«Αντικειμενική» και «υποκειμενική» κριτική κρασιών

03 Σεπτεμβρίου 2014
Ντίνος Στεργίδης
Πόσο αντικειμενικός μπορεί να είναι ένας οινοκριτικός όταν διαφωνεί ιδεολογικά με το στυλ ενός κρασιού;


Oμολογώ πως δεν περίμενα το άρθρο μου για το κρασί «ΜΕΤΑ» να είναι τόσο δημοφιλές και αυτό με έβαλε σε σκέψεις. Όταν γράφουμε για το Κρασί (ένα θέμα απόλυτα βαρετό για το 99,99% της ανθρωπότητας), τι είναι εκείνο που μπορεί να κεντρίσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη και μάλιστα, εάν διαβάσει το κείμενό μας, να μην αισθανθεί πως χαράμησε την υπερπολύτιμη ώρα του; Η πρόκληση γίνεται ακόμη μεγαλύτερη όταν το θέμα μας είναι ένα και μόνο κρασί. Διάβολε, τι το ενδιαφέρον μπορεί να έχει, τέλος πάντων, ένα μπουκάλι κρασί που να αξίζει τόσες λέξεις!

Θυμήθηκα με την ευκαιρία αυτή διάφορα πράγματα που έχω διαβάσει τον τελευταίο καιρό, μεταξύ των οποίων μια συναρπαστική συζήτηση μεταξύ του Eric Asimov (οινοκριτικός των New York Times), του James Molesworth (οινοκριτικός στο Wine Spectator) και του Jamie Goode (WineAnorak.com), με εκατοντάδες σχόλια από τους αναγνώστες και στους τρεις ιστότοπους. Και οι τρεις θεωρούνται σπουδαίοι γευσιγνώστες και είναι ηγετικές φυσιογνωμίες στο χώρο της κριτικής κρασιών.

Μπορούν οι κριτικοί κρασιού να αφήνουν τις προσωπικές τους προτιμήσεις να επηρεάζουν τις κρίσεις τους, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά το στυλ του κρασιού που δοκιμάζουν ή πρέπει να παραμένουν ουδέτεροι ακόμα κι όταν διαφωνούν με την οινολογική προσέγγιση του οινοποιού; Αυτό είναι το μεγάλο ερώτημα και η συζήτηση καλά κρατεί.

Σε ένα εκτενές άρθρο του με τίτλο «A Wine Critic’s Realm Isn`t Democracy» ο Ασίμοφ υποστηρίζει πως αποστολή του οινοκριτικού είναι να οδηγήσει τον αναγνώστη στα δύσβατα μονοπάτια της οινογευστικής ανακάλυψης, αναζητώντας στο κρασί ό,τι είναι «ωραίο, συναρπαστικό, ξεχωριστό, περίεργο, νόστιμο και συγκινητικό». Η υποκειμενική ματιά του κριτικού είναι, για τον Ασίμοφ, «αποφασιστικής σημασίας» αφού ανάμεσα στις υποχρεώσεις του είναι να κρίνει το κρασί και στυλιστικά με αφετηρία «ιδέες για το τι συγκροτεί πραγματικά το ωραίο».

Με άλλα λόγια, και για να έρθουμε στο δια ταύτα, ο Ασίμοφ λέει πως αν δεν του αρέσει το στυλ ενός κρασιού έχει δικαίωμα να του δώσει χαμηλό βαθμό κι ας είναι αυτό ένα εξαιρετικά επιτυχημένο εμπορικά κρασί (άρα άψογο στην κατηγορία του). Στο στόχαστρο του Ασίμοφ (και πολλών άλλων) είναι τα κρασιά-οδοστρωτήρες με πολύ όγκο και λίγη φινέτσα καθώς και τα φτιασιδωμένα κρασιά στα οποία έχουν γίνει τόσες οινολογικές παρεμβάσεις που έχουν χάσει την εντοπιότητά τους. Οι κριτικοί αυτοί υποστηρίζουν πως δεν αρκεί ένα κρασί να είναι «καλοφτιαγμένο», πρέπει και να εκφραζει κάτι (κατά προτίμηση το αμπελοτόπι του) για να τους αρέσει και για να το προτείνουν. 

Στην άλλη άκρη βρίσκεται ο Τζέιμς Μόουλσγουορθ του Wine Spectator, ο οποίος λέει πως «ο κριτικός κρασιών πρέπει να εφορεύει και όχι να αγορεύει», και πως πρέπει να καθυποτάσσει τις προσωπικές του προτιμήσεις. Ως υπεύθυνος γευσιγνωσιών του πιο σημαντικού περιοδικού για το κρασί, ο Μόουλσγουορθ υποστηρίζει πως «εμείς οι κριτικοί πρέπει να μπορούμε να αναγνωρίζουμε, να κρίνουμε και να περιγράφουμε για τους καταναλωτές ένα ευρύ φάσμα κρασιών διαφορετικού στυλ και στη συνέχεια να ξεχωρίζουμε τα κρασιά εκείνα που είναι τα καλά και τα κακά παραδείγματα της κατηγορίας τους. Με την προσέγγιση αυτή, ο καταναλωτής μπορεί να επιλέξει τα κρασιά του με βάση τα γούστα του και με τεκμηριωμένη άποψη». Και, πράγματι, το Wine Spectator δίνει εξαιρετικά υψηλές βαθμολογίες σε κρασιά το στυλ των οποίων αμφισβητούν κριτικοί όπως ο Ασίμοφ, με τη δικαιολογία πως αρέσουν σε πάρα πολύ κόσμο και πως είναι τα καλύτερα στην κατηγορία τους.

Πρόκειται για «οινο-λαϊκισμό» ανταπαντά ο Ασίμοφ, γιατί η προσέγγιση αυτή απευθύνεται στις προκαταλήψεις του κόσμου αντί να συζητά ανοιχτά και έντιμα τα πλεονεκτήματα των κρασιών. «Ευθύνη του κριτικού δεν είναι να επιβεβαιώνει τις επιλογές του καταναλωτή· είναι, αν μη τι άλλο, να τον κάνει να αμφισβητήσει τις παραδοχές του. Η έννοια της αντικειμενικότητας φαντάζει ελκυστική γιατί υποδηλώνει την ανυπαρξία προκατάληψης. Ωστόσο, όταν γράφουμε για το κρασί, η αντικειμενικότητα είναι τελικά μία απάτη γιατί είναι αδύνατον να διαγράψει κανείς από το μυαλό του όλα όσα έχουν σχέση με το εννοιολογικό πλαίσιο, την προσωπική εμπειρία, τους συνειρμούς και τα αισθητικά ιδεώδη, όλα όσα δηλαδή διαμορφώνουν την κρίση μας. Το ζητούμενο, τελικά, δεν είναι κάποια φανταστική ουδετερότητα, αλλά η αμεροληψία, η εντιμότητα και το ανοιχτό πνεύμα».

Δεν ξέρω σε ποια κατηγορία, στυλιστική ή άλλη θα κατέτασσαν το κρασί «Μετά» οι διάφοροι αμερικανοί γευσιγνώστες και τι βαθμό στην κλίμακα του 100 θα του έδιναν… Εκείνο που σίγουρα ξέρω είναι ότι κρασιά σαν το «Μετά» δίνουν νόημα στη δουλειά που κάνουμε όλοι εμείς που προσπαθούμε να επικοινωνήσουμε το μοναδικό αυτό προϊόν στο 0,01% της ανθρωπότητας!

Σχόλια Χρηστών

Συνδεθείτε ή Εγγραφείτε για να συμμετάσχετε στη συζήτηση