Η μέρα μου στο πιάτο: Τάσος Παπαλαζάρου

30 Νοεμβρίου 2011
Μικαέλα Θεοφίλου

Πάντα έχει ενδιαφέρον να μάθουμε πώς διατρέφεται ένας διαιτολόγος, εκείνος δηλαδή, που μας δίνει τον τόνο της σωστής διατροφής. Ο γνωστός και εξαιρετικός διαιτολόγος Τάσος Παπαλαζάρου λοιπόν μας μιλάει για τις γευστικές του ιδιαιτερότητες, θυμάται νόστιμες εικόνες από τον τόπο καταγωγής του, τη Δράμα, αλλά κυρίως παραδέχεται γευστικές ατασθαλίες και αποκαλύπτει τους πειρασμούς στους οποίους δεν μπορεί να αντισταθεί.  Γιατί άνθρωπος είναι κι αυτός!

«Αν και διαιτολόγος, έχω και εγώ γαστρονομικές ιδιαιτερότητες. Μια από αυτές είναι ότι  είμαι χορτοφάγος. Το αποφάσισα όταν άρχισα να διαβάζω λίγο περισσότερο για το κρέας και τις μελέτες που υπήρχαν γι` αυτό. Το έβλεπα, βάσει αυτών που διάβαζα και ως κοινωνιολογικό φαινόμενο, και έτσι άρχισε να μου δημιουργείται μια απέχθεια για το κρέας. Έτσι σιγά- σιγά έτρωγα κρέας με χαμηλή συχνότητα και από το 2006 το σταμάτησα εντελώς. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι όταν φτιάχνω το διαιτολόγιο για τους πελάτες μου δεν τους έχω κρέας. Απλά τους έχω και εναλλακτικές.

Το πρωινό δεν το αμελώ ποτέ. Τρώω συνήθως γάλα με δημητριακά ή γάλα με ψωμί και μαργαρίνη Βecel και μαρμελάδα.  Σπανιότερα, όποτε έχει η γυναίκα μου όρεξη και φτιάξει πίτα τρώμε από αυτή. Πάντα μαζί με ένα πολύ ζεστό εσπρέσο. Πηγαίνοντας στο γραφείο και πριν τα πρώτα ραντεβού περνάω από το Blue Monkey, το αγαπημένο μου café. Aπό εκεί θα πάρω το δεύτερο καφέ της ημέρας και ίσως και κάτι ελαφρύ για lunch: ένα σάντουιτς, μια σαλάτα, μια μπαγκέτα με τόνο ή σολομό ή μόνο με τυρί. To μεσημεριανό μου είναι  πάντα ελαφρύ γιατί το κυρίως γεύμα μου είναι το βράδυ. Γύρω στις 9μιση,  την ώρα που θα φύγω από το γραφείο. Έχει καταρριφθεί άλλωστε ο μύθος ότι το βραδινό γεύμα δεν σχετίζεται με τα παραπάνω κιλά. Είναι η ώρα που μαζευόμαστε όλη η οικογένεια και τότε τρώω ένα πλήρες γεύμα: ό,τι φαγητό υπάρχει μέσα στο σπίτι με σαλάτα, με ορεκτικά και καμιά φορά και γλυκό αν υπάρχει.

