Η Μέρα μου στο Πιάτο: Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος

27 Φεβρουαρίου 2013
Μικαέλα Θεοφίλου

Ο γνωστός και έγκριτος κριτικός κινηματογράφου της Κρατικής τηλεόρασης, σκηνοθέτης και υποστηρικτής των καλών ελληνικών κινηματογραφικών προσπαθειών, συνεργάζεται αυτόν τον καιρό με τις τηλεοπτικές εκπομπές 136 και Σημειο Art, με την ομάδα ΒΑΚΙΣ που πραγματοποιεί την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία στην Ελλάδα, δίνει διαλέξεις σε καθηγητές πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τα διδάγματα του κινηματογράφου σε εφαρμογή στην 7η τέχνη ενώ είναι και στο ΔΣ του Ελληνικού Παιδικού Μουσείου. Ο Αλέξανδρος Ρωμανός όμως είναι και καλοφαγάς. Με τη... επαγγελματική διαστροφή και την ευαισθησία που του δίνουν οι πολυεπίπεδες δραστηριότητες του κρίνει την ελληνική εστιατορική σκηνή (;), τα εστιατόρια που τρώει και τις γαστρονομικές του επιλογές και μας αφήνει να καταλάβουμε ότι ανάμεσα στις ποιοτικές γεύσεις που προτιμά... κάπου κρύβεται και ένα παιδί.

«Η μέρα μου ξεκινάει κάτω από τα παπλώματα... μετά έρχεται το φως της μέρας ή το έσχατο σκότος της νύχτας. Σε κάθε περίπτωση η πρώτη μου συνήθεια μόλις σηκωθώ είναι καφές εσπρέσο από ηφαιστειογενή περιοχή της Χαβάη ή αραβικός καφές με κάρδαμο και μια ιδέα μέλι. Το υπόλοιπο πρωινό είναι μια πολυτέλεια που απολαμβάνω οργανωμένα και το σπίτι μου μόνον κάθε Κυριακή: περιλαμβάνει παστράμι, αυγά, παστουρμά χωρίς πιπέρια και μικρή φρέσκια σαλάτα.
Στην καθημερινότητα μου αν πεινάσω και βρίσκομαι στο δρόμο θα πάω στα Starbucks της Αγίας Παρασκευής. Είναι ιδιαίτερα κοντά στο σπίτι μου και ιδανικός χώρος για να διαβάζεις και να τρως, να κλείνεις συναντήσεις ή απλά να αλλάξεις παραστάσεις. Μου αρέσει ιδιαίτερα εκεί ένα παράξενο τοστ που η βάση του είναι μια «γευστική παράφραση» αιγυπτιακής πίτας με γαλοπούλα ή μπριζόλα, φιλαδέλφεια και μαρούλι. Αν πάλι θέλω κάτι γλυκό θα προτιμήσω μια καραμελωμένη βάφλα ή μηλόπιτα με καραμέλα.

