Παύλος Ευμορφίδης, φυσικώς ορθός

10 Οκτωβρίου 2012
Ήρα Σινιγάλια
Παύλος Ευμορφίδης Coco-Mat Nafsika hotel Coco-Mat Hotels& Resorts Worldwide

Ο ιδιοκτήτης της Coco-Mat δεν είναι ένας συνηθισμένος Έλληνας όπως θα δείτε στη συνέντευξη αυτή. Δεν είναι που κινείται με το ποδήλατο. Είναι η προσήλωσή του στο αυθεντικό, με άξονα τον… Ευμορφίδειο τρόπο ζωής που είναι απολύτως οικολογικός. Απόδειξη, το νέο εγχείρημα της εταιρείας που στρέφεται στη φιλοξενία, με πυξίδα τα  Coco-Mat Hotels& Resorts Worldwide.

-Γιατί δεν έχετε κινητό;

Γιατί όλα είναι στο μυαλό. Εσύ έχεις φυτέψει ποτέ πατάτες; Γιατί δηλαδή όλος ο κόσμος έχει κινητά και δεν φυτεύει πατάτες; Σε έχουν κάνει να πιστεύεις ότι η χαρά είναι από εδώ και όχι από εκεί.

-Έχετε κάνει αθλητισμό;

Έχω κάνει λίγο, αλλά από τα τέσσερα παιδιά μου ο ένας παίζει στον Άγιαξ.

- Όταν είστε λοιπόν στο εξωτερικό και έρχονται και σας λένε…

Γιατί μου μιλάς στον πληθυντικό; Δύο είμαστε; Ένας είμαι!

-Ωραία. Όταν έρχονται και σου λένε έξω ότι οι Έλληνες είναι ρεμάλια και τεμπέληδες, τι απαντάς;

Να σου πω ένα παραδειγματάκι γι’ αυτό. Μια ολλανδική δεξιά εφημερίδα έγραψε με κεφαλαία γράμματα: «Κάθε ολλανδική οικογένεια έστειλε στην Ελλάδα τριακόσια ευρώ». Το κοιτάζω πρωί-πρωί και λέω, τι λένε ρε; Πάω την άλλη μέρα στο σύλλογο που παίζει ο γιος μου, ο Τομ, μπάλα και τους λέω: «Παιδιά, πόσοι είσαστε;» Στην ομάδα του γιου μου ήταν καμιά τριανταριά. Αλλά στην κατηγορία ήταν καμιά εκατοστή. Κοιτάξτε, λέω, για να ξοφλήσω τουλάχιστον αυτά που έχετε στείλει εσείς, θα σας δώσω τρεις νύχτες στον καθένα. Εκατό ευρώ η κάθε νύχτα, σε κάθε ξενοδοχείο, άρα τρία επί εκατό τριακόσια. Επομένως, σε εσάς τουλάχιστον, δεν χρωστάμε.

Να σου πω όμως κάτι. Μας μεταλλάξανε. Αφού έχουμε φύγει από εκείνο που αγαπάμε, από εκείνο που είμαστε, και μας έχουν δώσει κάτι άλλο. Γι’ αυτό μαζευτήκαμε όλοι στην Αθήνα, κάναμε αυτά που κάναμε και χρωστάμε στον κόσμο. Και αυτοί, με το δίκιο τους, γυρνάνε και λένε «σας δώσαμε λεφτά». Όμως δεν τα χρειαζόμαστε τα λεφτά. Να, ξέρεις τι θέλω να κάνω εδώ στη φάρμα που έχουμε για να αλλάξουν λιγάκι τα πράγματα στα παιδιά; Θέλω να έρχονται τα σχολεία και να βάζουν τα πιτσιρίκια πατάτες, μελιτζάνες, μπρόκολα και μετά να τα μαζεύουν και να πηγαίνουν σπίτι και να λένε «τα έβαλα και τα έβγαλα». Τότε η οικογένεια θα συνειδητοποιήσει πόσο απλό πράγμα είναι να είμαστε αυτόνομοι.

