Αλεξάνδρα Τσόλκα

24 Μαΐου 2017
Μικαέλα Θεοφίλου
Η γνωστή δημοσιογράφος και συγγραφέας μας αποκαλύπτεται γαστρονομικά και με τον τρόπο που μόνον εκείνη ξέρει.

Η Αλεξάνδρα είναι από εκείνες τις δημοσιογράφους που δεν ήθελα ποτέ να χάνω τη στήλη της στο Down Town, δεν ήθελα ποτέ να χάνω συνέντευξή της ούτε φυσικά κανένα κείμενο της ή βιβλίο της. Από αυτά που ισορροπούν περίτεχνα ανάμεσα  στο εξαιρετικό της χιούμορ και τη συγκίνηση, την ελαφράδα αλλά και την δύναμη των λέξεων της. Η Αλεξάνδρα κάνει τα λόγια, εικόνες! Υπέροχες εικόνες. Εικόνες παλιές γεμάτες ρομαντισμό και αναμνήσεις και εικόνες καινούριες γεμάτες από προσεκτικά επιλεγμένες στιγμές κάποιες από τις οποίες αν δεν ήταν εκείνη δε θα τους δίναμε την αρμόζουσα σημασία. Η Αλεξάνδρα λοιπόν, αυτό το πολυτάλαντο πλάσμα, γράφει, γράφει γράφει… Για τις στήλες της  στον Φιλελεύθερο και το Down Town, ασχολείται με την προώθηση  του παραμυθιού που έγραψε,  «Η κακιά η μάγισσα παραιτείται»,  κάνει παρέα με αυτό με επισκέψεις σε σχολεία, ολοκληρώνει την επιμέλεια της βιογραφίας της Δούκισσας, «Που πας χωρίς αγάπη» που έγραψε ο γιος της, ο Κυριάκος Παπαδάκος. Τα βράδια δουλεύει στο «Χυτήριο» στην παράσταση «Πετάει – Πετάει», ενώ βοηθάει και  στην προετοιμασία για τον επόμενο θεατρικό χειμώνα της «Άννας Φρανκ». Και ανάμεσα σ’ αυτά βρήκε χρόνο να μας σκιαγραφήσει το γαστρονομικό της προφίλ.

" Ξυπνάω 7 η ώρα το πρωί για να ετοιμαστούν τα κορίτσια για το σχολείο,  να γράψω , να κάνω τα τηλεφωνήματα μου και να ετοιμάσω τις στήλες αλλά και να ασχοληθώ με την προώθηση του  παραμυθιού μου "Η κακιά η μάγισσα παραιτείται."

 Πάντα περνάω για κουλουράκια, τυρόπιττες και ψωμί πολύσπορο για το δεκατιανό των παιδιών στο σχολείο,  απ’ τον φούρνο του Καρρά στην Άνοιξη, που είναι παράδοση στη περιοχή! Καφέ θα πάρω απ’ τη καντίνα του Μικέλ στην Άνοιξη, επίσης, στη λεωφόρο Μαραθώνος πιο πάνω και πάντα ζεστό».

Αγαπημένο φαγητό του δρόμου είναι φυσικά  το σουβλάκι! Το προτιμώ απ την Σουβλακερί στα Κιούρκα, που έχει άψογη ποιότητα κρέατος, ή απ’ τον Κοντάκη στον Άγιο Στέφανο, κοντά στις γραμμές του τρένου.

Βέβαια μεσημεριανό τρώμε στο σπίτι. Συνήθως έχω φαγητά και απ τη μαμά μου, που έχω περάσει από κει και έχω εφοδιαστεί πίττες με φύλο ανοιγμένο απ την ίδια, ντολμαδάκια αβγολέμονο, μουσακά, ασύγκριτο παστίτσιο. Εγώ φτιάχνω πιο εύκολες συνταγές, όπως κοτόπουλο με μέλι, μουστάρδες και λεμόνι στο φούρνο, ή χοιρινό πουγκί στη λαδόκολλα με φέτα, κολοκυθάκια, ντομάτα, πατάτα και ρίγανη. Κανέναν αρακά, πιο αραιά μακαρονάδες στο φούρνο με λευκές σάλτσες και πολλά τυριά. Με τον σύζυγο μου -και λόγω της περιοχής που ζούμε, έρχονται συχνά φίλοι -αυτοί ως εκδρομή- ψήνουμε στα καρβουνά, όπου εγώ αναλαμβάνω μαρινάδες και σαλάτες. Οι τελευταίες έχουν πάντα λάδι απ το δικό μας στο Μεσολόγγι και κρέμα μπαλσάμικου, ανάλογα τα συστατικά τους.

