Boogie: Φρέσκο, δροσερό και νεαρό, σαν την ομάδα του

26 Φεβρουαρίου 2014
Ελένη Νικολούλια
Δύο παιδιά που μετρούν ελάχιστα χρόνια πάνω από τα 20, κρατούν τα ηνία μια επιτυχημένης επιχείρησης. Το πώς και το γιατί, ακολουθεί...
  • boogie | The Food & Leisure Guide
  • boogie | The Food & Leisure Guide
  • boogie | The Food & Leisure Guide
  • boogie | The Food & Leisure Guide
  • boogie | The Food & Leisure Guide
  • boogie | The Food & Leisure Guide
  • boogie | The Food & Leisure Guide
  • boogie | The Food & Leisure Guide
  • boogie | The Food & Leisure Guide
  • boogie | The Food & Leisure Guide
  • boogie | The Food & Leisure Guide

Ομολογώ πως η επαφή μου με τα μπαρ του Χολαργού δεν είναι αντίστοιχη με τον πραγματικό χαμό που συμβαίνει στην περιοχή ειδικά από το καλοκαίρι και μετά.

Θέλω να πω, στα -αρκετά δεδομένης της περιοχής- νέα μαγαζιά μπορεί κανείς να συναντήσει καθημερινά τόσο κόσμο που σπάνια συναντάμε σε ανάλογη κλίμακα σε άλλες περιοχές και έτσι το να έχω αποφασίσει να στραβοκοιτάω την ώρα που όλο και περισσότεροι δίνουν εδώ τα ραντεβού τους κάπου με έκανε και εμένα να νιώθω πως είμαι λίγο φάουλ.

Όπως και να` χει το Boogie είναι ένα από τα πρώτα bar που έκαναν το όνομά τους να ακουστεί στον Χολαργό. Και όταν λέω στον Χολαργό εννοώ επί της Μεσογείων, δίπλα από την στάση του Μετρό και όχι κάπου μέσα στα στενά του.


Εδώ λοιπόν συναντάμε τον Αλέξανδρο Κεχαγιαδάκη και τον Βασίλη Ακκογιούνογλου, δύο -υπερβολικά- νέα παιδιά που έχουν αυτά τα υγρά μάτια της δίψας για αναζήτηση, εξερεύνηση και πειραματισμό πάνω στα αποστάγματα και τα cocktail.

Η δίψα και η θέλησή τους είναι τόση που η “σύγχυση” πάνω στο τι θέλουν ακριβώς να αποδώσουν είναι μεν εμφανής αλλά ταυτόχρονα απόλυτα λογική... έως και χαριτωμένη.

Έτσι, από τη μία έχουμε τον Αλέξανδρο που αγαπά τις εξωτικές συνταγές, τα φρούτα και τις ήπιες, ευκολόπιοτες προτάσεις. Από την άλλη, έχουμε τον Βασίλη που ενθουσιάζεται με το να πειραματίζεται μέσα σε ένα mixing glass και να ανακατεύει ιδέες για να πειράξει “τόσο, όσο” ένα κλασικό cocktail.

Σύντομα, συζητούν μάλιστα να γίνει και μια νέα μεταγραφή πίσω από το bar η οποία “πατά κάπου ανάμεσα και στους δύο”.

Αποτέλεσμα; Μια χαρούμενη και νεανική ποικιλία που καταφέρνει να καλύψει τόσο τα γούστα των δεσποινίδων της περιοχής, όσο και εκείνα του κλασικού ίσως ακόμα και απαιτητικού “πότη”.

Η κάβα του Boogie είναι μεγάλη και μάλλον δείχνει να αγαπά περισσότερο το ρούμι το οποίο παρουσιάζει σε περισσότερες από 40 ετικέτες. Και λέω μάλλον γιατί μπορεί τα ουίσκι αριθμητικά να είναι λιγότερα ωστόσο τις τελευταίες φορές που έχω επισκεφθεί το μαγαζί βλέπω μπροστά μου διαμάντια από συλλεκτικές εκδόσεις ή ετικέτες που σπανίζουν κάτι το οποίο όπως ενημερώθηκα είναι εδώ μόνιμο φαινόμενο.