Γενικά προσπαθώ αυτά που λέω να τα εφαρμόζω. Παρ όλα αυτά είμαι υπέρ τον μικρών παρασπονδιών, είτε γιατί δεν μπορώ να τις αποφύγω στη ζωή μου είτε γιατί η σύγχρονη διαιτολογία πια τις επιτάσσει και στους πελάτες μας. Οι μικρές παρασπονδίες είναι πια κομμάτι και της δικής μου ζωής. Είμαι λάτρης της σοκολάτας αλλά και γενικώς των γλυκών. Ο μεγαλύτερος όμως γλυκός πειρασμός στον οποίο υπέπεσα είχε υπαίτια μια πελάτισσα μου- ζαχαροπλάστισσα. Μου είχε φέρει ένα ταψί ζεστό γαλακτομπούρεκο που...  μιλούσε. «Έτρεμε». Τόσο φρέσκο ήταν! Ξεκίνησα από ένα κομμάτι και έφαγα όλο το ταψάκι. Εκεί βέβαια θυμάμαι ότι είχα ταλαιπωρηθεί και το βράδυ. Αγαπημένο μου γλυκό ωστόσο είναι... τα βραχάκια, κάτι γλυκά με σοκολάτα και καβουρδισμένο αμύγδαλο. Υπάρχει ένα ζαχαροπλαστείο στην Δράμα, ο «Σίμος», που όποτε πάμε πάντα παίρνω δυο κουτιά.

Μαγειρεύω αλλά όχι φανατικά. Είμαι όμως φανατικός της πάστας και όταν έχω κέφι φτιάχνω ό,τι έχει να κάνει με μακαρόνια τα οποία έμαθα τα τελευταία χρόνια να τα συνδυάζω με περίεργες σάλτσες, πχ με όσπρια, μιας που δεν τρώω κρέας.  Σπεσιαλιτέ μου είναι οι πένες με φακές. Σοτάρω κρεμμυδάκι και σκόρδο σε ελαιόλαδο, σε αυτό προσθέτω πιπεριές πολύχρωμες, αλάτι πιπέρι, τα αφήνω μέχρι να ροδοκοκκινίσουν. Μέσα σε αυτό το μίγμα προσθέτω ένα φλιτζάνι νερό, το αφήνω να βράσει για περίπου δέκα λεπτά, ρίχνω τις φακές και έτσι γίνεται η σάλτσα για τα μακαρόνια. Είναι μια εύκολη σάλτσα που αντικαθιστά τον κιμά για όσους είναι χορτοφάγοι. Είναι veggie συνταγή που την είχε δώσει η γιαγιά μου, στη μαμά μου και εκείνη σε μένα. Εκείνες τις εποχές δεν υπήρχε πάντα κρέας στο τραπέζι και προσπαθούσαν οι γυναίκες να εκμεταλλευτούν και το φαγητό της προηγούμενης μέρας που έμεινε. Ήξεραν τι έκαναν γιατί συνδυάζοντας όσπρια με δημητριακά είναι σαν να τρως μια μπριζόλα καθώς έχουν αληλλοσυμπληρούμενα αμινοξέα.

Έχω πολύ όμορφες παιδικές αναμνήσεις που συνδυάζονται με τη γεύση. Η γιαγιά μου έμενε στο Δοξάτο Δράμας, είχε 3 κόρες και κάθε Χριστούγεννα και Πάσχα μαζευόμασταν όλοι και όλα τα εγγόνια στο πατρικό της γιαγιάς στο χωριό. Θυμάμαι λοιπόν τις πίτες της γιαγιάς, που την βοηθούσαμε να τις φτιάξει. Είχε μια τελετουργία όλο αυτό το σκηνικό. Το φαγητό άλλωστε δεν είναι μόνο η γεύση είναι και η θαλπωρή όταν το φτιάχνεις.

Σήμερα θεωρώ ότι έχει εγκλωβιστεί η γεύση μας. Δηλαδή η βιολογική ντομάτα που βγαίνει στον κήπο μου δεν έχει καμία σχέση από αυτήν που βάζουμε  στο πιάτο μας. Απομακρυνόμαστε από τις αυθεντικές γεύσεις, αρχίζουν τα τρόφιμα και χάνουν την φυσική τους γεύση. Από την στιγμή που έχουν ανακαλυφθεί οι σάλτσες, οι διαφορετικές και γνήσιες γεύσεις έχουν χαθεί. Μελέτες έχουν δείξει ότι από την Αρχαία Ελλάδα ακόμα, οι σάλτσες ανακαλύφθηκαν για να καλύπτουν τα χαλασμένα κρέατα. Βεβαίως τώρα εννοείται ότι ο ρόλος της σάλτσας είναι να αναδείξει τις γεύσεις, άσχετα αν δεν το πετυχαίνουν όλες οι σάλτσες πάντα, και ότι αποτελούν κομμάτι της διατροφής μας και του συνδυασμού των τροφών μας.