Μου αρέσει να μαγειρεύω και το κάνω με ό,τι υλικά έχω και περισσότερο απ` όλα μυ αρέσει να ... μεταποιώ το χθεσινό φαγητό. Όταν έχω κέφια κάνω μπρατσολίνι ή φασόλια με μάραθο, αν και το εύκολο φαγητό είναι η μακαρονάδα του καραβιού. Βραδινό τρώω αργά. Όταν μαγειρεύω για βράδυ φτιάχνω κάτι πολύπλοκο. Κατά προτίμηση κρεατικό ή όσπρια σούπα που τα έχω μουλιάσει από το πρωί. Αν πάλι δεν έχω κάτι στο σπίτι ή βαριέμαι να μαγειρέψω διαλέγω κάποιο από τα νέα μπεργκεράδικα που κάνουν American way burgers.  Άλλες φορές μπορεί να βγω έξω για φαγητό, σε εστιατόρια που έχουν χώρο, δεν μυρίζουν στο τέλος του φαγητού τα ρούχα μου, τα κρεατικά που παραγγέλνω καλοψημένα δεν έχουν αίμα, επιλέγω εγώ αν θέλω κουβέρ ή όχι, χωρίς να χρειαστεί να τους το επιστρέψω πίσω, βρίσκω ένα πιάτο που μου αρέσει σταθερά και ένα ακόμα καινούριο κάθε φορά. Γι` αυτούς τους λόγους μπορεί να με βρείτε στον Mωριά, μια ταβέρνα στην Αγία Παρασκευή με πολύ νόστιμα καλοψημένα μπιφτέκια πλασμένα με 3 διαφορετικούς κιμάδες, αλάτι και πιπέρι, αλλά και στα Ρωμανάκια, μια κρητική κάπως... τσιμπημένη Κρητική ταβέρνα με υπέροχη μακαρονάδα με φρέσκο μακαρόνι και ψωμί φτιαγμένο με φασκόμηλο. Πηγαίνω και στο Furin Kazan με την αγαπημένη μου Ιαπωνική κουζίνα και τις φρέσκες και καθαρές γεύσεις του. Οι γεύσεις του είναι τόσο ιδιαίτερες που παρακάμπτω την αγένεια και την ξινίλα της ιδιοκτήτριας που μερικές φορές απλώνει το χέρι για να πληρωθεί. Μια ακόμα περίπτωση καλού φαγητού με όχι ιδιαίτερα ευγενείς ανθρώπους στην υποδοχή είναι η Mystic Pizza στο Χολαργό. Πάω όμως για την παράξενη πανακότα -που μαζί με το τιραμισού και το παλιό ξινό παγωτό γιαούρτι είναι τα αγαπημένα μου γλυκά- την πίτσα με Βloody Mary και τις ταλιατέλες με κάπαρη και κοτόπουλο- αν και συνήθως οι ταλιατέλες τελειώνουν νωρίς και άρα σπάνια βρίσκεις μετά τις 11 το βράδυ.

Κάποτε προτιμούσα να τρώω έξω μια φορά την εβδομάδα και καλά, χωρίς να με αφορά η τιμή. Τώρα πια επειδή με αφορά η τιμή, προτιμώ να τρώω καλό φαγητό μια φορά το μήνα έχοντας ελέγξει τις τιμές και μια φορά το χρόνο να μου κάνω δώρο ό,τι θέλω χωρίς να κοιτάξω τις τιμές στο μενού.
Είμαι ο τύπος που το φαγητό του αρέσει σε ποσότητα, να «παίζω μαζί του», να πειραματίζομαι με τις λεπτομέρειες, γι` αυτό δεν έχω δοκιμάσει και δε με ενδιαφέρει να το κάνω, μοριακή κουζίνα. Βρίσκω εντελώς αδιάφορο, αν όχι δήθεν να δοκιμάζω ένα ζελέ που θυμίζει κύβο λαχανικών ή κρεάτος. Αν πάντως δοκιμάσω και αλλάξει η γνώμη μου... θα σας το πω. Αδιάφορο με αφήνουν επίσης και οι Σκούφοι όπως και η Αθηνοραματοκριτική. Βρισκόμαστε στην εποχή των προαγορασμένων κουπονιών. Άρα είναι υποκρισία να μιλάμε για ελληνική εστιατορική σκηνή.

