Concours Mondial de Bruxelles: Σκέψεις από ένα διαγωνισμό. ¨Η μάλλον από 5…

14 Ιουλίου 2021
Σίμος Γεωργόπουλος
Η 5η μου συμμετοχή στο Concours Mondial de Bruxelles με έκανε να γυρίσω σπίτι με το μπλε pin αλλά και με πολλές σκέψεις για το παγκόσμιο κρασί.

Σε πείσμα της πανδημίας ο διαγωνισμός κρασιού Concours Mondial de Bruxelles όχι μόνο πραγματοποιήθηκε αλλά κατάφερε να συγκεντρώσει και περίπου 10,000 δείγματα, γεγονός που τον καθιστά έναν από τους μεγαλύτερους (αν όχι τον μεγαλύτερο) του είδους στον κόσμο.

Και μπορεί να μην συγκέντρωσε τους 300 περίπου κριτές για 6 μέρες στην Κίνα όπως ήθελε ο αρχικός σχεδιασμός, ωστόσο το Λουξεμβούργο φιλοξένησε την  άρτια και απόλυτα ασφαλή 21η έκδοση, με τους δοκιμαστές να έχουν χωριστεί σε 3 ομάδες που έκαστη παρέμεινε στο δουκάτο για 4 ημέρες.

Ο φετινός διαγωνισμός ήταν  ο 5ος προσωπικός μου και ως εκ τούτου “επιβραβεύτηκα” με ένα μπλε pin. Βέβαια η ουσιαστική επιβράβευση είναι η ευκαιρία που σου δίνεται να βρεθείς με γευσιγνώστες από όλο τον κόσμο (από όλη την Ευρώπη φέτος και πέρσι λόγω Covid-19) και να δοκιμάσεις κρασιά από κάθε γωνιά αλλά και κάθε ποικιλία του πλανήτη.


Προφανώς ένας διαγωνισμός που –όπως οι περισσότεροι- σαν σκοπό έχει το να φέρει στο τραπέζι του απλού καταναλωτή άρτια, ποιοτικά κρασιά δεν θα γεμίσει τα ποτήρια με Chambertin και Richebourg ώστε να δει κανείς τις διαφορές των δύο μυθικών terroirs αλλά ούτε Ornellaia και Sassicaia σε μια μονομαχία για το στέμμα του Bolgheri.

Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι το CMB στερείται λάμψης, με κρασιά ακριβοθώρητων ονομασιών προέλευσης  –όπως Amarone della Valpolicella, Saint Emilion Grand Cru ή Barolo- να εμφανίζονται συχνά-πυκνά στις λίστες που κάθε δοκιμαστής λαμβάνει μετά το πέρας των flights.

Πάντως η πρώτη σκέψη που έρχεται στο μυαλό είναι ότι στην περίπτωση των λευκών κρασιών οι οινολόγοι μπορούν να κάνουν (σχεδόν) τα πάντα, αφού ποικιλίες με πολύ συγκεκριμένο προφίλ από περιοχές με πολύ συγκεκριμένο terroir υφίστανται “εξωγήινες” μεταμορφώσεις. Εντάξει, δοκιμάζεις ένα ελαφρύ, τραγανό κρασί γεμάτο αρώματα gooseberry που βροντοφωνάζει “είμαι Sauvignon Blanc”· το επόμενο όμως είναι πληθωρικό και γεμάτο με τα αρώματα ανανά ενός Chardonnay ενώ το μεθεπόμενο με την κρεμώδη, βερυκοκένια αίσθηση ενός Βιδιανού. “Mix flight από την Ελλάδα” σκέφτεσαι και ξανασκέφτεσαι· και μετά απλώς θέλεις να αλλάξεις επάγγελμα όταν την μια φορά παίρνεις το χαρτί και διαβάζεις “Bordeaux Blanc (Sauvignon)” ενώ την άλλη “Sud Quest Gascogne Sauvignon Blanc)” !

Πάντως  σχεδόν όλα τα κρασιά που έχουν βρεθεί στο ποτήρι μου  είναι πεντακάθαρα και απαλλαγμένα από αναγωγικές οσμές, ακόμα και αν προέρχονται από την πλέον πρόσφατη εσοδεία. Ως εκ τούτου οι τόσο συχνά εκφρασμένες  δικαιολογίες του στυλ “ μόλις πριν από μια εβδομάδα εμφιαλώθηκε ” δεν θα κατάφερναν να συγκινήσουν κανένα άλλο ακροατήριο πλην αυτό των Ελλήνων οινοφίλων…

