Ο καστανόξανθος νεαρός άφησε το κινητό του, το κλειδί του αυτοκινήτου του και τη δερμάτινη θήκη του καπνού του πάνω στην ξύλινη μπάρα. Βεβαιώθηκε πως ο σηκωμένος γιακάς του παρέμενε …σηκωμένος και άνοιξε τον κατάλογο με τα κοκτέιλ. Για ένα λεπτό παρέμεινε ακίνητος. Εντελώς. Ύστερα τον πλησίασα και μου έδειξε μια σελίδα από τον κατάλογο, αφήνοντας το δάχτυλό του πάνω στο κοκτέιλ με το όνομα Souzy (με 40 ml ούζο πλωμαρίου, 50 ml πουρέ φράουλας, 30 ml εκχύλισμα χαμομηλιού και 3 κομματάκια ginger που, βεβαίως χρειάζονται σύνθλιψη με ένα γουδοχέρι).
«Τί βάζεις μέσα σε αυτό»; Με ρώτησε κάνοντας μια γκριμάτσα που υπονοούσε πως ότι και αν έβαζα δεν θα του άρεσε, εφόσον είχε σαν βάση το ούζο.
Για μια στιγμή μου πέρασαν από το μυαλό πολλές εικόνες: Ελλάδα, Λέσβος, Μυτιλήνη, Σαπφώ, Βυζαντινό κάστρο, Θεόφιλος, Άγιος Ισίδωρος, Λισβόρι, Πλωμάρι. Γλυκάνισος, μάραθος, αστεροειδής, κακουλές, κανέλλα, αλάτι Καλλονής, αιθέρια έλαια, ανηθόλη, γαλάκτωμα γλυκάνισος, 18 χειροποίητοι χάλκινοι αποστακτήρες, 100% απόσταγμα. Ήλιος, θάλασσα, γαλάζιο, κρυστάλλινα νερά, παραλία, εκκλησάκια, ταβέρνες πλάι στο κύμα, αδόλωτο, παράδοση, παρέες που χαμογελούν.
Σκέφτηκα να του απαντήσω πως βάζω μέσα όλα αυτά, αλλά αρκέστηκα στο να του πω: «τι βάζω μέσα; Την ψυχή μου!» κοιτώντας τον κατάματα, χαμογελώντας όσο χρειαζόταν.
Και παρότι ήμουν σίγουρος πως τα επόμενα δευτερόλεπτα ο μέχρι τότε «ξινισμένος» πελάτης θα μου παράγγελνε κάτι πολύ πιο συνηθισμένο, σαν από αντίδραση ένα πράγμα, εντούτοις μου ανταποκρίθηκε:
«ωραία, θα το δοκιμάσω…»
Συνδεθείτε ή Εγγραφείτε για να συμμετάσχετε στη συζήτηση