Αυτές τις μέρες για παράδειγμα, ένα Glenrothes του 1975 βρίσκεται σε περίοπτη θέση στο μπαρ του για να προκαλέσει ρίγος στους λάτρεις των single malt και να τους επιβεβαιώσει παράλληλα για την επιλογή τους να έρθουν ως εδώ.

Κατά τα άλλα, το Boogie είναι ένα bar “χαλαρό”. Αγαπά το χρώμα και τις ευχάριστες μουσικές, δεν προβληματίζεται και πολύ για το πως θα “πείσει” τον πελάτη, παρά προσφέρει τελικά αυτή την φρεσκάδα, την απλότητα και την αμεσότητα που οι bartender του έχουν έτσι κι αλλιώς ως χαρακτηριστικό.

Ο κατάλογος τους αλλάζει τακτικά (μέσα σε ένα σχεδόν χρόνο λειτουργίας έχουμε ήδη δει 3 διαφορετικούς), ενώ σύντομα ετοιμάζονται να παρουσιάσουν τον νέο τους για τον οποίο ομολογώ πως είμαι αρκετά περίεργη μιας και οι ιδέες που ακούστηκαν ήταν τόσες πολλές, αντιφατικές, ταυτόχρονα ενδιαφέρουσες αλλά και τόσο διαφορετικές μεταξύ τους που πολύ θέλω να δω πως θα αποτυπωθούν πάνω στο χαρτί.

Σε γενικές γραμμές η εξωτική διάθεση θα κυριαρχεί, η Tiki κουλτούρα θα έχει πρωταγωνιστικό ρόλο και το πείραγμα των συνταγών θα μοιάζει περισσότερο με γαργαλητό παρά με twist.

Τι δοκίμασα; Μια πρόταση με το όνομα “smoky tequila” η οποία ήταν φτιαγμένη με Lagavulin 16, Don Julio Reposado, ένα σπιτικό σιρόπι μπαχαρικών και Angostura bitters αρωματικά αλλά και πορτοκαλιού, ένα cocktail αρκετά ενδιαφέρον για τα προσφιλή στον καπνό γούστα μου που ωστόσο θα προτιμούσα να μην έχει καπνιστεί επιπλέον στο τέλος ή που ίσως θα απολάμβανα περισσότερο αν είχε καπνιστεί λιγότερο. Ένα Sazerac, ή μάλλον δύο Sazerac, παρουσιασμένα με δύο διαφορετικές πολύ καλές εκτελέσεις. Ένα Negroni με ρούμι, ή μάλλον δύο Negroni με ρούμι, με τα οποία “παίξαμε” ώστε να καταλήξουμε στην “ιδανική” συνταγή που να παντρεύει από τη μία το ρούμι που ήθελα να κυριαρχεί (το Pampero Aniversario εξαφανιζόταν, ενώ τελικά το Mount Gay Black Barrel στεκόταν καλύτερα) και από την άλλη το παιχνίδισμα με το Ramos Pinto και τα έλαια από grapefruit που ήθελε να προσθέσει ο Βασίλης στην συνταγή του.

Όσο για το τέλος, άφησα ένα από τα πιο δημοφιλή cocktail του προηγούμενου καταλόγου του Boogie, το “Greek Kaimaki” με το οποίο μάλιστα ο Αλέξανδρος, διαγωνίστηκε στο πρώτο burst του φετινού World Class, το οποίο ήταν φτιαγμένο με Ketel One, φρέσκο χυμό από λεμόνι, σπιτικό σιρόπι από γαρίφαλο, κανέλα και πιπέρι και ginger, σιρόπι βανίλια, λικέρ μαστίχας και στραγγιστό γιαούρτι, ένα cocktail τόσο ευχάριστο και χορταστικό, τόσο φρέσκο και δροσερό σαν και το ίδιο το μαγαζί το οποίο είχα επισκεφθεί... και στο οποίο σίγουρα θα επιστρέψω.

Άλλωστε μπροστά μας στο Boogie συναντάμε τη νέα γενιά του bartending. Και αυτό είναι από μόνο του γοητεύει.

(Μεσογείων 236, Χολαργός, τηλ. 215 5505908)

Φωτογραφίες Alexandros Karavaselas

Σχόλια Χρηστών

Συνδεθείτε ή Εγγραφείτε για να συμμετάσχετε στη συζήτηση

CUERVO PALOMA SPONSOR