Οι δημοπρασίες οίνων στην Ελλάδα (ή Die Piggy Piggy Die Die)

09 Μαΐου 2012
Ντίνος Στεργίδης
δημοπρασίες κρασί

Πρόσφατα οργανώθηκε στην Αθήνα η «1η στην Ελλάδα» δημοπρασία οίνων «με τη συμμετοχή των καλύτερων ελληνικών οινοποιείων», που όμως μόνο ως αποτυχία μπορεί να χαρακτηριστεί. Γιατί;

Πριν από μερικά χρόνια εμφανίστηκε στην Ελλάδα ένας τύπος που ήθελε να οργανώσει δημοπρασίες οίνων και να ζει με τα ποσοστά που θα αποκόμιζε από τις πωλήσεις. Ήταν τόσο σίγουρος για την επιτυχία του εγχειρήματός του, που κουβάλησε από το Λονδίνο όπου ζούσε, όλη του την οικογένεια και ένα ωραίο αυτοκίνητο, μια Μερσεντές καμπριολέ αντίκα. Στην Αθήνα δεν είχε ούτε έναν γνωστό.

Περιττό να πούμε πως πάνω στους έξι μήνες ο φίλος μας επέστρεψε άπραγος στην Αγγλία, δίχως να έχει κατορθώσει να στήσει ούτε μια δημοπρασία οίνων. Ο λόγος είναι απλός και ακούει στις λέξεις: μεταχρονολογημένη επιταγή.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή

1)   Οι δημοπρασίες οίνων, όπως εξάλλου και οι δημοπρασίες τέχνης, βασίζονται στην ύπαρξη εμπόρων. Αυτοί είναι οι βασικοί πελάτες των δημοπρασιών και όχι οι καταναλωτές. Οι έμποροι, που είναι εξειδικευμένοι και γνωρίζουν σε βάθος το αντικείμενό τους, συχνάζουν (η λέξη δεν είναι τυχαία) στις δημοπρασίες αναζητώντας την ευκαιρία, δηλαδή υποτιμολογημένα ή σπάνια προϊόντα. Τέτοιοι έμποροι ― τουλάχιστον στο κρασί ― στην Ελλάδα δεν υπάρχουν (διευκρίνιση: άτομα με τέτοιες γνώσεις υπάρχουν· τέτοιου είδους έμποροι δεν υπάρχουν γιατί δεν υπάρχει η αντίστοιχη ζήτηση).

2)   Για να υπάρχει αντικείμενο για τους εμπόρους, πρέπει η προσφορά να είναι συνεχής και πλούσια. Πρέπει, δηλαδή, να υπάρχουν ιστορικά εστιατόρια με μεγάλες κάβες που κλείνουν (ή που αποφασίζουν να πουλήσουν μέρος της συλλογής τους ― όπως έκανε πέρυσι το La Tour d’Argent), πλούσιες οικογένειες που βγάζουν στο σφυρί τις οινικές συλλογές συγγενών τους που αποδήμησαν εις Κύριον προτού προλάβουν να τις χαρούν και κατασχέσεις από μαγαζιά και εισαγωγείς που έπεσαν έξω, όπως συμβαίνει τακτικά στην Αγγλία με διάφορες αλυσίδες καβών. Εν ολίγοις πρέπει να κυκλοφορεί στην αγορά κρασί, πολύ κρασί, και πολλών διαφορετικών προελεύσεων. Τόσο, που να δημιουργούνται ευκαιρίες. Και πάλι όλα αυτά στην Ελλάδα είναι ανύπαρκτα.

3)   Οι δημοπρασίες οίνων είναι επίσης εξαιρετική πηγή για την αγορά σπάνιων φιαλών κρασιού, τις οποίες αναζητούν διάφοροι: από απλοί συλλέκτες μέχρι και οινοχόοι. Έχω δει εστιάτορα στη Γαλλία να αγοράζει παμπάλαια φιάλη κρασιού σε γελοία τιμή, το περιεχόμενο της οποίας ο δημοπράτης είχε διευκρινίσει πως δεν πινόταν, προφανώς για το βάλει στη λίστα του για το πρεστίζ και μόνο (όταν θα ερχόταν η ώρα να το ανοίξει ― αν ερχόταν ποτέ ― θα έλεγε στον πελάτη ένα «τι κρίμα, χάλασε» ― end of story). Στην Ελλάδα τέτοιο εξειδικευμένο κοινό δεν υπάρχει, σε μετρήσιμα τουλάχιστον μεγέθη, αλλά πέραν τούτου και πιο σημαντικό, δεν υπάρχουν και τα κρασιά. Τα παλαιωμένα ελληνικά κρασιά είναι ελάχιστα, ενώ ελάχιστα από αυτά, ίσως και κανένα, δεν έχει αποκτήσει τη «μυθική διάσταση» που θα οδηγήσει σε μια διαδικασία ξέφρενης πλειοδοσίας και στην επίτευξη της πολυπόθητης υπεραξίας.

