Ρένια Τσιτσιμπίκου

19 Ιουλίου 2017
Μικαέλα Θεοφίλου
Η όμορφη παρουσιάστρια της ERT μας προσκαλεί μέσα από το γαστρονομικό της ημερολόγιο να «Μείνουμε Ελλάδα».
  • ΡΕΝΙΑ ΤΣΙΤΣΙΜΠΙΚΟΥ | Η Μέρα μου στο Πιάτο

Η Ρένια είναι ένα υπέροχο κορίτσι με άποψη, χαρά για τη ζωή και για τη δουλειά της. Την γνωρίσαμε στο «Μένουμε Ελλάδα» όμως φέτος, στη τηλεοπτική σεζόν που μόλις ολοκληρώθηκε  παρουσίαζε το καθημερινό γυναικείο μαγκαζίνο στην ΕΡΤ2, «Εδώ που τα λέμε» και- τώρα που μιλάμε -ετοιμάζεται (μπορεί ήδη να έφυγε) για ολιγοήμερες διακοπές! Γαστρονομικά ανήσυχο, περίεργο και ανοιχτό  σε γευστικές προκλήσεις πνεύμα μας αποκάλυψε τις γαστρονομικές της ιδιαιτερότητες! 

"Συνήθως η μέρα μου ξεκινάει με μια κούπα σκέτου καφέ. Αυτή είναι μια συνήθεια πολλών χρόνων που τα τελευταία χρόνια προσπαθώ να αλλάξω εντάσσοντας το πρωινό στη ζωή μου – δεν τα καταφέρνω πάντα βέβαια! Όταν όμως είμαι συνεπής, στο πρωινό περιλαμβάνονται γιαούρτι με μέλι ή βρώμη με γραβιέρα Νάξου ή μπάρες δημητριακών.

Το μεσημεριανό μας είναι κάτι μεταξύ απογευματινού και βραδινού στην πραγματικότητα, αναλόγως την ώρα που θα μαζευτούμε από τις δουλειές μας. Κι επειδή συνήθως τα Σαββατοκύριακα βγαίνουμε έξω για φαγητό με τους φίλους μας, τις καθημερινές φροντίζω πάντα να μαγειρεύω και μάλιστα γεύματα “υγιεινά”. Η μαγειρική έτσι κι αλλιώς για μένα είναι αγαπημένη ασχολία, οπότε όλα εξαρτώνται από τις γευστικές μας διαθέσεις! Στα εύκολα που φτιάχνω είναι φακές, σπανακόρυζο ή φασολάκια, στα δύσκολα επιδίδομαι στα γεμιστά με κιμά!

Δεν νομίζω ότι υπάρχει άνθρωπος που δεν υποκύπτει στην βρώμικη γοητεία του street food! Εννοείται ότι είμαι φίλη όλων των «αμαρτωλών» του δρόμου, με ιδιαίτερη προτίμηση στα σουβλάκια από τις Ρωσίδες – την κυρία Άννα – στην Καλλιθέα, τα hot dogs στη Μαβίλη, παραδοσιακά burger στο Queens στη Γλυφάδα (και στο κέντρο στην Καλαμιώτου, στο Food Street).

To super market για μένα είναι η χειρότερη αγγαρεία. Δεν μου αρέσει καθόλου και έτσι έχω φροντίσει να οργανώνω κάθε επίσκεψή μου να γίνεται με ακρίβεια και στοχευμένα ώστε να μην περιφέρομαι άσκοπα στους διαδρόμους. Γι αυτόν τον λόγο έχω συνηθίσει και επισκέπτομαι έναν Βασιλόπουλο στη γειτονιά μου όπου ξέρω σχεδόν με κλειστά τα μάτια πού θα βρω τι. Κατά τ’ άλλα, έχω την τύχη να έχω πολύ καλό μανάβικο (Μυλωνάς) και χασάπικο (Παπαδάκης) δίπλα- δίπλα, οπότε και εκεί με καταδρομικές επισκέψεις προμηθεύομαι τα απαραίτητα! Επίσης, έχοντας την τύχη το «Μένουμε Ελλάδα» να μου γνωρίσει πολλούς μικροπαραγωγούς από όλη την χώρα, που φτιάχνουν εξαιρετικής ποιότητας προϊόντα, όποτε βρω την ευκαιρία ψωνίζω από ντελικατέσεν, από το διαδίκτυο, ακόμα και από εκθέσεις, μικρές γευστικές λιχουδιές!

