Όταν η ιδέα ενός μαγαζιού μου αρέσει αλλά η εκτέλεση με απογοητεύει, τότε αποκαλύπτεται η γκρινιάρικη πλευρά μου. Μερικές κινήσεις επιχειρηματιών με προβληματίζουν. Εν έτη 2011 με την αθηναϊκή εστιατορική σκηνή να έχει κάνει τόσα βήματα προόδου και την κρίση στην κορύφωσή της πώς κάποιοι κινούνται τόσο πρόχειρα; Και τι μπορούν να ελπίζουν άραγε;
Έμαθα για ένα αυθεντικό γαλλικό μπιστρό που άνοιξε στην θέση του συμπαθέστατου και τυπάδικου (τουλάχιστον στην αρχή) Barceloneta στην Κηφισιά και χάρηκα. Χρόνια τώρα γράφω πόσο θα ήθελα να μπορούμε να δοκιμάζουμε και στην Αθήνα μερικά κλασικά γαλλικά πιάτα (εκτός από entrecote με διάφορες σάλτες). Πείθω που λέτε την παρέα να με ακολουθήσει και κλείνουμε τραπέζι στο Vaudeville by Maurice.
Η πρώτη «μαχαιριά» ήρθε μπαίνοντας. Τίποτα σχεδόν δεν είχε αλλάξει από την εποχή του Barceloneta! Η αισθητική Gaudi στην μικρή σάλα που πριν έδινε τύπο σε ένα tapas restaurant τώρα δημιουργεί αμηχανία σε ένα γαλλικό μπιστρό. Και επιπλέον στο εστιατόριο υπάρχουν δυο μόνο σερβιτόροι κάθιδροι που τρέχουν φιλότιμα και ευγενέστατα να εξυπηρετήσουν όσο μπορούν. Όμως δεν μπορούν γιατί το μαγαζί είναι γεμάτο. Ιδιοκτήτης δεν φαίνεται πουθενά, ούτε μετρ, ούτε κάποιος υπεύθυνος. Τίποτα. Μόνο οι δυο δυστυχείς σερβιτόροι! Μέχρι που αναρωτιέμαι μήπως κάνουν και λίγο τον μπουφετζή στην κουζίνα. Η γυναίκα μου, αργότερα, μου έβαλε την ιδέα μήπως ο ένας από τους δυο, ο Γάλλος, είναι ο Maurice. Τι να πω; Αν ο ιδιοκτήτης του μαγαζιού κυκλοφορεί μεταμφιεσμένος σε σερβιτόρο δεν το ξέρω. Πάντως η εικόνα ενός εστιατορίου χωρίς κανέναν υπεύθυνο είναι εντελώς αμήχανη.
Τέλος πάντων, μας έζωσαν τα φίδια αλλά δεν μας εγκατέλειψε εντελώς η αισιοδοξία. Μετά όμως ήρθαν τα μενού. Οι ελπίδες για διάφορα γαλλικά πιάτα που θα δοκίμαζα, εκτός από entrecote με σάλτσες, πέταξαν μακριά. Μικρός και συμβατικός κατάλογος, αναμενόμενες επιλογές και καμιά δεκαριά –μόνο γαλλικά- κρασιά όλα κι όλα. Και οι τιμές; Τσιμπημένες! Μάλλον ο όρος «γαλλικό» μεταφράζεται σε συν 30% στις τιμές. Ας μην κολλήσουμε εκεί όμως. Όχι ακόμη τουλάχιστον. Έρχονται τα πρώτα και οι σαλάτες είναι πληθωρικές με ρουστίκ ντρέσινγκ αλλά νόστιμες. Τα αβγά με πικάντικη μαγιονέζα πολύ καλά (κόστιζαν €6,40 και ήταν το φτηνότερο πιάτο, αλλά ήταν βραστά αβγά με λίγη μαγιονέζα οπότε πόσο να κάνουν;). Μια φίλη, τέλος, παρήγγειλε την σφολιάτα με σπανάκι και σολομό που είχε επίσης €6,40! Όταν βέβαια ήρθε το πιάτο της μας λύθηκε η απορία. Ήταν ένα φαφατιασμένο σπανακοπιτάκι με μερικά τρίμματα σολομού μέσα και μια μικρή πράσινη σαλάτα για συνοδεία! Πριν προχωρήσω στα κύρια, να σας διευκρινίσω ότι εδώ τα πιάτα δεν έρχονται όλα μαζί ασφαλώς. Όχι βέβαια, το πιάτο του καθενός φτάνει με λίγα λεπτά απόσταση από του άλλου ώστε να δίνεται η ευκαιρία σε όλη την παρέα να εκτιμά το κάθε πιάτο ξεχωριστά και να αποφεύγονται τα μπερδέματα!