-Ήσουν έτσι πάντα ή προέκυψε κάποια στιγμή;

Έτσι ήμουν πάντα, με ένα ποδήλατο γύριζα…

-Βλέπεις δηλαδή τη ζωή σαν παιχνίδι;

Μόνο! Τι άλλο είναι; Εσύ πώς τη βλέπεις, σοβαρά;

-Τι διαφορετικό θέλεις να κάνεις με τα ξενοδοχεία;

Είναι απλό. Τι θέλει ένας άνθρωπος που έρχεται σε ένα ξενοδοχείο; Να νιώθει σαν στο σπίτι του, να γελάει. Εγώ πήγαινα παλιά σε ξενοδοχεία όπου με έπιανε άγχος και δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Ήταν τα δωμάτια, ήταν τα παράθυρα, δεν μου μίλαγε κανείς... Έτσι ήμουν συνέχεια έξω. Μάλιστα με είχαν πάει με το ζόρι σε ένα ξενοδοχείο που κόστιζε πεντακόσια ευρώ τη βραδιά. Ντρεπόμουν που τ’ άκουγα. Να δώσεις τόσα λεφτά και να μην περνάς καλά;

Τι είναι λοιπόν ένα ξενοδοχείο; Φιλοξενία από το φιλεύω. Να πας κάπου να μιλήσεις, να γελάσεις, να φας κάτι, να γνωρίσεις κόσμο, να περάσεις σαν στο σπίτι σου. Αν το σκεφτεί αυτό ο ξενοδόχος, πάει καλά. Αλλά σκέφτεται «θα μου δώσεις ογδόντα ευρώ», πόσο κάνει εκείνο, πόσο το άλλο, κοιτάει τα λεφτά με άλλα λόγια. Όμως σε αυτό το ξενοδοχείο (εννοεί το Nafsika στην Κηφισιά) υπάρχουν άνθρωποι που μένουν δυόμιση μήνες. Δεν το πίστευα ούτε εγώ.

-Τα λεφτά είναι αδιάφορα στη ζωή σου;

Εντελώς. Πότε ίδρωσες για τελευταία φορά στη ζωή σου; Αν δεν ιδρώνεις κάθε μέρα, δεν περνάς καλά. Μπορούμε να το περάσουμε αυτό στον Έλληνα; Δεν έχουμε καταλάβει τα απλά, γι’ αυτό είμαστε όλοι στην τσίτα. Η αξία μας είναι να βάλουμε δυο τρεις πατατούλες, να πάμε με το ποδηλατάκι μας. Αρκετοί μου λένε είσαι κονομημένος, γι’ αυτό τα κάνεις. Όμως έτσι ήμουν πάντα. Γι’ αυτό πέρασα καλά. Τι είναι τα λεφτά στην πραγματικότητα; Μέσο συναλλαγής, επιβίωσης; Όχι! Είναι ένα δικαίωμα που σου δίνει κάποιος άλλος, όταν δεν το έχεις. Σε όλα τα κράτη που πήγα χωρίς λεφτά γνώρισα ωραίο κόσμο, γύρισα εφτά χρόνια μαθαίνοντας γλώσσες, λέγοντας στον έναν ή στην άλλη, να κοιμηθώ στο σπίτι σου απόψε; Δεν χρειάζονται τα λεφτά ρε!

-Όμως αυτό το μποέμ στυλ ζωής ήταν εκ του ασφαλούς με τη βεβαιότητα ότι υπάρχει κάτι από πίσω;

Όχι βέβαια. Ο πατέρας μου είχε πεντακόσια ευρουδάκια και τα μοίραζε στις γιαγιάδες στα Πατήσια. Όμως ήμασταν νοικοκυρεμένοι. Εγώ δούλευα σε βενζινάδικα και έβγαζα λεφτά.

-Δεν πετάς πράγματα;

Όχι, ποτέ! Κοίτα τις κάλτσες μου, τρύπιες είναι.

-Πώς γνώρισες τη γυναίκα σου;

Στη Σάμο, στο στρατό. Βέβαια, για χρόνια έλεγα στον κόσμο ότι τη γνώρισα σε ένα πανεπιστήμιο στη Γερμανία  (γέλια). Ντρεπόμουν να το πω στον κόσμο.

-Στο στρατό ήσουν λοχαγός, έτσι;

Ήμουν σ’ ένα φυλάκιο, πάνω από τη θάλασσα. Γενικά εγώ δεν πιστεύω σε Τούρκους, Μουσουλμάνους, Έλληνες, που θα σκοτώσουμε ο ένας τον άλλον, ότι θα μας πάρουν τα σύνορα. Ωραία, έλα πάρ’ τα! Έλα εδώ να κάτσουμε παρέα. Εμένα όμως δεν μπορείς να με κατακτήσεις. Το φυλάκιο λοιπόν το είχαμε κάνει καλοκαιρινό. Παίζαμε μπάλα, είχαμε κουνέλια, μονόζυγα, φρούτα, λαχανικά. Έδιωχνα τους φαντάρους έξω, να πάνε να δουλέψουν, να στείλουν λεφτά στις οικογένειές τους και τους μάθαινα αγγλικά. Αυτό ήταν το φυλάκιο: Αγγλικά, αθλητισμός, οι στρατιώτες να πηγαίνουν να δουλεύουν να βγάζουν κάνα μεροκάματο και να το στέλνουν σπίτι τους. Ώσπου κάποιος μας κάρφωσε και παραλίγο να περάσω στρατοδικείο.

