Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 89 ετών ο Νίκος Λαδένης και παρότι είχε αποσυρθεί από την ενεργό δράση εδώ και μια εικοσαετία, η είδηση του θανάτου του σκόρπισε θλίψη στη γαστρονομική κοινότητα της βρετανικής πρωτεύουσας και σε όσους τον γνώρισαν ή συνεργάστηκαν μαζί του.
Γεννήθηκε στην Ταγκανίκα από Έλληνες γονείς, σπούδασε οικονομικά, ενώ έπειτα αποφάσισε να ανοίξει το πρώτο του εστιατόριο χωρίς να έχει περάσει ούτε ξυστά από σχολή μαγειρικής. Το Chez Nico στο Λονδίνο άφησε εποχή στις δεκαετίες των 80’s και 90’s λυγίζοντας ακόμη και τις αντιστάσεις του Michelin Guide, ο οποίος το 1995 έδωσε τελικά στο εστιατόριο του Λαδένη που είχε μεταφερθεί στο ξενοδοχείο Grosvenor House Hotel τρία αστέρια, προκαλώντας μεγάλη αίσθηση τότε στο Λονδίνο για έναν αυτοδημιούργητο σεφ. Και ποιοι δεν πέρασαν όλα αυτά τα χρόνια από την κουζίνα του: από τον Gordon Ramsey, τον Marco Pierre White και τον Björn Frantzén, μέχρι τον Jason Atherton, τον Andre Garrett, τον Jun Tanaka κ.α.
Υπήρξε πρωτοπόρος, ασυμβίβαστος, τολμηρός, πολυγραφότατος, και χωρίς να χαϊδέψει ποτέ τα αυτιά των πελατών του κατάφερε το Chez Nico να γίνει ένα από τα πιο δημοφιλή αλλά και απολαυστικά fine dining εστιατόρια στο Λονδίνο. Όμως δεν ήταν μάλλον κι ο πιο εύκολος άνθρωπος του κόσμου ο Νίκος Λαδένης, για αυτό και δεν δίστασε πολλές φορές να κάνει με κάθε αφορμή αισθητή την φλογερή ιδιοσυγκρασία του, πληρώνοντας μάλιστα αρκετά συχνά και το ανάλογο τίμημα. Απαγόρευε αυστηρά στα εστιατόρια του να παραγγείλει κάποιος ένα δεύτερο Gin & Tonic και κυρίως να ζητήσει το αλάτι, ενώ αν έχετε ακούσει τη πασίγνωστη φράση “Consistency, Consistency, Consistency”, ω ναι, ήταν δική του.
Το 1999 ζήτησε από τον Michelin να εξαιρεθεί το Chez Nico από την επόμενη έκδοση του οδηγού, μια και πλέον τον εξίταραν απλούστερα πράγματα, αλλά όπως αποκάλυψε αργότερα, υπήρχε και μια δεύτερη εξήγηση-σκέψη για αυτή την απόφαση: όταν έμαθε ότι είχε καρκίνο ήξερε πως δεν μπορούσε πλέον να ανταποκριθεί σε αυτές τις υψηλές απαιτήσεις και τον ανταγωνισμό σε μια πόλη όπως το Λονδίνο. Το 2002 άφησε τη διαχείριση των εστιατορίων του στην οικογένεια του, κι εκείνος πέρασε τα τελευταία είκοσι χρόνια της ζωής του μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, έχοντας ήδη αφήσει πίσω του μια πραγματικά μεγάλη κληρονομιά.