The Clumsies: Το concept που άλλαξε τα δεδομένα

04 Μαρτίου 2015
Ελένη Νικολούλια
Ένα μπαρ που δεν δείχνει τι κάνει αλλά φροντίζει να το ανακαλύψουμε


Το Clumsies είναι ένα μεγάλο μαγαζί που λειτουργεί από νωρίς το πρωί έως αρκετά αργά το βράδυ. Είναι τόσο μεγάλο που, καθαρά λόγω μεγέθους, θα μπορούσε να πει κανείς ότι προβλημάτισε από την πρώτη στιγμή της λειτουργίας του μέσα στα Χριστούγεννα.

Ένα βασικό μέρος της ομάδας του είναι ο Βασίλης Κυρίτσης και ο Νίκος Μπάκουλης, ίσως οι πιο δραστήριοι και από τους πιο δημιουργικούς bartender της γενιάς τους, τους οποίους ως πρόσφατα συναντούσαμε πίσω από την μπάρα του The Gin Joint.

Οι δυο τους, ένωσαν τις δυνάμεις τους με εκείνες των επιχειρηματιών του επιτυχημένου Theory Bar στο Χαλάνδρι και κάπως έτσι θα μπορούσε να πει κανείς πως η επιτυχία ήταν προδιαγεγραμμένη.

Περνώντας στην ουσία και ξεκινώντας και πάλι από την αρχή, ανάφερα πως το συγκεκριμένο concept ενδεχομένως και να δίχασε τις απόψεις του κοινού. Όσοι τους γνώριζαν περίμεναν από τους δυο τους κάτι exclusive και για λίγους. Ένα concept που ενδεχομένως δεν θα είχαμε ξαναδεί και πιθανόν σε ορισμένες περιπτώσεις θα δυσκολευόμασταν και να αντιληφθούμε. Το παράδοξο της ιστορίας είναι πως το πέτυχαν… απλώς αποφάσισαν να κινηθούν σε διαφορετική κατεύθυνση.


Και εγένετο… The Clumsies: Ένα all day concept τόσο ανοιχτό σε όλο τον κόσμο που από την πρώτη μέρα λειτουργίας του άρχισε από στόμα σε στόμα να επικοινωνείται ως «talk of the town», τόσο ανοιχτό στον κόσμο που είναι λες και ήθελε να βάλει μια άνω τελεία στην εσωστρέφεια, στο «μικρό», στο «κρυμμένο», στο για «όσους ξέρουν».

Στο Clumsies.. δεν τους ενδιαφέρει ο κόσμος να ξέρει και ίσα-ίσα η μεγάλη ομάδα που βρίσκεται πίσω από το μπαρ του προάγει ακριβώς το αντίθετο: Γεύσεις οικείες, σερβιρίσματα minimal αλλά ταυτόχρονα τόσο μελετημένα που είναι φτιαγμένα ώστε να κινούν όλες τις αισθήσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το The Conch το οποίο φτιάχνεται με βασικά συστατικά την λευκή τεκίλα, το βερμούτ αρωματισμένο με ούζο, και το αλάτι αρωματισμένο με πορτοκάλι και συνοδεύεται με ένα κοχύλι το οποίο ο πελάτης καλείται να βάλει στο αυτί του και να αντιληφθεί πλήρως την αίσθηση της θάλασσας κάνοντας παράλληλα επίκληση στις παιδικές του αναμνήσεις.

Κι αν αυτό ακούγεται «απλό» οι Clumsies ανταπαντούν όπως ελάχιστοι στον χώρο μπορούν με το To Side, ένα επαναστατικό για τα ελληνικά δεδομένα ποτό το οποίο ως συνταγή είναι απλούστατη και φτιάχνεται με gin, ένα βοτανικό touch και μια σπιρτάδα από αψέντι. Το συγκεκριμένο ποτό σερβίρεται ωστόσο μαζί με ένα βρώσιμο φακελάκι το οποίο περιέχει ένα «μυστικό μείγμα» (δεν είναι και τόσο μυστικό αλλά δεν έχει νόημα και να αποκαλυφθεί) που μόλις το φας έχει την ιδιότητα να φρεσκάρει τόσο το στόμα που μοιάζει να αλλάζει όλη η γεύση του ποτού.

Κάπως έτσι, τα παιχνιδιάρικα για το ευρύ κοινό σερβιρίσματα αντιμετωπίζονται από τους λάτρεις των νέων τάσεων του μπαρ ως σπουδαίες προτάσεις. Γιατί ακόμη κι αν γευστικά δεν σου ταιριάζει το αποτέλεσμα δεν μπορείς να παραβλέψεις την –από κάποιο σημείο και μετά- οφθαλμοφανή πολύωρη προετοιμασία που θέλει το κάθε ποτό μέχρι να φτάσει τελικά στον πελάτη.


Το Seasonal Daiquiri για παράδειγμα είναι ένα ποτό που, αν αγαπάς το κλασικό Daiquiri, ίσως και να περάσει απαρατήρητο ή ακόμη και να το απορρίψεις! Και ενδεχομένως δεν θα μάθεις και ποτέ ότι ακολουθεί πιστά την κλασική συνταγή ωστόσο έχει περάσει ώρες κατεργασίας ώστε να αποχρωματιστεί εντελώς, να φτάσει μπροστά σου διάφανο σα νερό και τελικά επιπλέον να αρωματιστεί με τον εντονότερο τρόπο με ένα φρούτο της εποχής που ποτέ δεν θα είναι το ίδιο με εκείνο που δοκίμασες την προηγούμενη φορά.

