Παναγιώτα, Αράχωβα: Η κοσμική ταβέρνα όπως -δεν- θα έπρεπε να είναι

12 Φεβρουαρίου 2020
Πάνος Δεληγιάννης
Παναγιώτα Αράχωβα ταβέρνα κριτική
Είναι να απορεί κανείς πως μια από τις διασημότερες ταβέρνες στον κοσμικότερο ορεινό προορισμό της χώρας μπορεί να αποδεικνύεται τόσο απογοητευτική σε κάθε επίπεδο!
4.5
Ατμόσφαιρα:
Εξυπηρέτηση:
Κάβα:
3.0 / 5.0
2.5 / 5.0
1.5 / 5.0
Τύπος:
Ποιότητα:
Κουζίνα:
Ταβέρνα
Κλασική
Ελληνική

Στην επάνω γειτονιά της Αράχωβας, μπροστά στον Άγιο Γεώργιο, η Παναγιώτα είναι μια από τις πιο παλιές και πιο διάσημες ταβέρνες της περιοχής. Ομολογώ πως την Αράχωβα δεν τη γνωρίζω καλά, είναι όμως κατοχυρωμένη στο μυαλό μου σαν το χειμωνιάτικο ανάλογο της Μυκόνου (τουλάχιστον μέχρι πριν μια δεκαετία). Έχει αυτόν τον συνδυασμό φυσικής ομορφιάς, παράδοσης, κοσμικότητας, night life και shopping που χαρακτηρίζει έναν δυνατό προορισμό, καλοκαιρινό ή χειμερινό.

Η Παναγιώτα με τη ρουστίκ ατμόσφαιρά της, τους κόκκινους τοίχους και το πέτρινο τζάκι μοιάζει καταρχήν να ανταποκρίνεται σε ότι περιμένει κανείς από τη διασημότερη ταβέρνα ενός κοσμοπολίτικου χειμερινού προορισμού. Δυστυχώς οι απογοητεύσεις ξεκινούν αμέσως μετά την πρώτη ματιά. Δεν ξέρω τι απαιτήσεις μπορεί να έχει κανείς ή πόση φροντίδα να περιμένει από ένα μαγαζί που, μέσα στο καταχείμωνο, είναι κρύο (δεν έβγαλα ποτέ το μπουφάν μου και πιστέψτε με δεν κρυώνω εύκολα). Από ότι φάνηκε όχι πολλές.

Το δεύτερο «χτύπημα» ήρθε με τη λίστα κρασιών …που δεν υπάρχει. Βέβαια τρία κόκκινα κρασιά έχει όλα κι όλα οπότε μικρό το κακό. Το επόμενο και καθοριστικό «χτύπημα» ήταν οι προτηγανισμένες πατάτες! Κάπου εδώ θα μπορούσε να σταματήσει και η κριτική και η επίσκεψη… κάποια πράγματα είναι απλώς ασυγχώρητα. Πρέπει να σημειώσω ωστόσο ότι στο διπλανό τραπέζι οι πατάτες ήταν κανονικές και φαίνονταν μια χαρά, οπότε ίσως ήταν η κακιά η ώρα και για εμάς αλλά και για εκείνους αφού έπεσαν στην περίπτωση. Ξεπερνώντας το θέμα πατάτες, δοκίμασα μια χορτόπιτα επιπέδου «Γρηγόρης» στην καλύτερη περίπτωση, ωραία ψημένη φορμαέλα για να περάσουμε στα κύρια πιάτα όπου επιλέξαμε μαγειρευτά. Μια τύπου τηγανιά με μοσχαράκι ήταν συμπαθής αλλά λύσσα, το αρνάκι φρικασέ μάλλον το πιο πετυχημένο πιάτο αλλά πάντως όχι πάνω από το επίπεδο ενός συνοικιακού delivery. Τέλος, το κοκκινιστό με χυλοπίτες ήρθε σε πήλινο που είχε περάσει από τον φούρνο. Μια θλιβερή ματιά στα ‘80s, όπου η σάλτσα ήταν υδαρής και ροζουλιά, οι χυλοπίτες εξαντλητικά παραβρασμένες, το κρέας ανούσιο και όλα μαζί συσσωματωμένα από το λιωμένο τυρί.

Ειλικρινά με ξεπερνά το πως μια ταβέρνα σε ένα ορεινό χωριό της Ελλάδας μπορεί να προσφέρει την παραπάνω εμπειρία και να διατηρεί τη φήμη της. Πόσο μάλλον όταν εμείς πληρώσαμε €40 ο καθένας (με δυο μπουκάλια Βιβλία Χώρα στα τέσσερα άτομα) και η ταβέρνα βρίσκεται στον πιο high ορεινό προορισμό της χώρας!

Η Κλίμακα της Βαθμολογίας