Το πρόβλημα που αντιμετωπίζω στην Ελλάδα ως χορτοφάγος είναι ότι στα ελληνικά εστιατόρια αντίθετα από ό,τι συμβαίνει οι μη –κρεατικές επιλογές είναι πολύ περιορισμένες.  Είμαι ευχαριστημένος  ωστόσο από τα ελληνικά εστιατόρια. Είναι σε ένα καλό επίπεδο. Δεν είναι βέβαια όσο στο εξωτερικό όπου αποτελούν το βασικό πυρήνα εξόδου μιας οικογένειας. Εδώ στην Ελλάδα όμως μου αρέσει που έχω και την επιλογή της ταβέρνας, του ουζερί και του κυριλέ εστιατορίου.

Εγώ όταν θέλω να φάω κάτι πραγματικά νόστιμο και μη κρεατικό πάω σίγουρα στης Αργυρώς (Παπαδάκης). Αγαπημένο μου πιάτο είναι το χταπόδι με μέλι αλλά γενικά εκεί τρώω και τα φρέσκα ψάρια της. Ένα άλλο αγαπημένο μου στέκι είναι το «Αποστακτήριο» στη Νέα Ερυθραία, με μεζεδάκια και πολύ ενδιαφέροντα πιάτα. Εγώ παίρνω κυρίως θαλασσινά, ψητά λαχανικά, τους ντοματοκεφτέδες. Τελευταία πηγαίνουμε και στο «Όμικρον» της Ντίνας Νικολάου. Επειδή μου αρέσει πάρα πολύ η γεύση της μελιτζάνας, τρώω όλα τα φαγητά που έχουν μέσα μελιτζάνα. Ψάχνω τα πιάτα με μελιτζάνα και στα μενού των εστιατορίων.

Ψωνίζω συνήθως από το Βασιλόπουλο. Πάμε μια φορά στις 15 μέρες μαζί με τη γυναίκα μου. Τα ψώνια από κει είναι ένα project: μας αρέσει να ψωνίζουμε πολλά πράγματα για το σπίτι τα οποία τα έχουμε γράψει σε μια λίστα, τα προσχεδιάζουμε. Συνήθως δεν θα παρεκκλίνουμε από τη λίστα.  Αν για παράδειγμα χρειαζόμαστε κάτι ιδιαίτερο επειδή της γυναίκας μου της αρέσει να μαγειρεύει, ξέρει τι χρειάζεται και το γράφει στη λίστα. Επειδή έχουμε ζήσει και στον Καναδά, υπάρχουν μερικές συμπεριφορές οικονομίας τις οποίες εμείς τις εφαρμόζαμε στην Ελλάδα εδώ και καιρό. Για παράδειγμα στο σούπερ μάρκετ δεν ψωνίζουμε ποσότητα με το κιλό ή τα γραμμάρια, αλλά με φέτες ή με αριθμό. Δηλαδή ποτέ δεν παίρνουμε μισό κιλό φέτες τυρί, πάντα λέμε για π.χ. 15 φέτες τυρί του τοστ. Όπως στο εξωτερικό, δεν θα πάρεις ένα καρπούζι, θα πάρεις μια φέτα, ή το ¼. Δεν θα πάρεις 2 κιλά μήλα αλλά θα πάρεις 5 τεμάχια. Επίσης εμείς το φαγητό που μένει στο εστιατόριο από αυτά που παραγγείλαμε,  το παίρνουμε μαζί μας. Αυτό είναι πολύ συνηθισμένο  στο εξωτερικό και τον τελευταίο καιρό γίνεται κι εδώ. Γενικά στην κρίση τρώμε πιο άσχημα, γιατί θα προτιμήσεις φτηνό κρέας, δεν θα πάρεις ψάρι γιατί είναι ακριβό. Αυτό είναι κανόνας στις κοινωνίες της κρίσης, όμως πρέπει να αντιστεκόμαστε. Εμένα όσον αφορά τις επιλογές μου η κρίση δεν με έχει επηρεάσει, τρώω 2-3 φορές την βδομάδα ψάρι και εξακολουθώ να το κάνω. Ωστόσο από τη λίστα με τα ψώνια και από το σπίτι δεν θα λείπει ποτέ για μένα η Coca-Cola light και η σοκολάτα υγείας Παυλίδη.  Από μικρός μου άρεσε η πικρή σοκολάτα.  Το ψυγείο μου όμως το γεμίζω πάντα με φρούτα και λαχανικά- όχι επειδή είμαι διαιτολόγος - και ειδικά αυτή την περίοδο με πορτοκάλια και μανταρίνια. Έχουμε σίγουρα Dirollo τυρί του τοστ και φέτα Παγκαίου, γάλα, ζαμπόν και αλλαντικά για τη γυναίκα μου σε μικρές ποσότητες καθώς και κρέας γιατί λόγω της εγκυμοσύνης της πρέπει να τρώει κάθε μέρα.