-Φοβάσαι κάτι;

Όχι, τίποτα απολύτως. Άγνοια κινδύνου. Στο σπίτι κλειδί δεν έχω, είναι ανοιχτό. Και αυτό συμβαίνει σε όλα μου τα σπίτια και δεν με έχουν κλέψει ποτέ. Φοβούνται, υποψιάζονται ότι μπορεί να έχει κάτι άλλο μέσα!

-Πόσες ώρες κοιμάσαι;

Πέντε ωρίτσες φτάνουν. Είναι μεγάλη ιστορία να μην κοιμάσαι σε ελατήρια, σε μέταλλο. Πόσο έζησε ο Σωκράτης, ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης; Πάνω από εβδομήντα. Γιατί κοιμόντουσαν σε άχυρα. Ο αμέταλλος ύπνος σου δίνει ενέργεια.

-Πιστεύεις επομένως στην ενέργεια…

Δεν έχω τι να την κάνω! Πραγματικά, δεν ξέρω τι θα πει κούραση. Μάλιστα έχω να φάω κρέας τριάντα χρόνια γιατί καταναλώνεις τόση ενέργεια για να το χωνέψεις, που στο τέλος γίνεσαι ράκος.

-Το πιο αντί-οικολογικό πράγμα που κάνεις ποιο είναι;

Μερικές φορές με βάζουν με το ζόρι στο αυτοκίνητο και το αποδέχομαι. Αλλά δεν έχω μπει σε ασανσέρ ποτέ στη ζωή μου. Ανεβοκατεβαίνω με τα πόδια ακόμα και στη Νέα Υόρκη.

-Η ιδέα να κάνεις το ταξίδι Άμστερνταμ-Αθήνα με ποδήλατο μαζί με το γιο σου πώς σου ήρθε;

Μέσα σ’ ένα απόγευμα! Λέω στο γιο μου, «πάμε μια Ελλάδα», γιατί τότε ήμασταν στη κόντρα. Ούτε καν μιλιόμασταν, αλλά τώρα έρχεται τη Δευτέρα και θέλει να κάνει το πρώτο οικολογικό εστιατόριο στο εξωτερικό με πρώτες ύλες από την Ελλάδα. Σε εκείνη τη φάση του λέω «πάμε, γιατί μπορεί να είναι το τελευταίο μου ταξίδι». «Πάμε, μου λέει. Θα μου πεις όμως γιατί μπορεί να είναι το τελευταίο σου ταξίδι;» Του απάντησα ότι θα του το έλεγα όταν θα περνούσαμε τις Άλπεις. Και όταν τις περάσαμε νύχτα, τέσσερις η ώρα το πρωί, είχαμε φοβηθεί κιόλας με τον αέρα, τα φορτηγά, του λέω: «τις περάσαμε ρε». Τότε με άγγιξε. Μεγάλη ιστορία για μένα...

-Απέναντί μας είναι η Πάρνηθα. Έχεις ανέβει έτσι;

Ναι, δούλευα και στο καζίνο. Εκεί πάνω γίνεται εξευτελισμός της προσωπικότητας. Γυναίκες, άντρες πουλάνε τα πάντα -και το σώμα τους- για τον τζόγο. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη κατάντια. Έρχονταν κάποιοι και παίζανε σε μια μπίλια εξακόσιες χιλιάδες, ενώ εγώ τότε που πρωτοδιορίστηκα έπαιρνα 28 χιλιάδες δραχμές. Όποιος μπαίνει στο Καζίνο, χάνεται.

-Υπάρχει κάτι που δεν συγχωρείς;

Όχι. Άλλωστε όταν κάνω καλό σε κάποιον και στο τέλος συμβαίνει αυτό που λέει το ρητό, «Ουδείς ασφαλέστερος εχθρός του ευεργετηθέντος»,  λέω, δεν ξανακάνω τίποτα για κανέναν. Αλλά μετά από λίγο το έχω ξεχάσει και μετά πάλι από την αρχή!

 

HCoco-MatHotels& ResortsWorldwide συνεργάζεται με τη HotelBrain για το συγκεκριμένο εγχείρημα, το οποίο περιλαμβάνει ήδη 14 ξενοδοχεία εκ των οποίων δέκα είναι άμεσα συνδεδεμένα με την Coco-MatHotelsandResortsWorldwide. Στην Αθήνα το πρώτο που άνοιξε είναι το Nafsika στην Κηφισιά. Επόμενη άφιξη εν Ελλάδι στη Βυτίνα της Αρκαδίας!