Μ` αρέσει να ψωνίζω συγκεκριμένα πράγματα από συγκεκριμένα μέρη. Τα λαχανικά μου συνήθως τα ψωνίζω από το τοπικό μπακάλικο/μανάβικο που έχει και αρκετά προιόντα από οικοτεχνίες. Αποφεύγω τις λαϊκές γιατί παθαίνω αγοραφοβία. Για τα υπόλοιπα και κυρίως για τα ποιοτικά του αλλαντικά προτιμώ τον Βασιλόπουλο. Στο ψυγείο μου υπάρχουν πράγματα ξεχασμένα αλλά και φρέσκα. Θα βρει κανείς από sampal μέχρι αυγά που έχουν χαλάσει. Το καθαρίζω κάθε μήνα και ανακαλύπτω θησαυρούς αλλά και χαλασμένα φαγητά. Αυτό που δεν λείπει όμως ποτέ είναι o χυμός ντομάτας V8. Είναι ένα προιόν χωρίς το οποίο δεν μπορώ να ζήσω. Είναι μία από τις εμμονές μου μαζί με το καλοψημένο ψάρι και τα θαλασσινά αλλά και το σπιτικό sampal, το αλάτι και το πιπέρι που ρίχνω στα περισσότερα κρεατικά μου. Αντίθετα απεχθάνομαι το αρνί στο φούρνο.

Οι τηγανητές πατάτες είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο στη γαστρονομική μου καθημερινότητα. Είναι το φαγητό που με παρηγορεί κάθε φορά που είμαι στεναχωρημένος ή αγχωμένος. Μπορώ να τρώω σαν χρυσόψαρο, μέχρι να σκάσω. Τεράστιο όμως κεφάλαιο είναι για μένα η πεπερονάτα και τα μπουρεκάκια της γιαγιάς  μου. Τα μπουρεκάκια της ήταν ακανόνιστα εξωτερικά με τραγανή ζύμη, ενώ η γέμιση είχε και αποξηραμένα μυρωδικά... απροσδιόριστα μέχρι σήμερα. Θυμάμαι σαν παιδί, όταν την χάσαμε, λίγο καιρό μετά είχα συγκινηθεί όταν κατάλαβα ότι την ίδια γεύση δεν θα την γευτώ ξανά . Επίσης επειδή η γιαγιά μου ήταν από το Μιλάνο έκανε την πεπερονάτα, μια σάλτσα με πολύχρωμες πιπεριές, τότε που στην Ελλάδα αυτές οι πιπεριές δεν ήταν... στο μενού μας. Μου άρεσε εκείνο το μπέρδεμα με γλυκά κρεμμύδια, ελαφρά τσιγαρισμένα,  και φυσικά τα τηγανητά τυροπιτάκια του πατέρα μου που φτιάχνονταν με ιεροτελεστία για να είναι όλα ίδια και τριγωνικά.

Και μια που πιάσαμε τις αναμνήσεις... ας θυμηθώ και ταξίδια που μου άφησαν την καλύτερη γεύση, κυριολεκτικά. Επειδή όπως σας είπα και πιο πάνω αγαπώ τα ψάρια και τα θαλασσινά, θυμάμαι όταν είχα πάει επαγγελματικό ταξίδι στην Μάλαγα, είχα φάει φρέσκους αχινούς με λάιμ σε ένα «κινούμενο εστιατόριο» που είχε γίνει για τις ανάγκες του κινηματογραφικού φεστιβάλ. Επίσης στις Κάννες, λίγο πίσω από το Carlton υπήρχε παραπλεύρως ένα μικρό εστιατόριο με υπέροχη μπουγιαμπέσα. Μου το είχε συστήσει ο Δημήτρης ο Δανίκας. Κάθε 2 μέρες βρισκόμασταν εκεί και απολαμβάναμε το φαγητό. Εδώ και 3 χρόνια δυστυχώς έχει κλείσει.

