Συμπεράσματα (οινικά) από τα φετινά Διονύσια

27 Φεβρουαρίου 2013
Ντίνος Στεργίδης

Μία έκθεση σαν τα Διονύσια είναι ευκαιρία να καταγράψει κανείς τις μεγάλες τάσεις που οδηγούν το κρασί της χώρας. Αν μη τι άλλο ζούμε στιγμές συναρπαστικές, με μεγάλες αλλαγές να διαδραματίζονται κάτω από τη… μύτη μας.

Όταν έχεις πάνω από 100 οινοποιεία και πάνω από 1.000 κρασιά συγκεντρωμένα σε μία τοποθεσία, έχεις όλες τις προϋποθέσεις για να πειραματιστείς in vivo και να εξάγεις συμπεράσματα για το παρόν και το μέλλον του ελληνικού κρασιού. Έτσι, τα φετινά Διονύσια (8-10/2/13) έδωσαν την ευκαιρία σε όλους όσοι παρακολουθούν από κοντά την εξέλιξη του ελληνικού κρασιού να διαπιστώσουν, δοκιμάζοντας, το ποιοτικό επίπεδο του ελληνικού αμπελώνα και τις τάσεις που διαμορφώνονται μέσα στα ποτήρια ανά την επικράτεια.

Εκτιμώ πως έχουμε φθάσει σε ένα σημείο καμπής στη σύγχρονη ιστορία του ελληνικού κρασιού, όπου όλοι οι οινοπαραγωγοί έχουν πλέον αντιληφθεί τη σημασία των γηγενών ποικιλιών. Αυτό είναι φυσικά μία τάση που έχει ξεκινήσει εδώ και πολλά χρόνια, ωστόσο είναι η πρώτη φορά που οι γηγενείς ποικιλίες διεκδικούν σε έκθεση τόσο πρωταγωνιστικό ρόλο, όχι απαραίτητα σε αριθμό αλλά σε παρουσία και σημασία. Αντιστοίχως, όπως με ενημέρωσαν πολλοί εκθέτες, είναι η πρώτη φορά που τόσοι καταναλωτές ζητούσαν επιμόνως να δοκιμάσουν άγνωστες σε αυτούς ελληνικές ποικιλίες. Εξάλλου, η προσφορά ήταν μεγάλη και, απ’ ό,τι φαίνεται, όσο πιο απόκρυφη η ποικιλία, τόσο μεγαλύτερη η δημοτικότητά της. Μάλιστα το Κτήμα Βιβλία Χώρα είχε μαζί του ένα πειραματικό κρασί από μία εξαιρετικά σπάνια ερυθρή ποικιλία που δεν έχει ακόμα ταυτοποιηθεί.

Από την άλλη, βλέπουμε μια ωριμότητα στους τρόπους χειρισμού των διεθνών ποικιλιών, με προϊόντα που είναι όλο και πιο αξιόλογα. Πολλά από τα καταξιωμένα οινοποιεία της χώρας παίζουν πλέον στα δάκτυλα τις αρετές και τα ελαττώματα ποικιλιών όπως το σοβινιόν μπλαν, το σαρντονέ, το καμπερνέ και το σιρά. Αναμφίβολα πολλά από τα κρασιά αυτά ανήκουν στην κατηγορία «καλοφτιαγμένο αλλά απρόσωπο», αλλά για κάντε μια βόλτα σε οποιαδήποτε διεθνή έκθεση και δεν θα δείτε τίποτα το τόσο διαφορετικό. Σημασία έχει πως σιγά-σιγά αρχίζουμε να βλέπουμε όλο και λιγότερα κόκκινα κρασιά με πράσινες ταννίνες ή λευκά κρασιά με οξειδώσεις. Η χρήση της νέας δρυός μετριάζεται (της κρίσης βοηθούσης), γίνεται σοβαρή αναζήτηση των πραγματικών αρωμάτων της εκάστοτε ποικιλίας και πολλά κρασιά εμφανίζονται αναπάντεχα κομψά και φινετσάτα ― ακόμα και όταν προορίζονται για παλαίωση.

