Τι είναι το αννάτο ή ατσιότε

07 Μαρτίου 2023
Θάλεια Τσιχλάκη
«Αννάτο» (annatto) ή» ατσιότε» (achiote) λέγονται οι σπόροι που βρίσκονται στο εσωτερικό των καρπών ενός τροπικού, αειθαλούς θάμνου με μεγάλα κόκκινα λουλούδια, που θυμίζουν άγρια τριαντάφυλλα.

Ονομάζεται «Βίξα η ορελλάνιος» (Bixa orellana). Η Βίξα ή μπίξα είναι φυτό ιθαγενές στις τροπικές περιοχές της Αμερικής, συμπεριλαμβανομένης της Καραϊβικής και του Μεξικού.

Στο Μεξικό, στη γλώσσα των Αζτέκων Ναζουτάλ, αλλά και στις ισπανόφωνες χώρες της Καραϊβικής οι σπόροι αυτοί ονομάζονται «achiote» (ατσιότε). Σε κάποια νησιά της Καραϊβικής και στις περισσότερες περιοχές της Νότιας Αμερικής ονομάζεται «annatto», ενώ στη γλώσσα Tupi-Guarani των Ινδιάνων του Αμαζονίου λέγεται «urucul». Στις Φιλιππίνες λέγεται «achuete» και στις παλιές γαλλικές αποικίες (Τρινιντάντ και Τομπάγκο, Μαρτινίκα και Γουαδελούπη) είναι γνωστό ως roucou.

Οι Ισπανοί έφεραν το μικρό δέντρο από την Αμερική στη Νοτιοανατολική Ασία, το 1600, όπου χρησιμοποιείται πια πολύ συχνά. Παράγεται επίσης στην Ινδία και τη Δυτική Αφρική. Σε όλη τη Λατινική Αμερική – κυρίως στη Βραζιλία, στην Καραϊβική, στο Μεξικό και στην κεντρική Αμερική – τα σποράκια αυτά χρησιμοποιούνται ως μπαχαρικό.

Αντίθετα στην Ευρώπη, αρχικά χρησιμοποιήθηκαν ως βαφική ύλη (το γνωστό rocou ή orlean). Αργότερα η μπιξίνη ή και νορμπιξίνη, η φυσική χρωστική, που λαμβάνεται με εκχύλιση από τους σπόρους της βίξα. Για να διαχωρίζονται, «αννάτο» ονομάζεται το ακατέργαστο εκχύλισμα και «µπιξίνη λέγεται η λιποδιαλυτή χρωστική ενώ η υδατοδιαλυτή χρωστική Ε160 (b) αναφέρεται ως νορµπιξίνη.

Στην κουζίνα

Το αννάτο που προορίζεται για μαγειρική χρήση διατίθεται σε μορφή πάστας ή σκόνης. Έχει μια ιδιαίτερη γεύση – ευδιάκριτη μόνο όταν χρησιμοποιείται σε μεγάλες ποσότητες και για αυτό προτιμάται να αρωματίζει τα τρόφιμα, αντικαθιστώντας το πολύ πιο ακριβό σαφράν.

Στις αγορές των μπαχαρικών οι όροι achiote και annatto χρησιμοποιούνται εναλλακτικά. Μολονότι το αννάτο δίνει συχνά κίτρινο χρώμα στα φαγητά, τους προδίδει σαφώς και μια ήπια πιπεράτη γεύση. Οι σπόροι του αποξηραίνονται και χρησιμοποιούνται ολόκληροι ή αλεσμένοι ως μπαχαρικό. Στη μεξικάνικη κουζίνα ή στην κουζίνα της Καραϊβικής χρησιμοποιούν συχνά και το λάδι ατσιότε και την πάστα. Η πάστα αυτή έχει ένα ελαφρώς κοκκινωπό χρώμα και μια γήινη, ξηροκαρπάτη γεύση κι ελαφρώς πικρή γεύση, χάρη και στα διάφορα άλλα μπαχαρικά που χρησιμοποιούνται στη σύνθεσή της. Η καυστικότητά της είναι χαμηλή (40 βαθμούς στην κλίμακα Scoville). Δίνει τη χαρακτηριστική της γεύση στα μεξικάνικα tacosalpastor και στο pilau, το πορτορικάνικο ρύζι.

Στη βιομηχανία των τροφίμων το αννάτο /ατσιότε χρησιμοποιείται για να δώσει το χαρακτηριστικό του χρώμα στο chorizo, στο βούτυρο και στη μαργαρίνη, σε κάποια τυριά (cheddar) και στο καπνιστά ψάρια.

Τι γεύση έχει

Σε μικρές ποσότητες, ως χρωστική τροφίμων, το αννάτο δεν έχει κάποια ιδιαίτερη, διακριτή γεύση. Όταν χρησιμοποιείται σε μεγαλύτερες ποσότητες προσδίδει στα φαγητά μια γήινη, πιπεράτη γεύση με ελαφρά πικρές νότες. Οι σπόροι του αναδίδουν ένα ήπιο άρωμα λουλουδιών ή μέντας.

Μαγειρεύοντας με ατσιότε

Η σκόνη του μαζί με άλλα μπαχαρικά και βότανα συνθέτουν την πάστα ατσιότε η οποία χρησιμοποιείται ως βάση για μαρινάδες όπου δίνει την καπνιστή της γεύση σε κρέατα, ψάρια και πουλερικά. Ένα δημοφιλές προϊόν που παρασκευάζεται με αλεσμένο ατσιότε είναι το sázon, το οποίο πωλείται σε μικρά σακουλάκια από αλουμινόχαρτο, έτοιμο για χρήση. Οι περισσότερες μάρκες sázon, όμως, περιέχουν MSG εκτός από μία, την Badia .

Οι σπόροι του ατσιότε εμβαπτίζονται σε μαγειρικό έλαιο, το οποίο ονομάζεται «achiote/annatto oil» (λάδι ατσίοτε) ή αναμειγνύονται με λαρδί, για την παρασκευή της achiotina, με την οποία αποκτούν χρώμα και γεύση διάφορα. Η achiotina είναι λαρδί (λιωμένο χοιρινό λίπος), που έχει χρωματιστεί με αννάτο (achiote.) Χρησιμοποιείται κυρίως στις κουζίνες της Καραϊβικής και του Πουέρτο Ρίκο για το τηγάνισμα κρεάτων και λαχανικών, καθώς και για την παρασκευή μαγειρευτών, ρυζιού και φασολιών.

Το σοτάρισμα ή το μαγείρεμα με το λάδι ή το λαρδί αυτό δίνει το χαρακτηριστικό πορτοκαλοκίτρινο χρώμα στο πορτορικάνικο ρύζι, στη νοτιοαμερικάνικη paella, στα κρέατα, στις σούπες, στα μαγειρευτά, στα κάρι και στα πιάτα με θαλασσινά και ψάρια και σε πιάτα με μπάμιες, με γιούκα και με μπανάνες- πλάτανος.