Η γεύση στα κινηματογραφικά φεστιβάλ του κόσμου

20 Ιουλίου 2016
Χρήστος Γραμματίδης
culinary cinema γαστρονομία κινηματογράφος
Ο Χρήστος Γραμματίδης περιπλανιέται στην μεγάλη οθόνη και γράφει για την γαστρονομία στον κινηματογράφο.

Το φαγητό, η μαγειρική και τα εστιατόρια έχουν περίοπτη θέση σε μερικά πολύ ωραία και πολύ γνωστά φιλμ: από το “Η Γιορτή της Μπαμπέτ” του Γκάμπριελ Άξελ, το “Φαΐ, Ποτό, Αρσενικό, Θηλυκό” του Άνγκ Λι, το “Μεγάλο Φαγοπότι” του Μάρκο Φερέρι και το “Η Μεγάλη Βραδιά” του Στάνλεϊ Τούτσι μέχρι το “Οι Χίλιες και μία Συνταγές ενός Ερωτευμένου Μάγειρα” της Νανά Τζορτζάτζε, το “Ο Μάγειρας, Ο Κλέφτης, Η Γυναίκα του κι ο Εραστής της” του Πήτερ Γκρήναγουεϊ και το “Soul Kitchen” του Φατίχ Ακίν αλλά και τον “Ρατατούη” της Pixar και το "Τζούλι και Τζούλια" της Νόρα Έφρον με την Μέριλ Στριπ στο ρόλο της Τζούλια Τσάιλντ.

Αλλά και σε φιλμ άσχετα με τη γαστρονομία, υπάρχουν πασίγνωστες σκηνές ανθολογίας που αφορούν το φαγητό ή τη μαγειρική: ο Γούντι Άλεν και η Νταϊάν Κίτον που προσπαθούν να βράσουν τους αστακούς στον “Νευρικό Εραστή”, η περιγραφή της συνταγής για την σάλτσα ντομάτας στον πρώτο “Νονό” ακόμη και το σπαγγέτι που μοιράζονται “Η Λαίδη και ο Αλήτης”. Το φαγητό έχει κεντρική θέση στη ζωή μας και δεν θα μπορούσε να λείπει από το σινεμά, τη μεγάλη τέχνη της ζωής μας.

Η συζήτηση γύρω από τη γεύση, τη σχέση της με τη βασική ανθρώπινη ανάγκη για τροφή αλλά και με την πείνα ως πολιτικό ζήτημα ήταν το θέμα της ημερίδας “Πείνα, Φαγητό & Γεύση” στο Berlinale Talents 2006, όταν η το Βερολίνο έγινε το πρώτο κινηματογραφικό φεστιβάλ στον κόσμο που έφερε τη γαστρονομία στη θεματική του. Το 2007 το φεστιβάλ Βερολίνου εγκαινίασε το τμήμα Culinary Cinema (Μαγειρικές του κινηματογράφου) στο πλαίσιο του οποίου οργανώνονται τα events με τίτλο “Film, Food & Talk”: διάσημοι σεφ σερβίρουν δείπνα εμπνευσμένα από τις ταινίες που προβάλλονται κάθε βράδυ.

Το φαγητό έχει κεντρική θέση στη ζωή μας και δεν θα μπορούσε να λείπει από το σινεμά

Στα 10 χρόνια που πέρασαν το Culinary Cinema έχει παρουσιάσει σε πρώτη προβολή πλειάδα ταινιών και τηλεοπτικών σήριαλ σχετικών με τη γεύση και τη μαγειρική (από το “Chef’s Table” του Netflix ως το “El Somni” του Frank Aleu, το “Ο Σεφ και ο Σεφ του” του Daniel Cohen, το “Είμαι ο Έρωτας” του Luca Guadagnino και το “Food, Inc.” του Robert Kenner) ενώ έχουν μαγειρέψει για τους θεατές διάσημοι σεφ όπως ο τριάστερος  Massimo Bottura της Osteria Francescana και οι δυάστεροι Daniel Achilles του Reinstoff, Andoni Luis Aduriz του Mugaritz, Michael Kempf του Facil και  Paco Pérez του Miramar.

