Νίκος Μωραίτης

02 Απριλίου 2014
Τάσος Μητσελής
Δούλευα πριν χρόνια, σε ένα άλλο έντυπο, όταν είχαμε δώσει με τον Νίκο Μωραίτη το πρώτο μας ραντεβού για μια κουβέντα γύρω από τους στίχους του...που τελικά ποτέ δεν έγινε.


Ήταν ήδη πολύ γνωστός και μετρούσε μεγάλες επιτυχίες στο ενεργητικό του. Και με την ιδιότητα του στιχουργού και με αυτή του δημοσιογράφου. Τα χρόνια πέρασαν νερό και ο Νίκος γέμισε τον τόπο με τραγούδια που τα αγάπησε πολύ ο κόσμος. Μητροπάνος, Γαλάνη, Πρωτοψάλτη, Πασπαλά, Αρβανιτάκη, Ρέμος, Χατζηγιάννης, Μπάμπαλη, Ζουγανέλη, κάποιες μόνο από τις φωνές των επιτυχιών του. Με μια επιπόλαιη ματιά θα τον χαρακτήριζε κάποιος "βιομηχανία σουξέ". Είναι σαφώς πολλά παραπάνω από αυτό. Έχει έρωτα με το ελληνικό τραγούδι, το παίζει στα δάχτυλα, και είναι αφοσιωμένος σε αυτό χωρίς φιοριτούρες και ταμπέλες.Επαγγελματίας στιχουργός, δηλαδή.

Αν πληκτρολογήσετε το όνομά του στο you tube θα περάσετε άνετα δυο τρεις ώρες σερί με κομμάτια του Νίκου Μωραίτη. Κομμάτια του, καθ` οιονδήποτε τρόπο.

"​Το φαγητό είναι κυρίως μνήμη. Εννοώ ότι, ένα παιδί μεγαλωμένο με τα μακαρόνια της μαμάς, ό,τι γκουρμέ πιάτο κι αν του βάλεις μπροστά του, πάλι ένα πιάτο μακαρόνια που να μοιάζουν με της μαμάς του –κι ας είναι και λασπωμένα- θα του δώσουν το γευστικό τίναγμα. Αναζητώ τις δικές μου μνήμες και έρχομαι κατευθείαν στο σπίτι της γιαγιάς μου, στα ζουμερά κεφτεδάκια της, στα μικρά, σφιχτά ντολμαδάκια με το γιαούρτι (η γιαγιά, από το Ικόνιο της Μικράς Ασίας), αλλά ακόμα και σε εκείνο το λάχανο που έκοβε σαλάτα, το «κόκκινο» τυρί, όπως το λέγαμε, (ξέρετε, αυτό το κίτρινο τυρί με το κόκκινο περίβλημα), το μαύρο ψωμί που δεν μου άρεσε αλλά το νοσταλγώ. Όπως νοσταλγώ και εκείνη την εκδρομή με το αυτοκίνητο του μπαμπά στη Δροσιά για πεϊνιρλί, στου Ελευθεριάδη. Ο Ελευθεριάδης υπάρχει ακόμη, το αυτοκίνητο με τον μπαμπά όχι. Εκεί είναι το θέμα.

​Το φαγητό είναι η νοσταλγία των προσώπων που δεν έχεις πια. Κι από την άλλη, μεγαλώνοντας, το φαγητό είναι εξερεύνηση. Πέρασα από την γκουρμέ φάση, ήταν ωραίο παιχνίδι να βγαίνουμε με την κοπέλα μου, να πηγαίνουμε σε ένα καινούργιο εστιατόριο, να ανακαλύπτουμε γεύσεις. Αλλά, μέσα στα χρόνια, ξαναγύρισα στην επιθυμία των παλιών, απλών γεύσεων. Αυτή είναι η βάση μου. Μακάρι βέβαια, κοντά στο απλό να υπάρχει και η έμπνευση. Τα βρήκα αυτό, το χάρηκα και –δυστυχώς- το έχασα. Μιλάω για το πιο αγαπημένο μου εστιατόριο στην Αθήνα, το «Απλά» του Χρύσανθου Καραμολέγκου στη Νέα Ερυθραία. Δεν είμαι γνώστης, εξήγησα ήδη ότι η σύνδεσή μου με το φαγητό είναι η μνήμη, αλλά δεν έχω βρει ακόμη –τρία χρόνια μετά το λουκέτο- εστιατόριο που να το αντικαθιστά.