Μου αρέσει να τρώω σε φίλους και με φίλους. Άλλωστε η κουλτούρα του φαγητού πια το επιβάλλει. Η φίλη μου και εικαστικός Μαρία Θηβαίου Καρκασίνα είναι ιδανική για να ξεμείνω σπίτι της και να τρώω την κουζίνα της. Έχει πολύ φαντασία σε ό,τι επιλέγει να κάνει και θυμίζει σπιτική γαλλική κουζίνα. Η συνάδελφος Έλγκα Νταϊφά είναι η καλύτερη παρέα για φαγητό, γιατί έχει χιούμορ και κομψότητα όταν σχολιάζουμε φαγητό ή καταστάσεις που συνοδεύονται με φαγητό, αλλά και η αδελφή μου όταν είμαι σκληρός στην κριτική μου στο κατά τα άλλα υπέροχο φαγητό της. Έχω επίσης ένα φίλο γνωστό ηθοποιό που όσες φορές έχω φάει μαζί με τη γυναίκα του περνάω υπέροχα. Εκείνη κάνει απίστευτες μιμήσεις της Βουγιουκλάκη ενώ εκείνος με σαρδόνιο αγγλικό χιούμορ με κάνει να ξεχνώ το φαγητό και αυτό είναι μεγάλη επιτυχία αφού είμαι πολύ φαγανός.

Αν τώρα ήταν η τελευταία μου μέρα πάνω στη γη, θα είχα πολλές γαστρονομικές και μη επιθυμίες.   Λοιπόν, έχουμε και λέμε: Θα ήθελα να ξανάνοιγε το Φούτζι στο Παγκράτι για να έτρωγα τις μοναδικές του γαρίδες ή τις καραμελωμένες τουρσί ψαροποικιλίες με αθερίνες και γαύρους. Θα ήθελα τις καμένες μπάμιες της γιαγιάς μου για της γκρινιάζω για το μαυριδερό τσουκάλι. Τη Μαλβίνα στην τηλεόραση να με καθησυχάζει μέσα από τη μαγειρική της πανδαισία πως τώρα ζούμε το χειρότερο και η καταστροφή είναι η λύτρωση. Θα ήθελα όλοι να γινόμασταν μαγικά ίσια ηλικία και έτσι η μάνα μου, ο πατέρας μου, η αδελφή μου, οι άνθρωποι της ζωής μου, οι συναντήσεις εκείνης της βραδιάς να ήταν 33 ετών αλλά να ήταν και... τίποτα μαζί. Και με τον καφέ να θαμπώσουν όλα. Είδα πρόσφατα μια ταινία για το τέλος τους κόσμου. Εκεί όλοι ήταν μια παρέα. Γνωστοί και άγνωστοι περνούσαν τέλεια σε ένα εστιατόριο, δεν τους ενδιέφερε τι θα φάνε, αλλά να περάσουν καλά την τελευταία μέρα του κόσμου. Σε μια πιο σουρεαλιστική βάση, θυμάμαι τους Monty Python στο «Νόημα της Ζωής» που μια μέντα ήταν ικανή να ανατινάξει τον ήρωα. Και αυτό πλάκα θα είχε...».

«Η μέρα μου ξεκινάει κάτω από τα παπλώματα… μετά έρχεται το φως της μέρας ή το έσχατο σκότος της νύχτας. Σε κάθε περίπτωση η πρώτη μου συνήθεια μόλις σηκωθώ είναι καφές εσπρέσο από ηφαιστειογενή περιοχή της Χαβάη ή αραβικός καφές με κάρδαμο και μια ιδέα μέλι. Το υπόλοιπο πρωινό είναι μια πολυτέλεια που απολαμβάνω οργανωμένα και το σπίτι μου μόνον κάθε Κυριακή: περιλαμβάνει παστράμι, αυγά, παστουρμά χωρίς πιπέρια και μικρή φρέσκια σαλάτα.
Στην καθημερινότητα μου αν πεινάσω και βρίσκομαι στο δρόμο θα πάω στα Starbucks της Αγίας Παρασκευής. Είναι ιδιαίτερα κοντά στο σπίτι μου και ιδανικός χώρος για να διαβάζεις και να τρως, να κλείνεις συναντήσεις ή απλά να αλλάξεις παραστάσεις. Μου αρέσει ιδιαίτερα εκεί ένα παράξενο τοστ που η βάση του είναι μια «γευστική παράφραση» αιγυπτιακής πίτας με γαλοπούλα ή μπριζόλα, φιλαδέλφεια και μαρούλι. Αν πάλι θέλω κάτι γλυκό θα προτιμήσω μια καραμελωμένη βάφλα ή μηλόπιτα με καραμέλα.