 Το ευτύχημα εδώ στο υπόλοιπο Αττικής είναι πως υπάρχει παραγωγή και βρίσκεις στην διατροφή αγνά προϊόντα. Ψωνίζω κρέατα πάντα απ’ τον Ρούσση στο Πολυδένδρι, σούπερ μαρκετ πάω στον Κρητικό στον Άγιο Στέφανο που έχει μια υπεροχή οικογένεια ή απ’ τον Κρητικό στις Αφίδνες που βρίσκεις τα πάντα! Λαχανικά και φρούτα προμηθεύομαι από ένα οπωροπωλείο που έχουν δυο νέα παιδιά, μοντέρνο αλλά με παραδοσιακή διάθεση στη πλατεία της Άνοιξης. Για τα πιο ψαγμένα, στο Πολυδένδρι, δίπλα απ΄ τον Ρούσση είναι μια απίθανη κυρία που έχει εδέσματα απ όλη την Ελλάδα! Από κει θα πάρω σπάνια τυριά, φύλλα για πίτες, παστουρμά, παξιμάδια, αλλαντικά από Σπάρτη, Κρήτη ή Μακεδονία. Από δω παίρνω και τσίπουρο ή ούζο.

 Σαν όλες τις οικογένειες έχουμε στο ψυγείο μας πάντα γάλα ελαφρύ, το πράσινο και συνήθως Όλυμπος! Βούτυρο χωριάτικο, «Ήπειρος», φρούτα και λαχανικά, κυρίως καρότα, κολοκυθάκια, μαρούλια και ντομάτες, φέτα, υλικά για τοστ και στη κατάψυξη παγωτά απ’ τον Στάμου, παραδοσιακό γαλακτοπωλείο με παγωτά από αληθινό γάλα. Αυτό  που αποτελεί εξάρτηση πλέον για μένα και υπάρχει οπωσδήποτε στο σπίτι μας είναι κρέμες μπαλσάμικο με σύκο, με ρόδι, με μέλι! Από την άλλη , δεν έχω φάει ποτέ ψάρι και αβγό. Για τα παιδιά υπάρχουν βέβαια και τα δύο αλλά μετά για να μη μυρίζω τις οσμές κάνω τα πάντα! Καίω καφέ, ραντίζω με σπρέι με άρωμα βαμβακερής μπουγάδας, σφουγγαρίζω και περνώ τους πάγκους της κουζίνας με ξύδι.  

Με την Βάσια Παναγοπούλου την φίλη, σχεδόν αδελφή μου πια με τα χρόνια, πεταγόμαστε απ’ το Χυτήριο, στην Κανέλλα, στο Γκάζι, όπου λατρεύω το σπανάκι τους με κιμά και γιαούρτι! Με τις οικογένειες μας πηγαίνουμε παραδοσιακά στις μεγάλες γιορτές στο κινεζικό στο Golden Phoenix στην Χαριλάου Τρικούπη. Η μικρή μου κόρη λατρεύει τα ψάρια όπου τα βρίσκουμε στην Νέα Ιωνία, σε ένα ψαράδικο πάνω απ τη πλατεία του Στέλιου Καζαντζίδη. Εδώ έχουν τις καλύτερες μαριδούλες της Αθήνας. Στις Αφίδνες θα πάμε στου Γιάννη, κάτω στον Κοκκινόβραχο, όπου δεν υπάρχουν καλυτέρα κεφτεδάκια, πίττες, παϊδάκια και φυσικά μπακλαβάς με σπιτικό φύλο!

Μια άλλη μου αγαπημένη συνήθεια είναι γυρνώντας απ το Χυτήριο, να παίρνω απ την Ερυθραία, απ την Χαριλάου Τρικούπη, νουντλς απ’ το Street Walk

Αγαπημένο μου πιάτο; Τα μακαρόνια με κιμά, όπως τα φτιάχνει η μάνα μου! Συνειρμικά και μόνο, σ’ όλα μου τα παιδικά χρόνια, είχε ένα μεγάλο πράσινο πολύ 70’s ραδιόφωνο στη κουζίνα και σταμάταγε την βελόνα του, όποτε άκουγε Χατζιδάκι. Πόσο «όταν περνούν τα σύννεφα» και «ουρανέ, όχι δε θα πω, το ναι» έχω ακούσει Θεέ μου, ρίχνοντας μυζήθρα στα μακαρόνια.  Και μιας που είμαστε στο παρελθόν ας παραμείνουμε εδώ για να θυμηθώ μαζί σας όλα εκείνα τα μεγάλα κυριακάτικα γιορτινά τραπέζια με παιδιά να παίζουν και οι γονείς να’ ναι νέοι και οι θείοι να υπάρχουν όλο όνειρα. Όλες οι πασχαλιάτικές άνοιξες στην Αιτωλοακαρνανία, με γέλια, αγάπη, τον παππού να ζει και το τραπέζι να στρώνεται έξω, κάτω από τις πορτοκαλιές τις ολάνθιστες. Ήταν η εικόνα της ευτυχίας για πάντα και η βίαιη σπρωξιά της νοσταλγίας στο ανέφικτο.