Το Culinary Cinema είναι ίσως το πιο σκόπιμα πολιτικοποιημένο τμήμα του φεστιβάλ Βερολίνου – πράγμα παράδοξο εκ πρώτης όψεως, αν σκεφτεί κανείς το θέμα του. Κι όμως, το σύνθημα των διοργανωτών (“Make Food Not War”) έχει γίνει τρομερά επίκαιρο στα χρόνια αυτά, καθώς έχει ανοίξει και η συζήτηση σχετικά με τη γεύση και το φαγητό. Σε παγκόσμιο επίπεδο, το χάσμα μεταξύ της φτώχειας και του πλούτου εξακολουθεί να διευρύνεται, όπως και το χάσμα μεταξύ της πείνας και της αφθονίας. Η βιομηχανία τροφίμων εκμεταλλεύεται ανεύθυνα τους φυσικούς πόρους. Το φαγητό αντιμετωπίζεται ως ασήμαντη, τυπική διαδικασία και η γεύση τυποποιείται. Σαν αντίδραση σε αυτό το κλίμα, έχει σχηματιστεί μια οιονεί “γαστρονομική αντιπολίτευση” που αποτελείται από κορυφαίους σεφ, ακτιβιστές και απλούς, κανονικούς ανθρώπους που ανακαλύπτουν εκ νέου την απόλαυση της μαγειρικής και της γεύσης αλλά και την μαγεία της απλότητας.

Η κεντρική ιδέα είναι ότι το καλό φαγητό αποτελεί απαραίτητο συστατικό της καλής ζωής, πράγμα που έχει και πολιτικές προεκτάσεις. Οι άνθρωποι που κάθονται και τρώνε μαζί μπορούν να συζητήσουν γύρω από ένα τραπέζι με πολύ μεγαλύτερη ζεστασιά και ειλικρίνεια (ο συμβολισμός των working dinners ή lunches είναι πανάρχαιος). Επίσης, η μαγειρική συνδέεται στις μέρες μας έντονα με τις κοινωνικές και οικολογικές ανησυχίες. Όταν αφήσουμε την μαγειρική στην άκρη και εγκαταλείψουμε τη διατροφή μας σε τυποποιημένα προϊόντα μαζικής παραγωγής, χάνουμε ένα βασικό μέρος της ανθρωπιάς μας. Οι άνθρωποι μαγειρεύουν και πάντοτε μαγείρευαν το φαγητό τους – κι αυτό έχει τεράστιο πολιτισμικό φορτίο.

Το παράδειγμα της Μπερλινάλε βρήκε γρήγορα μιμητές: το φεστιβάλ κινηματογράφου του Σαν Σεμπαστιάν εγκαινίασε το 2011 το θεματικό τμήμα Culinary Zinema (είναι η βάσκικη λέξη για το σινεμά), εκμεταλλευόμενο το γεγονός ότι στη χώρα των Βάσκων βρίσκονται μερικά από τα καλύτερα εστιατόρια του κόσμου: Mugaritz (2 αστέρια Michelin), Arzak (3 αστέρια), Martín Berasategui (3 αστέρια), Akelarre (3 αστέρια). Φέτος, το 2016, τα φεστιβάλ κινηματογράφου του Σαν Ντιέγκο και της Νάπα Βάλεϊ έχουν culinary panels ενώ το διενθές φεστιβάλ κινηματογράφου της Τρανσιλβανίας πρόβαλε σε ειδική γαστρονομική βραδιά το περσινό ντοκιμαντέρ του Pierre Deschamps για τον σεφ René Redzepi και το διάσημο εστιατόριο του, το Noma, παραθέτοντας και δείπνο για τους θεατές.

Το ελληνικό χρώμα δεν λείπει από τη νέα μόδα των γαστρονομικών αναφορών στα κινηματογραφικά φεστιβάλ. Το Los Angeles Greek Film Festival οργάνωσε προβολές των φιλμ “Πολίτικη Κουζίνα” του Τάσου Μπουλμέτη και “Γλυκά ανατολής” του Άγγελου Αμπατζόγλου προσφέροντας και ένα Gastronomical Sidebar με ελληνικές γεύσεις για τους θεατές. Μακάρι και οι Αθηναϊκές Νύχτες Πρεμιέρας αλλά και το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης να εντάξουν τη γραστρονομία στη θεματική τους σύντομα!