​Αρκετά, όμως, με το… μνημόσυνο στο «Απλά». Ας πάω σε κάτι που να υπάρχει, να αντέχει ακόμα (και να είναι και κοντά στο σπίτι μου). Το «Kozi`s» στα Μελίσσια το βάζω ψηλά. Μου αρέσει το κρέας, ακόμη πιο πολύ αυτή η περίεργη νοτιοαφρικανική σος και –εξίσου- το χαμόγελο στα πρόσωπα των σερβιτόρων. Και το «Κουτούκι» μού αρέσει, στη Νέα Ερυθραία. Ιδίως οι πίτες του. Η «Νησιώτισσα» στα Άνω Βριλήσσια, στο δρόμο προς Πεντέλη, με καλύπτει ως προς την ψαροφαγία αλλά και τα φρέσκα λαχανικά. Έτσι θυμάμαι, όσο γίνεται, την Παρούλα και βλέπω τα πεύκα της Πεντέλης θάλασσα.

 Αν στην Αθήνα δεν σας κατατόπισα ιδιαίτερα, την Πάρο πάντως την παίζω στα δάχτυλα. Μερικά μικρά μυστικά: Το Θαλάμι λίγο έξω από τον Αμπελά, ο Κλαρίνος στις Λεύκες, το Siparos στο δρόμο για Σάντα Μαρία, η Άννα και ο Γιώργος στη Μάρπησσα, στην Παροικιά η ταβέρνα Πάρος για κρέας και η Τράτα για το καλύτερο ψάρι του νησιού. Στη Νάουσα δεν υπάρχουν μυστικά - όλα βρίσκονται σε κοινή θέα (εκτός από τη "Σωσώ", αλλά εκεί άντε να βρεις τραπέζι). Διαλέγω το Mediterraneo, την Περβολαριά, τo Mario και, φυσικά, τον κλασικό Barbarossa με το εξαιρετικό "αδερφάκι" του "Ρίγανη" ακριβώς δίπλα.

​Διαπιστώνω ότι στο φαγητό έχω μερικές πολύ παιδικές συνήθειες. Δηλαδή, θα αντάλλαζα αρκετά εστιατόρια με ένα ξανάνοιγμα των Wendy’s στην Ελλάδα και αρκετά γκουρμέ επιδόρπια με ένα Magnum από το περίπτερο. Αλλά, επειδή η αποθέωση βρίσκεται στα γλυκά, δεν μπορώ να μην αναφέρω τη σοκολατένια τούρτα με αχλάδι και τη λιωμένη μους με παγωτό βανίλια στα Prosopa. Γενικά, όταν είμαι στο κέντρο διαλέγω τα Prosopa στο Γκάζι, το Mini Size στον Ταύρο, το Butcher’s πάλι στο Γκάζι – και είμαι σίγουρος ότι ξεχνάω κάτι.

Πολλά ξεχνάω, κι αυτό συμβαίνει γιατί τίποτα δεν μπορώ να βάλω στη θέση του «μια παραλία ερημική και ν’ απλώναμε εκεί της ζωής μας το βήμα», που λέει η Λίνα. Δηλαδή, ένα τραπέζι δίπλα στη θάλασσα και εγώ με μια μπλούζα, με τ’ αλάτια από το μπάνιο, σκιά και λίγες αχτίδες του ήλιου ανάμεσα – αυτό δεν το συγκρίνω με τίποτα. Κι ύστερα, φέρε ό,τι θες να φάμε. Συγνώμη που σας το χαλάω και είστε και γκουρμέ τύποι. Αλλά θάλασσα, αλάτι και ήλιο αν φάμε, εγώ θα χορτάσω σήμερα."

Σχόλια Χρηστών

Συνδεθείτε ή Εγγραφείτε για να συμμετάσχετε στη συζήτηση