4)   Στο εξωτερικό οι δημοπρασίες οίνων δεν αφορούν μόνο σπάνια και ακριβά κρασιά, για τα οποία διαβάζουμε πού και πού στις εφημερίδες όταν τυγχάνει να «χτυπήσουν» εξωφρενικές τιμές. Πολλές δημοπρασίες αφορούν κρασιά «καθημερινά», μη σπάνια και σε τιμές λίγο καλύτερες απ’ ό,τι στην αγορά. Με άλλα λόγια οι δημοπρασίες αυτές αποτελούν μια εναλλακτική και συμφέρουσα πηγή αγοράς για εστιάτορες, καβίστες, ξενοδόχους κ.λπ. και στο κοινό αυτό στόχευε και ο εξ Αγγλίας φίλος μας, που ήλπιζε να εγκαινιάσει στη χώρα μας έναν νέο τρόπο εμπορίας του κρασιού. Ωστόσο δεν έλαβε υπ’ όψιν του ότι στην Ελλάδα οι αγορές κρασιού από κάβες, εστιατόρια κ.λπ. γίνονται κλασικά (ειδικά τότε!) με μακρινές μεταχρονολογημένες επιταγές, όταν την ίδια στιγμή οι δημοπρασίες είναι συνώνυμες με την τοις μετρητοίς πληρωμή.

Αναπόφευκτα, λοιπόν, οι όποιες δημοπρασίες οίνων έχουν οργανωθεί στη χώρα μας (και έχουν γίνει κι άλλες, οπότε ο ισχυρισμός περί 1ης Δημοπρασίας εδώ δεν ευσταθεί*), στοχεύουν στο καταναλωτικό κοινό, με τα έσοδα συχνά να πηγαίνουν σε κοινοφελείς σκοπούς, και με κρασιά που προέρχονται από τα ίδια τα οινοποιεία, οι συλλογές των οποίων δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερο βάθος (αλλά ούτε και συγκλονιστικό ενδιαφέρον). Είναι επόμενο οι δημοπράτες να πασχίζουν να πουλήσουν κρασιά που πριν από λίγο μόλις καιρό (μιλάμε για κρασί) κυκλοφορούσαν ακόμα στα ράφια των καταστημάτων ή τα οποία  κανένας γκουρού δεν έχει ανακηρύξει ως «αγορά του αιώνα».

Στη δημοπρασία που έγινε πρόσφατα στην Αθήνα, στο πλαίσιο πολυ-έκθεσης τύπου bazaar στο Ζάππειο, τη δεύτερη ημέρα το 80% των κρασιών ήταν κρασιά της τελευταίας δεκαετίας, τα περισσότερα από τα οποία έμειναν απούλητα, παρά το γεγονός ότι οι τιμές εκκίνησης δεν ήταν ιδιαίτερα υψηλές. Δεν συζητώ βέβαια για τα έξι λίτρα Μέγα Οίνου 1999 σε συσκευασία Imperial, με τιμή εκκίνησης τα 500€, που επέστρεψε άρον-άρον στο Άργος, καλή του ώρα. Αδιάθετα έμειναν και το Κτήμα Αργυρού Βαρέλι 2008 στα 17€/φιάλη, το Μικροκλίμα 2003 του Παπαϊωάννου στα 45€/φιάλη, μια Νεμέα Reserve του 2007 της Σεμέλης στα 120€ το κιβώτιο των 12 και όλα τα κρασιά του Σιγάλα, μεταξύ των οποίων το Μαυροτράγανο 2009 σε magnum, με τιμή εκκίνησης τα 90€. Βέβαια, ύστερα από ένα τραγικό λάθος του δημοπράτη, που ξέχασε να διευκρινίσει πως οι 12 φιάλες Κοκκινόμυλου 2007 ήταν 160€ η μία και όχι οι...δώδεκα, κάποιος έξυπνος και τυχερός τις απέκτησε για... 160€ (δηλαδή όσο η τιμή εκκίνησης!), που σημαίνει 13€ η φιάλη, όταν ο Κοκκινόμυλος του 2009, που κυκλοφορεί τώρα στην αγορά, κοστίζει τουλάχιστον 24€ η φιάλη. Το ίδιο συνέβη και με το Αυλοτόπι 2001, οι 12 φιάλες του οποίου πουλήθηκαν μόνο 145€ (με τιμή εκκίνησης τα 125€). Συγχαρητήρια στους αγοραστές και στον Miky Blue Eyes**!

Όλα αυτά δείχνουν την άγνοια τόσο των υπευθύνων της δημοπρασίας όσο και του κοινού. Ένα κοινό που το συναπάρτιζαν 25 μισοκοιμισμένα άτομα (ήταν και μεσημεράκι) που μάταια προσπαθούσαν να μη χαθούν στον μαιάνδρο της σκέψης του δημοσιογράφου-παρουσιαστή, που τους ξεναγούσε σε απίστευτα μονοπάτια οινικής λεπτομέρειας με αποτέλεσμα η δημοπρασία να είναι ταυτόχρονα και πλήρες οινικό σεμινάριο. (Όλα αυτά, αλλά και το στήσιμο της αίθουσας, με τις καρέκλες ντυμένες στα λευκά σαν σε γάμο, θύμιζαν αναπόφευκτα τον μαγικό κόσμο του Ντίσνεϊ). Με την ολοκλήρωση του «sell», το λόγο έπαιρνε ο δημοπράτης έργων τέχνης και γκαλερίστας Ζήνων Λεφάκης για το «kill», με τα πενιχρά αποτελέσματα που περιέγραψα παραπάνω. Έχει ο Θεός...

* Πάντως είναι η πρώτη, απ’ όσο ξέρω, που προβλέπει και οικονομικό όφελος για τον οινοποιό, 60% της πώλησης.

** Θυμηθείτε την ομώνυμη ταινία του 1999 με τον Hugh Grant στον ρόλο του δημοπράτη...