Μου αρέσει να μαγειρεύω και το κάνω με ό,τι υλικά έχω και περισσότερο απ’ όλα μυ αρέσει να … μεταποιώ το χθεσινό φαγητό. Όταν έχω κέφια κάνω μπρατσολίνι ή φασόλια με μάραθο, αν και το εύκολο φαγητό είναι η μακαρονάδα του καραβιού. Βραδινό τρώω αργά. Όταν μαγειρεύω για βράδυ φτιάχνω κάτι πολύπλοκο. Κατά προτίμηση κρεατικό ή όσπρια σούπα που τα έχω μουλιάσει από το πρωί. Αν πάλι δεν έχω κάτι στο σπίτι ή βαριέμαι να μαγειρέψω διαλέγω κάποιο από τα νέα μπεργκεράδικα που κάνουν American way burgers. Άλλες φορές μπορεί να βγω έξω για φαγητό, σε εστιατόρια που έχουν χώρο, δεν μυρίζουν στο τέλος του φαγητού τα ρούχα μου, τα κρεατικά που παραγγέλνω καλοψημένα δεν έχουν αίμα, επιλέγω εγώ αν θέλω κουβέρ ή όχι, χωρίς να χρειαστεί να τους το επιστρέψω πίσω, βρίσκω ένα πιάτο που μου αρέσει σταθερά και ένα ακόμα καινούριο κάθε φορά. Γι’ αυτούς τους λόγους μπορεί να με βρείτε στον Mωριά, μια ταβέρνα στην Αγία Παρασκευή με πολύ νόστιμα καλοψημένα μπιφτέκια πλασμένα με 3 διαφορετικούς κιμάδες, αλάτι και πιπέρι, αλλά και στα Ρωμανάκια, μια κρητική κάπως… τσιμπημένη Κρητική ταβέρνα με υπέροχη μακαρονάδα με φρέσκο μακαρόνι και ψωμί φτιαγμένο με φασκόμηλο. Πηγαίνω και στο Furin Kazan με την αγαπημένη μου Ιαπωνική κουζίνα και τις φρέσκες και καθαρές γεύσεις του. Οι γεύσεις του είναι τόσο ιδιαίτερες που παρακάμπτω την αγένεια και την ξινίλα της ιδιοκτήτριας που μερικές φορές απλώνει το χέρι για να πληρωθεί. Μια ακόμα περίπτωση καλού φαγητού με όχι ιδιαίτερα ευγενείς ανθρώπους στην υποδοχή είναι η Mystic Pizza στο Χολαργό. Πάω όμως για την παράξενη πανακότα -που μαζί με το τιραμισού και το παλιό ξινό παγωτό γιαούρτι είναι τα αγαπημένα μου γλυκά- την πίτσα με Βloody Mary και τις ταλιατέλες με κάπαρη και κοτόπουλο- αν και συνήθως οι ταλιατέλες τελειώνουν νωρίς και άρα σπάνια βρίσκεις μετά τις 11 το βράδυ.

Κάποτε προτιμούσα να τρώω έξω μια φορά την εβδομάδα και καλά, χωρίς να με αφορά η τιμή. Τώρα πια επειδή με αφορά η τιμή, προτιμώ να τρώω καλό φαγητό μια φορά το μήνα έχοντας ελέγξει τις τιμές και μια φορά το χρόνο να μου κάνω δώρο ό,τι θέλω χωρίς να κοιτάξω τις τιμές στο μενού.
Είμαι ο τύπος που το φαγητό του αρέσει σε ποσότητα, να «παίζω μαζί του», να πειραματίζομαι με τις λεπτομέρειες, γι’ αυτό δεν έχω δοκιμάσει και δε με ενδιαφέρει να το κάνω, μοριακή κουζίνα. Βρίσκω εντελώς αδιάφορο, αν όχι δήθεν να δοκιμάζω ένα ζελέ που θυμίζει κύβο λαχανικών ή κρεάτος. Αν πάντως δοκιμάσω και αλλάξει η γνώμη μου… θα σας το πω. Αδιάφορο με αφήνουν επίσης και οι Σκούφοι όπως και η Αθηνοραματοκριτική. Βρισκόμαστε στην εποχή των προαγορασμένων κουπονιών. Άρα είναι υποκρισία να μιλάμε για ελληνική εστιατορική σκηνή.