Η τρίτη τάση που διαπίστωσα αφορά τη διαφαινόμενη επικράτηση κάποιων μεγάλων κατηγοριών κρασιού με αφετηρία είτε το στυλ είτε την προέλευσή τους. Για παράδειγμα, ποιος μπορεί πλέον να αμφισβητήσει πως η Βόρεια Ελλάδα και ειδικότερα η περιοχή της Καβάλας παράγει πολύ όμορφα σοβινιόν μπλαν; Μάλιστα, σε ό,τι αφορά τον αμπελώνα της Καβάλας δεν αποκλείεται στο μέλλον να αποκτήσει παγκόσμια αναγνώριση για την ποιότητα των σοβινιόν του. Μία άλλη τέτοια περίπτωση είναι τα θαυμάσια ροζέ της Κρήτης, που ως κατηγορία είναι ανάμεσα στα πιο παραγνωρισμένα κρασιά της χώρας. Εκτιμώ πως έχουν ένα κοινό στυλ (συχνά με βάση τη συνταγή κοτσιφάλι-σιρά ή κάποια άλλη ξένη ποικιλία) και είναι εξαιρετικά, μεσογειακού τύπου ροζέ κρασιά, που θα κέρδιζαν εμπορικά από ένα κοινό μάρκετινγκ. Άλλες μεγάλες κατηγορίες κρασιών με κοινά γευστικά χαρακτηριστικά είναι τα μεστά και ενίοτε ρουστίκ κόκκινα κρασιά της Κεντρικής Ελλάδας, τα εντελώς περίεργα λευκά των Ιονίων Νήσων, τα εκπληκτικά γλυκά κρασιά του Αιγαίου, τα μεσογειακού τύπου κόκκινα κρασιά της Κρήτης και τα βορειοευρωπαϊκού τύπου κρασιά της ορεινής Αιγιαλίας. Όσο περνά ο καιρός, τόσο θα διαμορφώνεται μία κοινή, συλλογική γευστική άποψη για τις διάφορες οινοπαραγωγικές περιοχές της χώρας και των ποικιλιών τους, η οποία πρέπει οπωσδήποτε να μεταφραστεί επικοινωνιακά για τον έλληνα και ξένο καταναλωτή.

Τέλος, μια τέτοια επισκόπηση θα ήταν σίγουρα ελλιπής εάν δεν αναφερόμουν στα παλαιωμένα κρασιά της έκθεσης, που συζητήθηκαν πολύ. Από το παλαιωμένο σαββατιανό του Βασίλη Παπαγιαννάκου μέχρι την παλαιωμένη Νεμέα του Συνεταιρισμού Νεμέας και το ειδικό σταντ της εταιρείας Μπουτάρη με την απίστευτη συλλογή παλαιωμένων οίνων που έγιναν ανάρπαστα, ο ελληνικός αμπελώνας ξαφνιάζει και αποδεικνύει, εκεί που δεν το περίμενε κανείς, πως μπορεί να μας δώσει όμορφα κρασιά παλαίωσης. Δεν χωρά αμφιβολία πως όλοι μας διαπράττουμε καθημερινά αμέτρητες βρεφοκτονίες...

Είναι αλήθεια πως στα φετινά Διονύσια θέλησα να δω το ποτήρι «μισό γεμάτο». Άλλοι θα μπορούσαν σίγουρα να γράψουν άλλα τόσα σχόλια αρνητικά, ωστόσο αισθάνομαι πως φέτος υπήρχε, πράγματι, μια ποιοτική διαφορά με άλλες χρονιές που μας επιτρέπει να αισιοδοξούμε για το μέλλον του ελληνικού κρασιού παρά τα όποια προβλήματά του.

Σχόλια Χρηστών

Συνδεθείτε ή Εγγραφείτε για να συμμετάσχετε στη συζήτηση