Με τη γυναίκα μου είμαστε πολύ φανατικοί του σούσι. Το τρώγαμε και το παραγγέλναμε  στον Καναδά πάρα πολύ. Τώρα δεν έχουμε βρει καλά εστιατόρια για σούσι, οπότε  κάνουμε delivery μόνον για αντρικές... περιστάσεις όπως ποδοσφαιρικοί αγώνες από την «Πίτσα Ζέας». Σούσι  εξαιρετικό, νοστιμότατο και πολύ φρέσκο έχω φάει και στην πηγή του, το Τόκυο. Ίσως βέβαια ήταν και το περιβάλλον εκεί, που σε αυθυπέβαλλε ότι αυτό που τρως είναι πιο νόστιμο. Το καλύτερο σούσι θυμάμαι το έφαγα στο Fish Market, στην ψαραγορά του Τόκυο.  Είναι μια αγορά ανοιχτή, με πολλά σουσάδικα και απίστευτες ουρές από Γιαπωνέζους που περιμένουν υπομονετικά το σούσι τους.  Ήταν εντυπωσιακό! Έβλεπες κόσμο με κουστούμι που πριν πάει στο γραφείο του το πρωί, παίρνει σούσι, ίσως και για πρωινό!  Το ψάρι μόλις έρχεται από τον ωκεανό, το τεμαχίζουν και αμέσως το παίρνουν αυτά τα σουσάδικα, το φτιάχνουν και τρως φρέσκο σούσι. Επίσης στο Τόκυο έφαγα ένα πολύ ωραίο σάντουιτς με σολομό που αντί για ψωμί είχε συμπαγές ρύζι. Ήταν πεντανόστιμο.

Αγαπώ το κρασί. Και το λευκό και το κόκκινο. Το αγαπημένο μου είναι το «Τέχνη Αλυπίας». Θα σας πω και μία παρασκηνιακή πληροφορία. Το κρασί αυτό το  βγάζει ένας φίλος μου στη Δράμα. Ο νονός του κρασιού, αυτός που έδωσε το όνομα στην ετικέτα ήταν ο καθηγητής των φιλολογικών μου στο σχολείο. Άρα έχει και συναισθηματική αξία για μένα. Στην υγειά σας!».

Σχόλια Χρηστών

Συνδεθείτε ή Εγγραφείτε για να συμμετάσχετε στη συζήτηση