Στα κύρια, δύο από την παρέα πήραν entrecote με σος ροκφόρ και πατάτες τηγανιτές. Προφανώς τους μοίρασαν την ίδια μερίδα. Δεν εξηγείται αλλιώς η ποσότητα του κρέατος. Εκτός αν αυτή η μπριζόλα προερχόταν από ειδική ράτσα μοσχαριών-νάνων. Ξέρω πάντως σκυλάκια κανίς που θα έβγαζαν μεγαλύτερη μπριζόλα από αυτή!
Μια άλλη φίλη πήρε φιλέτο. Εντάξει το παρήγγειλε καλοψημένο. Λάθος της! Κι εγώ απογοητεύτηκα καθώς το «καλά ψημένο» αντιβαίνει σε κάθε σαρκοβόρο μου αίσθημα. Αυτός όμως δεν είναι λόγος να έρθει μια μεγάλη μπουκιά κρέατος, χτυπημένη με μανία και ψημένη μέχρις εξαντλήσεως κάθε ρανίδος των χυμών της! Άλλωστε η ίδια μέθοδος αφυδατωμένου και εξαντλητικού ψησίματος εφαρμόζεται και στον σολομό. Ενώ ακόμη χειρότερες είναι οι τηγανιτές πατάτες! Η κουζίνα προφανώς είναι εξίσου ανεπαρκώς στελεχωμένη με την σάλα και δεν προλαβαίνει, οπότε οι πατάτες προτηγανίζονται και μετά φρεσκάρονται για να σερβιριστούν και φυσικά γίνονται ένα χάλι μαύρο! Εγώ πήρα το ταρτάρ που ήταν το καλύτερο πιάτο μαζί με τα αβγά. Όχι κάτι συγκλονιστικό, αλλά αποδεκτό.
Τα επιδόρπια ήταν σε λίγο καλύτερη μοίρα, ιδιαίτερα η κρεμ μπρυλέ και η ile flottante. Για να μην μακρηγορήσω άλλο την εικόνα την πήρατε. Προσθέστε σε αυτή ότι πληρώσαμε και €288 έξι άτομα με τρία μπουκάλια κρασί (μεσαίας τιμής στον κατάλογο). Πραγματικά απορώ! Εξ ου και ο τίτλος της κριτικής. Είναι η αυθόρμητη φράση που θα έλεγα στον ιδιοκτήτη αν ήταν φίλος μου, παραφράζοντας την θρυλική ατάκα του Νίκου Σεργιανόπουλου στους «Δυο ξένους»: «Αχ βρε Maurice! Αχ βρε Maurice! Τι έκανες;».
0 - 4 | 4.5 - 5 | 5.5 | 6 - 6.5 | 7 - 7.5 | 8 - 8.5 | 9 - 10 |
Κακό | Μέτριο | Αποδεκτό | Καλό | Πολύ Καλό | Εξαιρετικό | Άριστο |
*«βελάκι-σύμβολο»: το βελάκι προς τα πάνω, δεξιά από τον βαθμό, αν εμφανίζεται, συμβολίζει εστιατόριο που είναι κοντά στο να ανέβει το επόμενο βαθμολογικό σκαλοπάτι. |