Μ’ αρέσει να ψωνίζω συγκεκριμένα πράγματα από συγκεκριμένα μέρη. Τα λαχανικά μου συνήθως τα ψωνίζω από το τοπικό μπακάλικο/μανάβικο που έχει και αρκετά προιόντα από οικοτεχνίες. Αποφεύγω τις λαϊκές γιατί παθαίνω αγοραφοβία. Για τα υπόλοιπα και κυρίως για τα ποιοτικά του αλλαντικά προτιμώ τον Βασιλόπουλο. Στο ψυγείο μου υπάρχουν πράγματα ξεχασμένα αλλά και φρέσκα. Θα βρει κανείς από sampal μέχρι αυγά που έχουν χαλάσει. Το καθαρίζω κάθε μήνα και ανακαλύπτω θησαυρούς αλλά και χαλασμένα φαγητά. Αυτό που δεν λείπει όμως ποτέ είναι o χυμός ντομάτας V8. Είναι ένα προιόν χωρίς το οποίο δεν μπορώ να ζήσω. Είναι μία από τις εμμονές μου μαζί με το καλοψημένο ψάρι και τα θαλασσινά αλλά και το σπιτικό sampal, το αλάτι και το πιπέρι που ρίχνω στα περισσότερα κρεατικά μου. Αντίθετα απεχθάνομαι το αρνί στο φούρνο.

Οι τηγανητές πατάτες είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο στη γαστρονομική μου καθημερινότητα. Είναι το φαγητό που με παρηγορεί κάθε φορά που είμαι στεναχωρημένος ή αγχωμένος. Μπορώ να τρώω σαν χρυσόψαρο, μέχρι να σκάσω. Τεράστιο όμως κεφάλαιο είναι για μένα η πεπερονάτα και τα μπουρεκάκια της γιαγιάς μου. Τα μπουρεκάκια της ήταν ακανόνιστα εξωτερικά με τραγανή ζύμη, ενώ η γέμιση είχε και αποξηραμένα μυρωδικά… απροσδιόριστα μέχρι σήμερα. Θυμάμαι σαν παιδί, όταν την χάσαμε, λίγο καιρό μετά είχα συγκινηθεί όταν κατάλαβα ότι την ίδια γεύση δεν θα την γευτώ ξανά . Επίσης επειδή η γιαγιά μου ήταν από το Μιλάνο έκανε την πεπερονάτα, μια σάλτσα με πολύχρωμες πιπεριές, τότε που στην Ελλάδα αυτές οι πιπεριές δεν ήταν… στο μενού μας. Μου άρεσε εκείνο το μπέρδεμα με γλυκά κρεμμύδια, ελαφρά τσιγαρισμένα, και φυσικά τα τηγανητά τυροπιτάκια του πατέρα μου που φτιάχνονταν με ιεροτελεστία για να είναι όλα ίδια και τριγωνικά.