Το ψυγείο μου συνήθως περιέχει φρούτα, ζαρζαβατικά, τυριά (φέτα και γραβιέρα) και κρασιά. Προσπαθώ, να μην μαγειρεύω κάθε μέρα κρέας οπότε ό,τι φρέσκο λαχανικό μπορεί να προσφέρει μαγειρικές λύσεις, έχει χώρο στα ράφια του ψυγείου μου.

Το ντουλάπι με τα τρόφιμα περιέχει πολλά όσπρια, λίγα ζυμαρικά για ώρα ανάγκης, ρυζάκι, παξιμάδια, φρυγανιές, σάλτσες ντομάτας και διάφορα βαζάκια με “περίεργα” προϊόντα (όπως χούμους, σαλιγκάρια, φακές με ρέγγα και άλλα ελληνικά deli που προμηθεύομαι από τα νεοπαντοπωλεία με παραδοσιακά προϊόντα).

Aν με ρωτάτε χωρίς τι δεν μπορώ να ζήσω, θα απαντούσα μάλλον το αλάτι! Νοστιμίζει τη ζωή, ακόμα και αν χρειάζεται να το χρησιμοποιώ με μέτρο!

Tα αγαπημένα μου εστιατόρια «παίζουν» ανάλογα με τις γευστικές προτιμήσεις της στιγμής! Δηλαδή, για κρεατοφαγία υψηλού επιπέδου, θα πάμε στο “Base Grill" στο Περιστέρι, για πειραγμένους ψαρομεζέδες και ψάρια στο «Αιόλου 68» και για μπαρμπουνάκια και γαρίδες στη «Μαργαρώ» στο Χατζηκυριάκειο. Και βέβαια, για την καλύτερη καρμπονάρα και τις πιο αυθεντικές ιταλικές πίτσες (η Bianca με την μπρεζάολα, τα flakes παρμεζάνας και το λάδι τρούφας δεν την έχω βρει πουθενά αλλού), στο “School pizza bar” στην πλατεία Αγίας Ειρήνης στο Μοναστηράκι.

Πέραν από την καλή ποιότητα του φαγητού και την απαραίτητη ευγένεια του προσωπικού, εκτιμώ ιδιαίτερα όταν αντιλαμβάνομαι ότι οι άνθρωποι σ’ ένα εστιατόριο έχουν γνώση του αντικειμένου και δείχνουν αγάπη για την δουλειά τους και για την γαστρονομία, ακόμα και αν αυτό αφορά σε ένα ταπεινό ταβερνάκι στη μέση του πουθενά. Αντιθέτως, με “χαλάει” η διάθεση της αρπαχτής που επιδεικνύουν ορισμένοι, ιδιαίτερα σε τουριστικές περιοχές, όπου προσπαθούν να βγάλουν σε ένα δίμηνο τα σπασμένα ενός ολόκληρου χρόνου.

Έχω αρχίσει να ξεπερνώ τις “παιδικές ασθένειες” στο φαγητό. Πράγματα τα οποία δεν έτρωγα παιδί τώρα έχουν γίνει αγαπημένες συνήθειες και γεύσεις. Δεν έχω ακόμα συμφιλιωθεί με την αγκινάρα και το κουνουπίδι και, για να είμαι ειλικρινής, νομίζω ότι αυτό δεν θα γίνει ποτέ! Όσο για τις εμμονές; αν και τα μακαρόνια και οι τηγανιτές πατάτες θα έχουν την πρωτοκαθεδρία στην καρδιά μου, μια γευστική εμμονή που θα μπορούσα να ικανοποιώ κάθε μέρα (αν μου δινόταν η ευκαιρία) θα ήταν το… σούσι!

Ωστόσο μετά από πολλές γευστικές περιπλανήσεις έχω καταλήξει ότι η ελληνική κουζίνα είναι αξεπέραστη και ολοκληρωμένη γευστικά και θρεπτικά. Παρολ’ αυτά, όταν υπάρχει διάθεση για αλλαγή, η ιταλική, η ανατολίτικη και η μεξικάνικη κουζίνα έρχονται στο προσκήνιο.

Κεφάλαιο «ποτό»: Τα καλοκαίρια πίνω Αperol Spritz και μοχίτος με φρέσκο δυόσμο ή μέντα από τον κήπο και ουίσκι ή zombie το χειμώνα. Σταθερές αξίες όμως είναι το παγωμένο λευκό κρασί όλο τον χρόνο (η Βίβλια Χώρα είναι η αγαπημένη μου) και η εξίσου παγωμένη μπύρα το καλοκαίρι!