Κάπως έτσι λοιπόν είναι όλο το Clumsies: Ξέρει τι κάνει και το κάνει πολύ καλά. Το κάνει μάλιστα τόσο καλά που δεν έχει λόγο να εξηγήσει το πώς και το γιατί.

Τα cocktail του κατά τα άλλα βελτιώνονται συνέχεια και ενδεχομένως η γεύση που απολαύσαμε την πρώτη φορά να διαφέρει από εκείνη που δοκιμάσαμε χτες. Επιπλέον, τα cocktail (14 στο σύνολό τους) βασίζονται στην εποχικότητα των υλικών αλλά και στο έντονο ελληνικό στοιχείο που σχεδόν στο σύνολό τους φροντίζουν να πρωταγωνιστεί.

Τα κλασικά cocktail υπάρχουν σε μία pre-batched μορφή ώστε η ποιότητά τους να είναι προδιαγεγραμμένη και η τόσο αγαπητή τάση της προ-εμφιάλωσης να παρουσιάζεται με εξίσου ιδιαίτερο τρόπο όπως και το κάθε τι άλλο.

Προσωπικά, τα γευστικά μου standard τα καλύπτω πάντα με το προαναφερθέν To Side αλλά και το Plus Sense, μια umami πρόταση, ελαφρώς πικάντικη, με μια νότα Ασίας και με βάση την βότκα που σερβίρεται κομψά σε φλουτ ποτήρι.

Κάπου εδώ όμως μπαίνει και μια ακόμη άνω τελεία στην οποία πιστεύω πως αξίζει να σταθούμε περισσότερο και που παρουσιάζεται μέσα από δύο κατηγορίες: Τα Non Alcohol και τα Low Alcohol cocktail.

Στην πρώτη κατηγορία συναντάμε Negroni, Sazerac, gin & tonic ακόμη και Dark n Stormy, προτάσεις θεωρητικά έντονα αλκοολικές που όμως εδώ (χάρη και πάλι σε μια πολύωρη διαδικασία) δεν περιέχουν ίχνος αλκοόλ και που ναι… ποτέ δεν θα είναι σα να πίνεις Negroni αλλά χωρίς κανένα δισταγμό τα βρήκα ως τις πιο ενδιαφέρουσες non alcohol και παράλληλα χορταστικές προτάσεις που μπορεί κανείς να συναντήσει όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε πολλές περιπτώσεις και στο εξωτερικό.

Όσο για τα low alcohol, η πρόταση του Aperol με την premium ελληνική Three Cents Grapefruit Soda δεν πιστεύω πως τυχαία έχει ήδη μπει στα μενού πολλών μπαρ, ενώ βρήκα και το Vermouth Sour με σπιτικό γλυκό βερμούτ, apricot brandy, χυμό από λεμόνι και ένα ασπράδι αυγού ως μία εξαιρετική και ελαφριά επιλογή για όλες τις ώρες.

Κι αν όλα τα παραπάνω φαίνονται ήδη αρκετά, θυμίζω πως υπάρχει και ένας ακόμη όροφος ο οποίος ανοίγει για το κοινό κατόπιν διαθεσιμότητας και υπόσχεται να αποκαλύψει μέσω διαγωνιστικών ritual ή αποκλειστικά premium σερβιρισμάτων την υπεροχή δύο ταλέντων που και να’ θελαν δεν μπορούν να κρυφτούν.

Απλώς προτίμησαν το αυτονόητο: Να έχουν ένα κατάμεστο όλη μέρα και όλη νύχτα μαγαζί, στο οποίο ο κόσμος θα χορεύει, θα τρώει και θα περνάει όμορφα και που όπως έχω ξαναπεί έκανε από την αρχή μία ανατροπή: Εκεί που ψάχναμε, φτιάχναμε ή ρωτούσαμε για μαγαζιά «σε στιλ του κέντρου» εκτός του κέντρου, ξαφνικά παρατηρούμε πως ένα concept «καθόλου του κέντρου» έφτασε στο σημείο να μονοπωλεί το ενδιαφέρον του. Του κέντρου, και όχι μόνο.

Τα μπράβο αξίζουν στους δύο βασικούς bartender και συνιδιοκτήτες του, στους υπόλοιπους owners Λευτέρη Γεωργόπουλο, Θανάση Τσουνάκα και Γιώργο Καίσαρη, καθώς και στους Δημήτρη Νταφόπουλο, Κική Φουντουκίδου και Κωνσταντίνο Παπακωνσταντίνου της ομάδας του μπαρ. Μια ομάδα που παρουσιάζει καθημερινά ένα μπαρ «για όλους», ένα μπαρ νεανικό, ένα μπαρ που δεν θα σου αρέσει μόνο αν δεν σου αρέσει ο πάρα πολύς κόσμος.

(Πραξιτέλους 30, Αθήνα)
Σχόλια Χρηστών

Συνδεθείτε ή Εγγραφείτε για να συμμετάσχετε στη συζήτηση

CUERVO PALOMA SPONSOR