αντανακλώνται στα πληθωρικά πιάτα του Napul’e με αμεσότητα, πολλή νοστιμιά, σωστά υπολογισμένη απλότητα αλλά και μια τέτοια γενναιοδωρία που δεν σου αφήνει περιθώριο να μην αναγνωρίσεις και με το παραπάνω την δουλειά που κάνουν οι δυο τους στο εστιατόριο, το οποίο μπορεί να βρίσκεται στη Βάρη αλλά αξίζει τη μετακίνηση από όπου κι αν μένετε. Τουλάχιστον για εσάς που εκτιμάτε τις γνήσιες ιταλικές γεύσεις. Το μαγαζί είναι φτιαγμένο με γούστο και το ιταλιάνικο ντεκόρ αποπνέει μια σπιτική ζεστασιά που έχει τη ζωντάνια της. Άλλωστε η κουζίνα είναι ορθάνοιχτη και το μαγαζί τόσο μικρό-μπορεί να φιλοξενήσει τριάντα άτομα περίπου-ούτως ώστε μυρωδιές, φωνές, μαγειρέματα κι ενέργειες να μπερδεύονται στην ατμόσφαιρα, δίνοντας σου την αίσθηση ότι όντως φιλοξενείσαι σε μια οικιακή σάλα. Για την επόμενη φορά πάντως ζαχαρώνω τα stools στο πάσο της κουζίνας. Είναι απόλαυση να βλέπεις αυτό το ζευγάρι να μαγειρεύει μπροστά στα μάτια σου, να κουβεντιάζεις μαζί τους για το φαγητό, να σου προτείνουν πιάτα, να σου εξηγούν με τόση παραστατικότητα τα εξαιρετικά υλικά που φέρνουν από την Ιταλία. 

Αρκεί να δοκιμάσετε τη περίφημη ναπολιτάνικη «μπουγάδα» στα σύρματα της οποίας αντί για σεντόνια απλώνουν εκλεκτά αλλαντικά, ενώ στη βάση της θα βρείτε διάφορα ιταλικά τυριά υψηλού επιπέδου, και μια σειρά από ζεστά και κρύα ορεκτικά: ονειρεμένη η τηγανητή πανσέτα, σκέτο βάλσαμο κι η φασολάδα τους. Ανοίξτε ένα από τα πολλά και ενδιαφέροντα κρασιά της λίστας, που δίνει απόλυτη έμφαση σε διάφορες ιταλικές οινοπαραγωγικές ζώνες για να δώσετε ωραίο γκάζι στην εκκίνηση. Κατόπιν είχε σειρά ένα από τα καλύτερα και πιο αμαρτωλά εδέσματα που μας σέρβιραν εκείνη τη βραδιά: μια burrata fritta από βουβαλίσιο γάλα την οποία τυλίγουν με μια διάφανη φέτα από προσούτο Πάρμας και ζύμης πίτσας. Την τηγανίζουν με άψογη τεχνική για να τη σερβίρουν με σάλτσα ντομάτας, πεκορίνο romano και λάδι βασιλικού. Από τα ζυμαρικά, στα ραβιόλι η κρέμα πατάτας σκέπαζε αισθητά τον μπακαλιάρο. Αυτό ήταν κι ένα από τα ελάχιστα τεχνικά πταίσματα εκείνης της βραδιάς, μια και τα άλλα η βαθιά νοστιμιά διατρέχει το μενού απ’ άκρη σε άκρη. Μην προσπεράσετε με τίποτα όμως τα φρέσκα σπαγγέτι alla Nerano, με κρέμα από πράσινα τρυφερά κολοκυθάκια (έχει σημασία το "τρυφερά" διότι τα πιο μεγάλα είναι πικρά στη γεύση κ αλλάζουν το τελικό αποτέλεσμα), provolone del Monaco- ένα πικάντικο ωριμασμένο τυρί της Campania που παράγεται από το 1700) κ μπόλικο βασιλικό. Η ιστορία του ξεκινά από τη δεκαετία του `50, όπου σε ένα μικρό εστιατόριο της Costiera Amalfitana δοκίμασαν να προσθέσουν σε ένα πιάτο της cucina povera (όπως αυτό των σπαγγέτι με τα κολοκυθάκια), το nobile τυρί Provolone del Monaco. Από τότε κ έπειτα αυτό το πιάτο με τον ερχομό της άνοιξης, κατακλύζει τα μενού των εστιατορίων της Νότιας Ιταλίας. Ευχαριστήθηκα πολύ τους πεντανόστιμους παραδοσιακούς ναπολιτάνικους κεφτέδες που τους περιχύνουνε με φανταστική σάλτσα ντομάτας, αλλά και η κοτολέτα τους έρχεται με κεντημένη βουτυράτη κρούστα και τόσο ζουμερό κρέας με αποτέλεσμα να σκεφτώ ότι την επόμενη φορά θα φροντίσω να την παραγγείλω...για ορεκτικό. 

Τέλος, στα επιδόρπια το πολύ καλό τιραμισού της Μάγκυ, για το οποίο δικαίως καμαρώνει, κλέβει τη παράσταση, ρίχνοντας αυλαία σε ένα απολαυστικό δείπνο, το οποίο συμπυκνώνεται εύκολα σε αυτό που περιγράφει ο Μπριγιά Σαβαρέν στο βιβλίο του «Η Φυσιολογία της Γεύσης»: «Στη ζωγραφική το ωραίο προσφέρεται στην όραση. Στη μουσική το ωραίο το ακούμε. Στη μαγειρική ας ξεπεράσουμε το στάδιο του βλέμματος, το ωραίο είναι το νόστιμο.» 
Η Κλίμακα της Βαθμολογίας
Ιστορικό Άρθρου