 Ξέρω ότι δεν ακούγεται συνηθισμένο, όμως δεν είμαι και τόσο φίλη των γλυκών. Ωστόσο το γαλακτομπούρεκο του “Κοσμικόν” είναι για μένα το καλύτερο που μπορεί να μου συμβεί σε μια κρίση υπογλυκαιμίας. Εξάλλου, είναι και το μοναδικό γαλακτομπούρεκο που προσεγγίζει γευστικά την μοναδικότητα του γλυκού που έφτιαχνε η γιαγιά μου σε γιορτές και γλέντια οικογενειακά.

Το comfort food που μπορεί να ζεστάνει το «μέσα μου» κυριολεκτικά και μεταφορικά, είναι η τραχανόσουπα. Πιάτο λιτό, εύκολο στην παρασκευή του – και γρήγορο – το οποίο εμπλουτίζω με μπόλικη φέτα και, αν έχω στο σπίτι πικάντικο λουκάνικο Καρδίτσας. Την ίδια ανακούφιση επίσης μου προσφέρει πάντα ένα πιάτο μακαρόνια με κιμά.

 Με «παρηγορεί γευστικά» όμως μια ανάμνηση δυνατή, αυτή του οικογενειακού χριστουγεννιάτικου τραπεζιού, με τα καυτερά ντολμαδάκια και την χειροποίητη τυρόπιτα της μαμάς, την κότα “μιλανέζ” με την πλούσια κρέμα και το ρύζι, και το αρνάκι στο φούρνο με πατάτες, γύρω από τα οποία δίνουμε παραδοσιακά όλοι μαζί ραντεβού κάθε χρόνο. Άλλη μια εικόνα καλοκαιρινής εφηβικής ευτυχίας, είναι αυτή που με βρίσκει μπροστά από ένα πιάτο με αβγά και ντομάτες, πατάτες τηγανιτές και φέτα, με τα φρεσκοτηγανισμένα κεφτεδάκια να ακολουθούν.

Από το ταξίδι στο χρόνο, θα σας μεταφέρω στον αγαπημένο μου προορισμό: Την Ιορδανία. Ηταν ένας από τους προορισμούς που με κέρδισε και με την κουζίνα της. Δεν θα ξεχάσω το καλύτερο εστιατόριο του Αμμάν, όπου φάγαμε εκλεπτυσμένα ραφιναρισμένα πιάτα (το ταρτάρ μας άφησε άφωνους) της τοπικής γαστρονομίας. Επίσης, αξέχαστη ήταν και η εμπειρία του γεύματος ένα βράδυ στην έρημο wadirum, όπου οι βεδουίνοι είχαν ψήσει μέσα στην άμμο κοτόπουλο με πατάτες και ρύζι. Μαγικό!

Αυτό που με εκπλήσσει ευχάριστα στην ελληνική εστιατορική σκηνή είναι ότι, παρά την κρίση, υπάρχουν ακόμα επιχειρηματίες που στρέφονται προς την εστίαση με ουσία, όχι με την λογική της αρπαχτής. Έχει γίνει επίσης αντιληπτή η δύναμη του ελληνικού προϊόντος και της ελληνικής κουζίνας, έχει αρχίσει να υποχωρεί αυτή η σαρωτική τάση της αποδόμησης της ελληνικής γεύσης και οι περισσότεροι – μάγειρες και πελάτες – αναζητούν την ποιότητα, την αλήθεια και την εμπειρία. Δεν ξέρω αν αυτή η τάση προέκυψε από την κρίση ή είναι απλώς μια μόδα που  προέρχεται από την τάση που ο τουρισμός παγκοσμίως έχει επιφέρει (για την αναζήτηση της απλότητας και της εμπειρίας) αλλά εμένα αυτό μου αρέσει! Όπως μου αρέσουν και αυτοί που απολαμβάνουν το φαγητό, κυριολεκτικά, που αναζητούν και ξετρυπώνουν τις καλύτερες γεύσεις από το πουθενά. Αυτοί οι άνθρωποι συνήθως είναι και έξω καρδιά, οπότε αυτή θα ήταν η καλύτερη συνθήκη για μένα για να στρωθεί ένα τραπέζι με αγαπημένα φαγητά! "


 

Σχόλια Χρηστών

Συνδεθείτε ή Εγγραφείτε για να συμμετάσχετε στη συζήτηση