Και μια που πιάσαμε τις αναμνήσεις… ας θυμηθώ και ταξίδια που μου άφησαν την καλύτερη γεύση, κυριολεκτικά. Επειδή όπως σας είπα και πιο πάνω αγαπώ τα ψάρια και τα θαλασσινά, θυμάμαι όταν είχα πάει επαγγελματικό ταξίδι στην Μάλαγα, είχα φάει φρέσκους αχινούς με λάιμ σε ένα «κινούμενο εστιατόριο» που είχε γίνει για τις ανάγκες του κινηματογραφικού φεστιβάλ. Επίσης στις Κάννες, λίγο πίσω από το Carlton υπήρχε παραπλεύρως ένα μικρό εστιατόριο με υπέροχη μπουγιαμπέσα. Μου το είχε συστήσει ο Δημήτρης ο Δανίκας. Κάθε 2 μέρες βρισκόμασταν εκεί και απολαμβάναμε το φαγητό. Εδώ και 3 χρόνια δυστυχώς έχει κλείσει.

Μου αρέσει να τρώω σε φίλους και με φίλους. Άλλωστε η κουλτούρα του φαγητού πια το επιβάλλει. Η φίλη μου και εικαστικός Μαρία Θηβαίου Καρκασίνα είναι ιδανική για να ξεμείνω σπίτι της και να τρώω την κουζίνα της. Έχει πολύ φαντασία σε ό,τι επιλέγει να κάνει και θυμίζει σπιτική γαλλική κουζίνα. Η συνάδελφος Έλγκα Νταϊφά είναι η καλύτερη παρέα για φαγητό, γιατί έχει χιούμορ και κομψότητα όταν σχολιάζουμε φαγητό ή καταστάσεις που συνοδεύονται με φαγητό, αλλά και η αδελφή μου όταν είμαι σκληρός στην κριτική μου στο κατά τα άλλα υπέροχο φαγητό της. Έχω επίσης ένα φίλο γνωστό ηθοποιό που όσες φορές έχω φάει μαζί με τη γυναίκα του περνάω υπέροχα. Εκείνη κάνει απίστευτες μιμήσεις της Βουγιουκλάκη ενώ εκείνος με σαρδόνιο αγγλικό χιούμορ με κάνει να ξεχνώ το φαγητό και αυτό είναι μεγάλη επιτυχία αφού είμαι πολύ φαγανός.

Αν τώρα ήταν η τελευταία μου μέρα πάνω στη γη, θα είχα πολλές γαστρονομικές και μη επιθυμίες. Λοιπόν, έχουμε και λέμε: Θα ήθελα να ξανάνοιγε το Φούτζι στο Παγκράτι για να έτρωγα τις μοναδικές του γαρίδες ή τις καραμελωμένες τουρσί ψαροποικιλίες με αθερίνες και γαύρους. Θα ήθελα τις καμένες μπάμιες της γιαγιάς μου για της γκρινιάζω για το μαυριδερό τσουκάλι. Τη Μαλβίνα στην τηλεόραση να με καθησυχάζει μέσα από τη μαγειρική της πανδαισία πως τώρα ζούμε το χειρότερο και η καταστροφή είναι η λύτρωση. Θα ήθελα όλοι να γινόμασταν μαγικά ίσια ηλικία και έτσι η μάνα μου, ο πατέρας μου, η αδελφή μου, οι άνθρωποι της ζωής μου, οι συναντήσεις εκείνης της βραδιάς να ήταν 33 ετών αλλά να ήταν και… τίποτα μαζί. Και με τον καφέ να θαμπώσουν όλα. Είδα πρόσφατα μια ταινία για το τέλος τους κόσμου. Εκεί όλοι ήταν μια παρέα. Γνωστοί και άγνωστοι περνούσαν τέλεια σε ένα εστιατόριο, δεν τους ενδιέφερε τι θα φάνε, αλλά να περάσουν καλά την τελευταία μέρα του κόσμου. Σε μια πιο σουρεαλιστική βάση, θυμάμαι τους Monty Python στο «Νόημα της Ζωής» που μια μέντα ήταν ικανή να ανατινάξει τον ήρωα. Και αυτό πλάκα θα είχε…».

 

 

Σχόλια Χρηστών

Συνδεθείτε ή Εγγραφείτε για να συμμετάσχετε στη συζήτηση