Στροφή: Η γεύση σε δεύτερο ρόλο

29 Αυγούστου 2018
Τάσος Μητσελής
Στροφή ελληνική κουζίνα Ακρόπολη εστιατόριο κριτική
Ιστορικό εστιατόριο από το 1975 που «ακουμπάει» την Ακρόπολη. Αγαπημένο πόστο εδώ και πολλά χρόνια κυρίως των τουριστών, αν και στα τραπέζια του έχουν καθίσει κατά καιρούς πολλές προσωπικότητες από τον πολιτικό και καλλιτεχνικό κόσμο.
5.5
Ατμόσφαιρα:
Εξυπηρέτηση:
Κάβα:
3.5 / 5.0
3.0 / 5.0
2.5 / 5.0
Τύπος:
Ποιότητα:
Κουζίνα:
Casual & Chic
Κλασική
Ελληνική

Φαντάζομαι την αίσθηση που θα έκανε η Στροφή, όταν άνοιξε πριν από 43 χρόνια. Δεν έχω βέβαια σαφή εικόνα για την εστιατορική σκηνή της τότε Αθήνας, αλλά αν κρίνω απ’ όσα έχω διαβάσει ή μου έχουν διηγηθεί για τα καλά ρεστοράν της εποχής, πρέπει να ήταν ένα από εκείνα τα σημεία στον αθηναϊκό χάρτη που θάμπωσε κόσμο και ντουνιά με τη θέα του στον Παρθενώνα. Τι κάδρο όμως κι αυτό! Να μη μπορείς να πάρεις το βλέμμα από πάνω του. Ακόμη και σήμερα δηλαδή που δεν είναι και λίγα τα μαγαζιά με πανοραμική θέα στον ιερό βράχο, αυτό το εντελώς φάτσα-κάρτα Ακρόπολη από τον δεύτερο όροφο και από τη ταράτσα της, δύσκολα κάποιος μπορεί να το συναντήσει. Οπότε μπορώ να κατανοήσω τους λόγους που κατακλύζεται καθημερινά από κύματα τουριστών που έρχονται στην Αθήνα και θέλουν να τρώνε και με τα μάτια. Σε αυτό βέβαια βάλανε και το χέρι τους διεθνή περιοδικά και εφημερίδες παγκόσμιας εμβέλειας, όπως π.χ. ο Guardian που την συμπεριέλαβε πριν από κάποια χρόνια στα δέκα εστιατόρια του κόσμου με τη καλύτερη θέα, αλλά και η ψήφος εμπιστοσύνης που της έδωσαν περίφημοι καλλιτέχνες και πολιτικοί επί σειρά ετών. Δεν αμφιβάλλω επίσης ότι στο ξεκίνημα της και για τα δεδομένα της εποχής πρόσφερε ένα ιδιαιτέρως προσεγμένο και νόστιμο φαγητό αλλά και ότι στη πορεία κράτησε ένα σταθερό τέμπο στις επιδόσεις της. Ποια είναι, όμως, σήμερα στο 2018, η εικόνα της Στροφής; Αξίζει δηλαδή τη μετακίνηση για φαγητό; Παρότι η νοστιμιά δε λείπει, η καλή φήμη του εστιατορίου δε συμβαδίζει με τις επιδόσεις της κουζίνας του. 


Δοκιμάζοντας τις προάλλες αρκετά πιάτα από το μενού της Στροφής, η οποία εστιάζει στην παραδοσιακή ελληνική κουζίνα με πιο εστιατορικό αμπαλάζ, αισθάνθηκα ότι σχεδόν όλα είναι στο περίπου. Αξιοπρεπή για τους τουρίστες οι οποίοι θέλουν να πάρουν μια γενική ιδέα για το πως είναι το φαγητό στην Ελλάδα, απλώς ικανοποιητικά για όλους όσους έχουν τη μνήμη αυτών των γεύσεων αποθηκευμένη στο σκληρό δίσκο τους. Δεν υπάρχει η φροντίδα που θα κάνει μια συνταγή από συμπαθητική, πολύ ενδιαφέρουσα. Λείπει το μεράκι του μάγειρα, εκείνο το χέρι δηλαδή που θα απογείωνε λ.χ. ένα μαγειρευτό, ένα ψητό που θα μέλωνε στη κατσαρόλα ή στο φούρνο. Από τα καλοτυλιγμένα και νοστιμότατα ντολμαδάκια σε αμπελόφυλλο, το αυγολέμονο αντί να έχει αυτή την γνώριμη και όξινη φρεσκάδα που το χαρακτηρίζει, ήταν ταγγό και δυσάρεστα αμυλώδες, ενώ ακόμα και η δημοφιλής χωριάτικη σαλάτα, αν και τη βρήκα ευχάριστη στη τελική, δεν είχε αρώματα και τα μέτρια υλικά της δεν δέσανε μεταξύ τους με αρμονία. Πολύ καλή εντύπωση από την άλλη, μου έκανε ο εξαιρετικός μουσακάς στο πήλινο. Αν ήταν μάλιστα και ένα κλικ πιο τολμηρός στο αλατοπίπερο, δεν θα είχα να του προσάψω το παραμικρό. Αν βρεθείτε στη Στροφή σας τον προτείνω ανεπιφύλακτα, μαζί με τα συμπαθέστατα και ζουμερά κεφτεδάκια, τα οποία μπορεί να μη σας ρίξουν στα πατώματα, αλλά δε πάσχουν καθόλου από γεύση. Κάθε άλλο. Δεν θα έλεγα το ίδιο για τις τηγανητές πατάτες, οι οποίες ατύχησαν από την δυσάρεστη και βαριά αίσθηση του λαδιού στο στόμα. Εντελώς μέτριο αποδείχτηκε και το στεγνωμένο από το ψήσιμο κατσικάκι στη λαδόκολλα με γραβιέρα και πατάτες, το οποίο περίμενα πως και πως, αλλά με απογοήτευσε. Κλείσαμε με ένα εκμέκ που μας γλύκανε ευχάριστα στο φινάλε. 

Έχοντας κάνει ένα ρεπορτάζ στα περισσότερα τουριστικά εστιατόρια της περιοχής, η Στροφή είναι ίσως το καλύτερο από όλα όσα έχω δοκιμάσει και ίσως να ξαναπήγαινα ένα βράδυ για να της δώσω και μια δεύτερη ευκαιρία. Το ρεπερτόριο της είναι άλλωστε τόσο ευρύ και ενδιαφέρον, που αν κρίνω από τα δυο τρία καλομαγειρεμένα πιάτα τους, είμαι σίγουρος ότι θα υπάρχουν και διάφορα άλλα σε αυτό το επίπεδο. Μπορεί προς το παρόν συνολικά να μη με πείθει, παρόλα αυτά πιστεύω ότι αυτό το ιστορικό μαγαζί έχει τα φόντα και αξίζει να ανοίξει με γενναιότητα το βήμα του, δίνοντας μεγαλύτερη προσοχή στις εκτελέσεις και καρυκεύοντας με περισσότερη ψυχή το φαγητό του. 

Η Κλίμακα της Βαθμολογίας