Άντε στην υγειά μας με ένα μαντουβά κρητικό όποτε θέλω κρασί ή ένα ουίσκι –πιο πολύ Glenfiddich- αν έχω όρεξη για ποτό.

Παράνομη και ανομολόγητη είναι σχέση μου με το γαλακτομπούρεκο απ’ το Κοσμικόν στην Αθήνα! Κολασμένος δεσμός και αποκλειστικός. Είναι το μόνο γλυκό που έχω εξάρτηση, μιας και δε τα πολυαγαπώ! Αλλά αυτό το γαλακτομπούρεκο, το όλο κρέμα, τραγανιστό φύλλο, βούτυρο και παχύ σιρόπι είναι το πάθος μου και η μαύρη σοκολάτα ΙΟΝ με αμύγδαλο είναι το comfort food μου! Την έχω συνδέσει πια, σε ξαπλωτή πόζα εμπύρετη».

Ας ταξιδέψουμε τώρα μαζί στις γεύσεις που αγάπησα από τα ταξίδια μου.  Η κριόλ κουζίνα στις Σεϋχέλλες και η ιδιαίτερη γεύση της καρδιάς του κοκοφοίνικα, οι αστακοί στα καρβουνά στη Τζαμάικα, η παχιά σούπα με κρέμα clam chowder, στο Νορθάμπτον, τα οστρακοειδή με ειδικά σχεδόν χειρουργικά εργαλεία στο Κι Λάργκο, το κοχύλι του Σεν Ζακ στις Βρυξέλλες, ένα Ιταλικό, κάτω απ΄τη γη, σαν γήπεδο, με χειροποίητη πάστα στην… Πράγα! Στο Sofia’s, του κουμπάρου μου του Τάμυ, στο Σπρίνγκφιλντ της Μασαχουσέτης οι πικάντικες φτερούγες κοτόπουλο και οι πίτσες του, Ιταλικές με … κερκυραϊκή όμως, δημιουργικότητα! Οι μπουκουνιές στη Νίσυρο, οι χταποδοκεφτέδες στην Κάλυμνο, το βραστό στο Πήλιο και η λίστα μοιάζει ατέλειωτη…

Δεν είμαι καλοφαγού, ούτε ιδιαίτερη εκπολιτισμένων γούστων. Μαγειρεύω και τρώω ανάλογα τις ανάγκες της οικογένειας μου, με μια τάση περισσότερο να συνδέω τη στιγμή και την σκηνοθεσία με την διαδικασία της επαφής, πάρα με τη καθ’ αυτώ  γεύση. Είμαι μαγείρισσα του Internet με συνταγές που ψάχνω εκεί και τρώω η ίδια, συχνά όποτε το θυμηθώ, όρθια, αφηρημένα και γιατί πείνασα και πόνεσε το στομάχι μου. Ξεχνιέμαι.  

 Αν ήταν όμως η τελευταία μου μέρα επάνω στη γη θα’ θέλα να’ χω ένα τραπέζι στρωμένο στα λευκά, μέσα στο νερό μιας ακρογιαλιάς, να κοιτάω να νυχτώνει, να’ χει πάνω ντομάτες, ελιές, ψωμί, λάδι και πορτοκάλια και να κλαίω για όλη την ομορφιά που με αποκλείει, παρέα με εκείνους που θα παραμείνουν πίσω και όσους έφυγαν για πάντα. Θα΄ θέλα να’ χει σε ένα ποτήρι φρέζες και μοσχομπίζελα και να ακούγεται μόνο το κύμα. Δε θα’ τρώγαν φυσικά, θα αρκούσε η γεύση της αλμύρας των δακρύων μου να χορτάσει με εκείνη του αέρα της αλατιού της θάλασσας. Και θα’ μένε η καρέκλα μου, η ψάθινη, κενή, να τη χτυπά το κυματάκι αδιάφορα."