Από την άλλη το αισθητικό χάσμα της Γαλλίας με τον υπόλοιπο κόσμο πλέον έχει γίνει …χαραμάδα! Η ανάγκη της πρώτης να ικανοποιήσει τις “more is more” απαιτήσεις της ανά τον πλανήτη πελατείας και της πλειοψηφίας των κριτικών από την μια και η προσπάθεια όλων των άλλων χωρών να μπουν στα “fine wine” σαλόνια τα οποία είναι ανοικτά μόνο σε όσους ομιλούν την Γαλλική από την άλλη,  έχουν  αντιστρέψει τελείως την στιλιστική εικόνα. Έτσι όταν μυρίζεις τόσο μαρμελαδιασμένο φρούτο και τόσο νέο βαρέλι που θα έκαναν ακόμα και το πλέον block buster Ελληνικό κρασί να μοιάζει με φίνο ερυθρό Μπορντό,  ε τότε ξέρεις ότι δοκιμάζεις ερυθρό Μπορντό!!

Φυσικά υπάρχουν ακόμα περιοχές που κρατάν ψηλά την σημαία του χαρακτήρα και ανεξαρτήτως απόλυτων επιδόσεων εξακολουθούν να προσφέρουν την τόσο σπάνια όσο και πολύτιμη αρετή του  “gout de terroir”. Το απόλυτο παράδειγμα είναι η Καμπανία, όπου δεν χρειάζεται καν να δοκιμάσεις· αρκεί να φέρεις το ποτήρι στην μύτη και καταλαβαίνεις γιατί τα κρασιά αυτής της φημισμένης περιοχής δεν είναι απλώς τα καλύτερα αφρώδη του κόσμου αλλά και τα καλύτερα κρασιά του κόσμου! Εκτός αφρωδών πάντως οι  καταξιωμένες περιοχές της  Ιταλίας φαίνεται ότι υπηρετούν καλύτερα από όλες την συνέπεια του στυλ, κάτι που μου απέδειξαν τόσο τα Amarone φέτος όσο και flights από την Τοσκάνη και το Πιεμόντε σε προηγούμενες χρονιές.

Ένα άλλο συμπέρασμα άξιο αναφοράς είναι και η ικανότητα σχεδόν κάθε οινοπαραγωγικής χώρας να παράξει αξιόλογα κρασιά. Και δεν είναι μόνο η Πορτογαλία που εκπλήσσει λαμβάνοντας κάθε χρόνο τις καλύτερες βαθμολογίες μου αλλά και τα ερυθρά της Anatolia από την γειτονική Τουρκία, τα Τσέχικα Ryzlink, τα Κινέζικα Chardonnay που κατά περίπτωση εντυπωσιάζουν, αποδεικνύοντας ότι ο παγκόσμιος ανταγωνισμός είναι πιο έντονος και σκληρός από ποτέ.

Κλείνοντας με τα του οίκου μας, δεν μπορεί κανείς να μην παρατηρήσει την μεγάλη διαφορά των μεταλλίων μεταξύ λευκών και των ερυθρών. Αν και δεν έχω στα χέρια μου σημαντικά στοιχεία για την διεξαγωγή συμπερασμάτων –όπως αυτά του συνολικού αριθμών των Ελληνικών συμμετοχών ή τα ποσοστά ανά κατηγορία- δεν χρειάζεται να είναι κανείς επιστήμονας για να καταλάβει ότι τα πρώτα αποσπούν συνεχώς το μερίδιο του λέοντος σε σχέση με τα δεύτερα, με την αναλογία των τελευταίων 4 χρόνων να κυμαίνεται από το 2:1 έως το 4:1.  Σε μια χώρα τόσο ζεστή και ηλιόλουστη –συνεπώς πιο κατάλληλη για παραγωγή κόκκινων- οι παραπάνω αριθμοί δείχνουν ότι κάτι μάλλον πάει στραβά…

Έχω εκφράζει πολλές φορές την πεποίθηση ότι τα ροζέ είναι το δυνατότερο (συγκριτικά) χαρτί της χώρας και νοιώθω ότι ίσως να μην κάνω μεγάλο λάθος, αφού η Ελλάδα φέτος κατέκτησε 17 έναντι 5 το 2018 που ήταν και η καλύτερη χρονιά της! Φυσικά ο συνολικός αριθμός των ροζέ  συμμετοχών αυξάνεται αλματωδώς σε κάθε CMB όμως αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι σχεδόν έφτασε τα λευκά (23) ενώ διέλυσε τα ερυθρά (6). Επομένως, μήπως η Ελλάδα θα πρέπει να εγκαταλείψει τις ισχύουσες, πενιχρές αποτελεσμάτων καμπάνιες στο εξωτερικό και να βγει σύσσωμη με ένα απλό “Rose from Greece”;