Margot: Η μοντέρνα προσέγγιση στην τρατορία του Δημήτρη Κοντόπουλου

18 Απριλίου 2018
Πάνος Δεληγιάννης
Margot Δημήτρης Κοντόπουλος Σωτήρης Λίτσας Μαίρη Βερνάρδου ιταλική κουζίνα τρατορία εστιατόριο κριτική Χαλάνδρι
Το νέο ιταλικό εστιατόριο στο Χαλάνδρι, δείχνει την δυναμική του από τις πρώτες μέρες της λειτουργίας του και είμαι βέβαιος πως διορθώνοντας τις αδυναμίες της παιδικής ηλικίας θα γίνει ένα από τα πιο ενδιαφέροντα του είδους.
6.5
Ατμόσφαιρα:
Εξυπηρέτηση:
Κάβα:
3.5 / 5.0
3.0 / 5.0
4.0 / 5.0
Τύπος:
Ποιότητα:
Κουζίνα:
Casual & Chic
Μοντέρνα
Ιταλική

Ο Δημήτρης Κοντόπουλος είναι από τους ικανότερους και σεμνότερους σεφ στην Αθήνα, η συστηματική δουλειά και εξέλιξη του στο Scala Vinoteca το πιστοποιεί. Εδώ, συνεργάζεται με την Μαίρη Βερνάρδου και έχουν στήσει ένα μοντέρνο ιταλικό εστιατόριο, με την θέρμη και τη φιλόξενη διάθεση μιας τρατορίας, με chef de cuisine τον Σωτήρη Λίτσα. Έχουν προσέξει πολύ το κρασί, με μια λίστα ενδιαφέρουσα, πολυσυλλεκτική και λογικά τιμολογημένη και ο σεφ προτείνει μια κουζίνα που πατάει με το ένα πόδι στην παράδοση και το άλλο στη δημιουργικότητα.

Το Margot άνοιξε λίγες μέρες πριν το Πάσχα, είναι συνεπώς βρέφος ακόμη και η κριτική μοιάζει πρόωρη. Ήθελα ωστόσο να έχω μια άποψη για το εστιατόριο, ακριβώς επειδή πιστεύω πολύ στις ικανότητες και το ταλέντο του σεφ και θα επανέλθουμε σύντομα με ένα update.

Το μενού ξεκινά με τρεις πίτσες (Sicilian style γράφει που τηρείται στο ορθογώνιο σχήμα αλλά η ζύμη είναι ιδιαίτερα λεπτή, τραγανή και φίνα) με πολύ ενδιαφέροντες συνδυασμούς υλικών όπως αυτή η θαυμάσια συνταγή με αγκινάρα, κολοκυθοανθούς, salsiccia, μοτσαρέλα και ελάχιστο λευκό balsamico. Οι σαλάτες και τα ορεκτικά έχουν ενδιαφέρον αλλά αφήνουν το πεδίο ελεύθερο ώστε να προτιμήσει κανείς pasta για πρώτο πιάτο. Στο κεφάλαιο ζυμαρικά τα πράγματα αποκτούν μεγαλύτερο ενδιαφέρον και όταν ξεπεραστούν οι μικρές αδυναμίες της παιδικής ηλικίας θεωρώ ότι θα είναι ο βασικός λόγος επίσκεψης στο Margot. Το ριζότο με κανθαρέλες και τρίμμα από τραγανή πέτσα κοτόπουλου ακτινοβολούσε άρωμα και γεύση και το τραγανό τρίμμα χάριζε ένα πολύ ενδιαφέρον κοντράστ^ αν ήταν και λιγότερο βρασμένο θα μιλούσαμε για ένα κορυφαίο πιάτο όπως είναι δηλαδή τα ταλιολίνι με αχλάδι, προσούτο και τρούφα που συνδύαζαν πρωτοτυπία, φινέτσα και δύναμη. Στα κύρια το Delmonico steak (ένα rib-eye ουσιαστικά) ήταν γευστικό και τρυφερό και η φραγκόκοτα με σος σύκου-φασκόμηλου πολύ καλή.

Το βασικό θέμα που πρέπει να λύσει ο σεφ είναι ακριβώς αυτή η ισορροπία μεταξύ παράδοσης και δημιουργικότητας, μεταξύ κλασικής και μοντέρνας προσέγγισης σε μια κουζίνα που –κακά τα ψέματα- διαθέτει ουσία, γευστικό βάθος και μελετημένη πληθωρικότητα στις κλασικές συνταγές της. Έτσι, όταν αποφασίζει για παράδειγμα να σερβίρει καρμπονάρα θα πρέπει η εκδοχή του να έχει κάτι να προσθέσει στο αγαπημένο πιάτο, πατώντας ταυτόχρονα στην γνώριμη πληθωρικότητά του. Στην προκειμένη περίπτωση το αποτέλεσμα ήταν άτονο, ο αφρός περιττός και τα «νεανικά» εκτελεστικά προβλήματα ασφαλώς δεν συνέβαλαν στο τελικό αποτέλεσμα. Για να είμαι ειλικρινής βέβαια, η καρμπονάρα ήταν και το μοναδικό πραγματικά προβληματικό πιάτο από όσα δοκίμασα.

Τα επιδόρπια είναι σε καλό δρόμο, με το κλασικό τιραμισού να κερδίζει προς το παρόν τις εντυπώσεις. Το Margot χρειάζεται λίγο χρόνο για να φτάσει το επίπεδο που είναι σαφές ότι μπορεί, ήδη όμως αποτελεί πολύτιμη προσθήκη στην εστιατορικά αδύναμη αγορά του Χαλανδρίου.

Η Κλίμακα της Βαθμολογίας